Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2021

Ο Γιώργος Σεφέρης οδοιπόρος στα μοναστήρια της Καππαδοκίας -του Βασίλη Στοϊλόπουλου , Infognomon Politics

 ΣΤΟΡΙΑ , ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 22 Απριλίου 2020

Ο Γιώργος Σεφέρης οδοιπόρος στα μοναστήρια της Καππαδοκία
του Βασίλη Στοϊλόπουλου
Τον Ιούλιο του 1950 και για ένα τριήμερο, ο Γιώργος Σεφέρης περιδιαβαίνει μαζί με τη σύζυγό του Μαρώ τα λαξεμένα, μονόπετρα ξωκλήσια, μοναστήρια και εκκλησίες του 10ου & 11ου αιώνα της Καππαδοκίας. Στις περιοχές Προκόπι, Κόραμα και Σαγανλί ανακαλύπτει μοναδικά ζωγραφικά ίχνη της μεσοβυζαντινής Χριστιανοσύνης της Ανατολής και τα ενσωματώνει με «στοχαστική προσέγγιση» μέσα στην ελληνική παράδοση, της λόγιας και της δημώδους. Ανακαλύπτει «μια νέα επαρχία της βυζαντινής τέχνης» στην περίοδο της «Μακεδονικής Αναγέννησης».
Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς γράφει στο Νάνο Βαλαωρίτη: «βρέθηκα ξαφνικά μέσα σε μια απέραντη μοναστηρίσια ακρόπολη με ζωγραφισμένες εκκλησίες, σκαμμένες μέσα σε μονοκόμματους βράχους, που ήταν ακριβώς το σταυροδρόμι των ρευμάτων από την Ανατολή στην Πόλη και από την Πόλη στην Ανατολή….». Έτσι, η «χαμένη πατρίδα» της Μικράς Ασίας γίνεται γι’ αυτόν «μια άσκηση πνευματική, μια πρόκληση ανάκτησης του χαμένου κόσμου μέσα στη γνώση, την κατανόηση, τη μέθεξη, τη γοητεία του.»
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Σε αυτό το τριήμερο της περιήγησης στον συναρπαστικό κόσμο της βυζαντινής μνήμης της Ανατολής, του προσκυνήματος στις στα «πετροκομμένα» μοναστήρια και τις υπόσκαφες τοιχογραφημένες Εκκλησιές των Σπαθιών, των Στεφάνων, της Σκοτεινής, των Σανδάλων του δόθηκε μια μοναδική ευκαιρία «ν΄ αναμετρηθεί με τον χρόνο, την ιστορία, την αίσθηση της απώλειας ενός οικείου πολιτισμού». Οι Καππαδόκες Φωκάδες, Σκληροί, Μελισσσηνοί, Αργυροί και Μαλεΐνοι, ξαναήρθαν στη μνήμη του: «Έπειτα η σκέψη γλίστρησε ανεξέλεγκτα και ψιθύρισε: Βασίλειος ο Διγενής και θαυμαστός Ακρίτης, των Καππαδόκων το τερπνόν και πανθαλές τε ρόδον, ο της ανδρείας στέφανος, η κεφαλή της τόλμης.»
Η εικόνα ίσως περιέχει: χιόνι
Όντας ο ίδιος «μια ψυχή εκ γενετής ξενιτεμένη», ο Σεφέρης – με καταβολές και από την Καππαδοκία – μοιάζει να εμπνέεται τόσο από μια συνηθισμένη ανορθόγραφη επιγραφή στα μοναστήρια «ΚΥΡΙΕ ΒΟΥΗΘΗ ΤΟ ΔΥΛΟ ΣΥ …» όσο και από το βυζαντινολάτρη Κωστή Παλαμά και τον καβαφικό «ένδοξό μας Βυζαντινισμό». Γράφει: «Μισοκλείνεις τα μάτια και αισθάνεσαι να ζωντανεύει κάπως η απέραντη νεκρόπολη των καλογέρων. Βλέπεις τους ρασοφόρους τρωγλοδύτες να τριγυρνούν μιλιούνια, βλοσυροί ή θεοπαρμένοι, μέσα στα λαγούμια των βράχων, με τα πάθη τους τις ανάγκες τους … και ολοένα με το φόβο μήπως οι βίγλες μήνυσαν τίποτα για τους ξένους καβαλάρηδες της αρπαγής ˙ μήπως ήρθε η ώρα να κυλήσουν στις πόρτες τις μεγάλες μυλόπετρες και να ταμπουρωθούν στα μεγάλα μοναστήρια». Οι Σελτζούκοι Τούρκοι ήταν πλέον «προ των πυλών» μετά τη νίκη τους στη Μάχη της Ματζικέρτ, «το πρώτο από τα τρία θανάσιμα χτυπήματα της Αυτοκρατορίας.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)