Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Η «μικρή Άρτεμις», όπως βρέθηκε αγκαλιασμένη με τη χάλκινη Αθηνά.

 

Μπορεί να είναι ασπρόμαυρη εικόνα μνημείο και εξωτερικοί χώροι
Η «μικρή Άρτεμις», όπως βρέθηκε αγκαλιασμένη με τη χάλκινη Αθηνά.
Το Σάββατο 18 Ιουλίου 1959, το κομπρεσέρ της ΥΔΡΕΞ, που άνοιγε φρεάτιο αποχέτευσης στη διασταύρωση των οδών Γεωργίου Α’ και Φίλωνος στον Πειραιά, προσέκρουσε σε βάθος 1,50 μ. κάτω από το οδόστρωμα σε ένα σκληρό αντικείμενο.
Ήταν το χέρι του χάλκινου κούρου, ενός θαυμάσιου και σπάνιου για το υλικό του αγαλματικού τύπου, που έγινε από τότε γνωστός ως Απόλλων Πειραιώς.
Τις αμέσως επόμενες μέρες αποκαλύφθηκε μέσα σε ένα περιορισμένο σκάμμα 5,70×2,30 μ. ένα σύνολο αναπάντεχων ευρημάτων, αποτελούμενων από το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς, το μαρμάρινο αγαλματίδιο της Αρτέμιδος Κινδυάδος, τα χάλκινα αγάλματα της «μικρής» και της «μεγάλης Αρτέμιδος», ένα χάλκινο τραγικό προσωπείο, μια χάλκινη ασπίδα και δύο μαρμάρινες ερμαϊκές στήλες.
Τις ανασκαφικές εργασίες διηύθυναν ο Ιωάννης Παπαδημητρίου και ο Ευθύμιος Μαστροκώστας.
Τον χώρο επισκέφθηκαν από την πρώτη στιγμή ο δήμαρχος Παύλος Ντεντιδάκης, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο ίδιος ο βασιλιάς Παύλος με τον διάδοχο Κωνσταντίνο.
Οι εφημερίδες πήραν φωτιά, με καθημερινά εκτενή αφιερώματα και ειδήσεις για την πρόοδο της ανασκαφής, και ο μισός Πειραιάς ζούσε σκαρφαλωμένος στα πρόχειρα τοιχία του σκάμματος, προσπαθώντας να παρακολουθήσει την κάθε φτυαριά του έργου.
Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για συντήρηση.
Ο συντηρητής Χρήστος Χατζηλιού ανέλαβε το δύσκολο έργο του καθαρισμού και της άρσης της ζωντανής φθοράς του μετάλλου, καθώς και την υποχρέωση να βρει τρόπους στήριξης των αγαλμάτων σε γερές βάσεις.
Το 1983 τα αγάλματα πήραν την οριστική τους θέση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά, όπου μπορεί όποιος ξέρει να ανακαλύπτει θαύματα στην πόλη να τα επισκεφθεί στην καθαρή και χωρίς περιττές ευκολίες έκθεσή τους.
Η ανακάλυψη εκείνο το καλοκαίρι «κοντά στα αγάλματα» ενός νομίσματος του βασιλιά Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορος, κοπής του 87/86 π.Χ., συνέδεσε τη συγκέντρωσή τους με τα δραματικά γεγονότα της πολιορκίας του Σύλλα.
Διατυπώθηκε δηλαδή η υπόθεση ότι ορισμένοι κάτοικοι του Πειραιά, θορυβημένοι από τις λεηλασίες των αναθημάτων στους ιερούς τόπους από τον Ρωμαίο ύπατο, αποφάσισαν να κρύψουν σε έναν αθέατο χώρο κοντά στο λιμάνι τα πολύτιμα λατρευτικά αγάλματα του 5ου και του 4ου αι. π.Χ., τα αναθήματα και τις ερμαϊκές στήλες, για να αποφύγουν την ατίμωση.
Για να ζήσουν περισσότερο από εκείνους, η μοίρα των οποίων ήταν προδιαγεγραμμένη.
Έβαλαν με τάξη τα αγάλματα στο χώμα, σαν να έθαβαν αγαπημένους νεκρούς, και φρόντισαν, για την εξοικονόμηση χώρου, να τα ακουμπήσουν το ένα στο άλλο.
Σε μια στιγμή συναισθηματικής έξαρσης, τοποθέτησαν τη μικρή Αρτέμιδα στην αγκαλιά της Αθηνάς, εικονογραφώντας με αυτό τον τρόπο το φόβο και την ανάγκη της προστασίας που ζητούσαν στις λίγες ώρες του ύπνου τους.
Η απόκρυψη του Πειραιά έγινε από ανθρώπους που φρόντιζαν τα σύμβολα αντί των ίδιων των σωμάτων, αντί για τη ζωή τους.
Ο Σύλλας εισέβαλε στην Αθήνα τα μεσάνυχτα της πρώτης νύχτας του Ανθεστηριώνος (Φεβρουαρίου) του 86 π.Χ. από μια αφύλακτη πύλη του τείχους.
Τα όσα ακολούθησαν ανήκουν στις εφιαλτικότερες σελίδες της αρχαίας γραμματείας.
Το αίμα των χιλιάδων σφαγιασθέντων μαζί με εκείνων που αυτοκτονούσαν από απόγνωση («εξ οίκτου και πόθου προς την πατρίδαν των») κάλυψε την Αγορά και τον Κεραμεικό, την ώρα που οι φλόγες έκαιγαν ό,τι στεκόταν όρθιο στον Πειραιά.
Η Αθήνα και το λιμάνι της επανήλθαν στη ρωμαϊκή διοίκηση και κανείς απ’ όσους επέζησαν δεν έκανε τον κόπο να ξεθάψει και να αναστήσει τους χάλκινους θεούς.
Ενδεχομένως γιατί κανείς απ’ όσους γνώριζαν την κρυψώνα δεν έζησε για να την αποκαλύψει.
Τα αγάλματα της απόκρυψης του Πειραιά έμειναν θαμμένα, ξεχασμένα και ασφαλή σε μια αιώνια αγκαλιά.”
Πηγή: Άρθρο του κου. Κώστα Πασχαλίδη, Δρ. Αρχαιολογίας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Φωτογραφία: του Δημήτριου Χαρισιάδη. Η «μικρή Άρτεμις», όπως βρέθηκε αγκαλιασμένη με τη χάλκινη Αθηνά, Ιούλιος 1959.
Αρχείο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)