Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

Γ.Σεφέρης: για τον Μακρυγιάννη και τον βασιλιά της Ασίνης

 

ΚΥΡΙΑΚΉ, 6 ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ 2020

Γ.Σεφέρης: για τον Μακρυγιάννη και τον βασιλιά της Ασίνης


 

Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο Σεφέρης κοιμήθηκε διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Ο βασιλιάς της Ασίνης είναι ο τίτλος ενός από τα πιο γνωστά ποιημάτα. τουΣτις 10 Σεπτέμβρη 1940 συνδέει αυτά τα δύο πρόσωπα "ο βασιλιάς της Ασίνης είναι ο Μακρυγιάννης, είναι εγώ, είναι εσείς, είναι...Αλλά γιατί αρέσει σε τόσους πολλούς; παράξενο"(σελ.Μέρες Γ΄,σελ.237).

Το ίδιο διάστημα μελετά και δουλεύει πάνω στο Μακρυγιάννη. Από αυτή την προσπάθεια θα προκύψει η διάλεξη που θα δώσει στο Κάιρο "Ένας Έλληνας, ο Μακρυγιάννης".
Στις 15 Φεβρουαρίου 1940 σημειώνει:
"Ο Μακρυγιάννης. Σκέπτομαι να τον πάρω, ας πούμε απλοϊκά, χωρίς να μπερδευτώ σε ζητήματα έξω από το θέμα μου και που άλλοι μπορούν (το έκαμε κιόλας ο Βλαχογιάννης) καλύτερα να μελετήσουν. Εκείνο που μ' ενδιαφέρει είναι να παρουσιάσουν το έργο ενός ανθρώπου, το σημάδι που μας άφησε εκεί που τόσοι άλλοι έγραψαν με τη κιμωλία, τη λαλιά του. Έτσι θα μου είναι ολωσδιόλου αδιάφορο αν η ιστορική του μαρτυρία είναι σωστή, αν ο ίδιος είναι ή όχι μεροληπτικός. Η ειλικρίνεια του έργου, αυτής της γραφής, είναι το σπουδαίο. Η ολοκήρωσή της. Αξίζει τον κόπο. Όταν σκέπτομαι συγχρόνους του, όπως ο Σολωμός ή ο Κάλβος και τα αποσπασματικά τους έργα, όταν σκέπτομαι τα έργα των σύγχρονων Ελλήνων τόσο κομματιασμένα και τόσο χαλασμένα, τονε βλέπω σαν ένα φαινόμενο μοναδικό. Ωστόσο κανείς δεν κοίταξε αυτό το έργο σαν έργο ψυχής. Ίσως γιατί ο ίδιος ο Μακρυγιάννης δε λογάριασε ποτέ τον εαυτό του σαν στοχαστή ή σαν καλαμαρά αλλά σαν έναν αγράμματο άνθρωπο με τις καθημερινές ασχολίες που η μοίρα του είχε δώσει. Δεν τον καταδεχτήκαμε. Εξαίρετο παράδειγμα της εκπαιδεύσεως που καταστρέφει την πραγματική μόρφωση"(ό.π. σελ. 170,171).
Κυριακή 20 Αυγούστου 1939 στην Αθήνα γράφει:
Μνήμη του Μακρυγιάννη

Κι οι μέρες τούτες είναι σα να ζεις
μες στην κοιλιά ενός ζώου που το δέρνει η θέρμη,
οι άνθρωποι στους δρόμους φεύγουν και γίνονται
καθώς μια λάσπη λιπαρή ποτισμένη ιδρώτα.
"Γνωρίζετε αδελφοί: ότι ο Αδάμ και η Εύα
είναι η αρχή εξ ης το το ανθρώπινον γένος κατάγεται..."
κήρυχνε ο Πολωνός Μίλβιτς,
κι ο Μακρυγιάννης σάπιος απ' τις πληγές
δυό στο κεφάλι κι άλλες στο λαιμό και στο ποδάρι
το χέρι χωρίς κόκκαλα και σίδερα στη γαστέρα
για να κρατιούνται τ' άντερα-
γεμάτος όνειρα σαν τα μεγάλο δέντρο
γράφοντας γράμματα στο Θεό.
Τι είχε να κάνει με τους Πολωνούς ο Μακρυγιάννης;
με τα κηρύγματα των καρμπονάρων,
ή με τους Βαυαρούς ή με τους Φαναριώτες;
Ήταν ένας άντρας από δω
γεννημένος σε μια ρεματιά σαν το σκίνο
κι αυτό ήταν όλο: μοναξιά κι έχτρα,
κι ο μοίραρχος Πτολεμαίος.

Σκορπάει σκυλόδοντα το φως, η άσφαλτο λιώνει
τα σπίτια με χαμηλωμένα βλέφαρα πονούν
κι οι μηχανές πριονίζουν σάρκες χωρίς αίμα-
Και δε μας ακούς και δε μας βλέπεις
έξι μήνες φυλακισμένους σε δυό δρασκελιές κάμαρη
και σκούζω νύχτα-μερ' απ' τις πληγές μου,
Τούτο γινότανε στις δεκατρείς
τουτ'νού του του μήνα (Αύγουστος 1852).
Κι ο ανακριτής τονίζοντας τις γενικές πληθυντικές
έκανε την κατ' οίκον έρευνα χωρίς ν' αφήσει τίποτε
κατώγια, ταβάνια, κασέλες, εικόνες δικές σου (του Θεού)
κι ο άλλο κοντός κι αρχάριος
ρωτούσε επίμονα όλους μες στο σπίτι
ποιός ήταν ο καλόγερος που χάρισε
του στρατηγού το κομπολόι,
τόσο ασυνήθιστο μακρύ.
Κι ο μοίραρχος με τη στολή του, ο Πτολεμαίος
πήρε το γέρο ανήμερα της Παναγιάς
στο Μεντρεσε που φυλακώνουν τους κακούργους"(ό.π. σελ. 127,128)

PHGH  KOYTROYLHS

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)