Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Σάββατο 15 Ιουνίου 2024

15 Ιουνίου του 1994, μας άφησε το «δώρο των Θεών στη χώρα μας»

 

Μπορεί να είναι εικόνα 3 άτομα
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 15/6/1994 ο Μάνος Χατζιδάκις ταξίδεψε στην οδό των ονείρων του.
Αφηγείται ο Μίκης:'' Θυμάμαι σαν και τώρα, όταν αρχίσαμε να επισκεπτόμαστε ο ένας το σπίτι του άλλου, αυτός να έρχεται στη Νέα Σμύρνη κι εγώ στο Παγκράτι, τα καυτά μεσημέρια του θέρους του 1946, μόνοι μας στα τελευταία καθίσματα του λεωφορείου που ανέβαινε τη Συγγρού. Κάθε μεσημέρι η μητέρα μου μας έκανε το τραπέζι και μετά πηγαίναμε για σπουδές ή για το μεροκάματο, εκείνος δούλευε στου Fix, στο εργοστάσιο πάγου κι εγώ εφημεριδοπώλης, η αλήθεια είναι ότι ο δικός μου πατέρας μου εξασφάλιζε το καθημερινό πιάτο, ενώ ο Μάνος ήταν ο ίδιος πατέρας, γιος και αδελφός, έπρεπε να δουλέψει για να ζήσει την οικογένεια του, κάτι που θα τον απομακρύνει από τη μεγάλη του αγάπη, τη συμφωνική μουσική, είχε μια από τις καλύτερες δισκοθήκες στον κόσμο, χιλιάδες δίσκοι, κυρίως «κλασικοί». Και το σπουδαιότερο: τους άκουγε όλους! κανείς στην Ελλάδα (πέραν των κλασικών ) δεν γνώριζε καλύτερα τη μουσική του 20ού αιώνα τους ερμηνευτές, τις ορχήστρες, τις μουσικές σχολές από τον Μάνο, μου μιλούσε ασταμάτητα για τους πιο απίθανους συνδυασμούς οργάνων που θα χρησιμοποιούσε π.χ, τρία τρομπόνια και δύο άρπες για το ένα, ορχήστρα πνευστών με σόλο τσέλο για το άλλο...
Ο Μάνος εμπιστευόταν το ένστικτο και την ιδιοφυΐα του, εγώ εργάσθηκα σκληρά για να αποκτήσω τεχνική,
χρησιμοποίησε το μπουζούκι μόνο στα τραγούδια κινηματογραφικών ταινιών -που δεν τα «υπέγραφε», αντιθέτως στα έργα που υπέγραφε εμπιστευόταν «λόγια» όργανα, όπως το βιολοντσέλο και το πιάνο. Όταν είδα τη «Στέλλα», μέθυσα κυριολεκτικά με τις μελωδίες του, πήγα και ξαναπήγα έως ότου τις μάθω καλά για να τις παίζω στο πιάνο.
Στο σπίτι του στο Παγκράτι , με έκρυβε ενώ ήμουν στην παρανομία, μετά την μουσική ακολουθούσε συζήτηση για τα πολιτικά, ανταλλάσσαμε απόψεις και όνειρα, επιθυμίες και σχέδια, εγώ ήμουν φανατισμένος, δεν ήθελα να δω την πραγματικότητα που μου ανέλυε με την τετράγωνη λογική του ο Μάνος, όμως αυτές οι διαφωνίες μας έφερναν πιο κοντά, ο Μάνος αποδείχτηκε τελικά περισσότερο ρεαλιστής απέναντι στην έννοια «Λαός» από μένα που εγώ την αντιμετώπιζα με ρομαντική διάθεση σαν απόλυτη ηθική και πολιτιστική αξία. Προσωπικός φίλος του Καραμανλή, δεν δίσταζε να υποστηρίζει θέσεις πιο τολμηρές και ριζοσπαστικές από αυτές των επισήμων απόψεων της Αριστεράς''.
Η σχέση τους περιπετειώδης, οι τσακωμοί τους παροιμιώδεις, μια φορά τους άκουσε όλος ο « Μαγεμένος Αυλός» το αγαπημένο εστιατόριο του Μάνου, σε διπλανό τραπέζι καθόταν η Ελένη Αρβελέρ, σηκώθηκε από την θέση της και τους μάλωσε «δεν ντρέπεστε, είστε τα ινδάλματα όλης της Ελλάδας και τσακωνόσαστε σαν μαθητούδια»
Το πειράγματα μεταξύ τους πολλά, μόλις ο Μάνος πρωτο-παρουσίασε τις «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς» του λέει ο Μίκης σε μια ταβέρνα «καλά τι σόι τραγούδι ειν' αυτό που πήγες κι έγραψες…πονούν οι ρώγες μου, θα' χεις τα πόδια σου ανοιχτά κλπ" (στο τραγούδι Ερωτική άσκηση για τέσσερις**), του απαντά ο Μάνος « αυτά σε πείραξαν, δεν κοιτάς την δική σου σαχλαμάρα ; Ποιά; ρωτάει ο Μίκης έκπληκτος Ε, δεν ξέρεις, "Να τη πετιέται από ψηλά κι αγριεύει και θεριεύει κλπ."
Έλεγε όταν ήταν θυμωμένος « Με τον Μίκη δεν έχομε καμία σχέση παρά μόνο την κατάληξη –ακης στο επίθετο μας για αυτό και εγώ είπα να την γράφω με ι Χατζιδάκις, πέρναγε μια εβδομάδα και του πέρναγε ο θυμός, όταν τον ξαναρωτούσαν έλεγε « όχι μωρέ, άλλαξα την κατάληξη γιατί το η Χατζιδάκης με παχαίνει»!
Συνεχίζει ο Μίκης:'' ανεξάρτητα από τις περιπέτειες των σχέσεων μας, ένιωθα πάντα μια απέραντη τρυφερότητα για τον ευάλωτο Χατζιδάκι που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να κρύψει την αγάπη που στερήθηκε, μου άρεσε να τον ακούω να μιλάει, δεν τον διέκοπτα ποτέ, όταν μιλούσε, διατύπωνε τόσο άρτια, με τόσο άψογα Ελληνικά και τόσο τέλεια τεκμηριωμένα οτιδήποτε έθιγε, που σε έπειθε χωρίς δεύτερη σκέψη, σε καθήλωνε μονάχα με ένα βλέμμα, ήταν ένας γόης, ως άνθρωπος, ως διανοούμενος και ως συνθέτης. Ένα δώρο των Θεών στη χώρα μας''
Πολιτική είναι οποιαδήποτε πράξη επηρεάζει την κοινωνία, αν σας ρωτήσουν λοιπόν ποιοι είναι οι κορυφαίοι Έλληνες πολιτικοί, πείτε αυτοί οι δύο, σε αντίθεση με τους επαγγελματίες της πολιτικής που ιδιοτελώς μας χρεοκόπησαν, μας ντρόπιασαν, μας δίχασαν , αυτοί έκαναν περήφανο ένα ολόκληρο λαό, όλη η οικουμένη ταύτισε την μουσική τους με την Ελλάδα, ένωσαν ένα ολόκληρο λαό, τους τραγουδούσαμε και οι αποστάσεις μεταξύ μας εκμηδενίζονταν!
Σαν σήμερα, 15 Ιουνίου του 1994, μας άφησε το «δώρο των Θεών στη χώρα μας», ο Μίκης σπεύδει στο Νεκροτομείο του Ευαγγελισμού και παρακαλεί την Διευθύντρια να τους αφήσει μόνους τους, ο Μάνος γυμνός στο τραπέζι του νεκροτομείου , είχε χάσει πολλά κιλά από την περιπέτεια της υγείας του και ήταν πανέμορφος, έμεινε μαζί του περίπου μισή ώρα χαιδεύοντας του το κεφάλι, μιλώντας του τρυφερά, όλα όσα δεν του είχε πει ολόκληρες δεκαετίες, στο τέλος «του έκλεισα τα μάτια και του είπα, Καλή Αντάμωση Μάνο μου, και έφυγα δακρυσμένος».
ΠΗΓΗ: Δημήτρης Τριάντος
Ελλαδογραφία: https://youtu.be/mbv1HziQ1nI

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)