Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025

Δημήτρη Γληνού : ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ

 


Ελενη Μαρκακη

 
Ακολουθήστε

Ενα κείμενο του Δημήτρη Γληνού, -που έφυγε σαν σήμερα το 1943- τόσο επίκαιρο κι ας γράφτηκε πριν από 93 χρόνια:
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ
«Μέσα σ’ αυτή τη φοβερή στιγμή της παγκόσμιας κρίσης πλήθυνε το κακό, που ήτανε πάντα πολύ, μεγάλωσε η αθλιότητα των απαθλιωμένων ανθρώπων. Ο εργάτης, ο φτωχός αγρότης, ο μικροεπαγγελματίας, ο υπάλληλος ζούνε μέσα σε μια αδιάκοπη αγωνία. Από τη μια βλέπουνε το πενιχρό τους μεροδούλι να γίνεται κάθε μέρα λιγότερο, τη στιγμή που όλα ακριβαίνουν, ή βλέπουνε τα λιγοστά προϊόντα του ολόχρονου μόχθου τους να μένουν απούλητα ή να πουλιούνται σε τιμές εξευτελιστικές. Από την άλλη, κάθε μέρα κρούει την πόρτα τους το σκιάχτρο της αναδουλειάς με τη συντρόφισσά της, την πείνα. Και σ’ όσα σπίτια μπει μέσα το μεγάλο κακό ρημάζουνε πια.
Άγριος πόλεμος κοινωνικός έχει ξεσπάσει και οι πεινασμένοι διεκδικώντας τα πιο απλά δικαιώματά τους στη ζωή, γίνονται θύματα κι από τούτη την πλευρά. Μα απ’ όλους τους κυνηγημένους και τους απόκληρους τα τραγικότερα θύματα είναι τα παιδιά. Το παιδί του προλετάριου, το παιδί του φτωχού αγρότη, το εργαζόμενο παιδί, το παιδί του βιοπαλαιστή ήτανε πάντα σε θέση σκληρή και μειονεκτική. Μα τώρα έγινε πια η μοίρα του αβάσταχτη. Η φτωχή μάνα, που είναι υποχρεωμένη να δουλεύει από την αυγή ως τη νύχτα μακριά από το σπίτι της, αφήνει τα παιδιά της ολημερίς στο έλεος του δρόμου., του διαβάτη και της γειτόνισσας, τ’ αφήνει να κυλιούνται στη λάσπη και στο χώμα για να τους φέρει το βράδυ λίγο ψωμί, χωρίς να προφταίνει και χωρίς να μπορεί ούτε μια ματιά να τους ρίξει, σκοτωμένη καθώς είναι από την κούραση.
Κι αν η μάνα μένει στο σπίτι, πού να προφτάσει ο πατέρας ν’ αντικρίσει το έξοδο για τα παιδιά με το μικρό του μεροκάματο. Κι αν δεν έχει δουλειά ούτε η μάνα ούτε ο πατέρας, γιατί είναι άνεργος ή απεργός; Ξυπολυσιά και αρρώστια και πείνα και κρύο και ακαθαρσία και αμορφωσιά και βούρκος και βάσανα σωματικά και κόλαση ψυχική, είναι η μοίρα των φτωχών παιδιών. Διπλή και τριπλή εκμετάλλευση, ξύλο και εξαθλίωση και εξαχρείωση γεμάτη είναι η ζωή του εργαζόμενου παιδιού. Το πικρότερο κατακάθι της προλεταριακής δυστυχίας αυτά το πίνουν, το μαρτυρικό στεφάνι αυτά το φορούν. Τα φτωχά παιδιά είναι των σκλάβων οι σκλάβοι, των πεινασμένων οι πεινασμένοι, των παγωμένων οι παγωμένοι, των άρρωστων οι άρρωστοι, των απόκληρων οι απόκληροι. Αυτά μπαίνουνε στην κόλαση με το πρώτο αντίκρισμα της ζωής. Την ηλικία της χαράς, της ξενοιασιάς και του γέλιου αυτά δεν τη γνωρίζουν.
Απέναντι στην απέραντη τούτη τραγωδία, που πλημμυρίζει τα σκοτεινά υπόγεια και τις υγρές αυλές μέσα στις πολιτείες, τα χαμόσπιτα των συνοικισμών και τις καλύβες της αγροτιάς σ’ όλη τη χώρα, η βοήθεια που η επίσημη και ιδιωτική φιλανθρωπία καταπιάνεται να δώσει δεν είναι ούτε σα σταγόνα νερού σε φλογισμένο καμίνι. Τα ελατήριά της άλλως τε δεν είναι καθαρά. Για να υπάρχει της χρειάζεται να υπάρχουνε θύματα. Ο φτωχός εργαζόμενος λαός που είναι το θύμα, και τα παιδιά που είναι διπλά θύματα, πρέπει να ζητήσουνε και να βρούνε τη βοήθεια και την απολύτρωση από τον ίδιο τον εαυτό τους.
Δεν πρέπει να περιμένουν τη σωτηρία τους από την άλλη πλευρά. Και του πιο αδύνατου η δύναμη διπλασιάζεται, όταν ενώσει τη λιγοστή του μπόρεση με την προσπάθεια των συντρόφων του. Όταν ο εργάτης , ο αγρότης, ο φτωχός εργαζόμενος λαός νιώσει μιαν ολοκληρωτική αλληλεγγύη να τον ενώνει με όλους τους συντρόφους του στη δυστυχία και μέσα στα σύνορα της χώρας κι όξω απ’ αυτή σ’ όλες τις χώρες της γης, και όταν κινηθεί ομόψυχα και ολόψυχα να βοηθήσει τον εαυτό του και τους άλλους, τότε θα βρει το δρόμο της ανακούφισης και της σωτηρίας. Αλληλεγγύη των δυστυχισμένων! Να το σύνθημα μιας καινούργιας δράσης, που μπορεί να φέρει τα πιο χειροπιαστά αποτελέσματα. Αλληλεγγύη οργανωμένη, ενεργητική ζωντανή, θετική και έμπρακτη, είναι ο πρώτος όρος της σωτηρίας.
Η εργατική τάξη, το πιο συνειδητό και το πιο οργανωμένο κομμάτι του εργαζόμενου λαού, πρέπει να βαδίσει πρώτη το δρόμο αυτό στην ολότητά της, απάνω από τα κόμματα και κάθε πολιτική διαίρεση.
Αλληλεγγύη και ενότητα. Και μαζί με τον εργαζόμενο φτωχό λαό πρέπει να βαδίσουν όσοι νιώθουν τον εαυτό τους αλληλέγγυο με κείνους, που αγωνίζονται για την απολύτρωση, όσοι νιώθουν και όσοι πονούν. Ελάτε να βοηθήσουμε τα παιδιά! Ελάτε να οργανώσουμε την αλληλεγγύη σε τούτο τον τομέα. Να βοηθήσουμε το ξύπνημα και τη συνειδητοποίηση της αλληλεγγύης, να βοηθήσουμε να φανερωθεί έμπρακτα στο πρόβλημα του φτωχού παιδιού. Η αλληλεγγύη των εργαζομένων κάνει θάματα. Μα και το πιο μικρό βήμα που μπορεί να γίνει απάνω σε τούτο το σωστό δρόμο, θα έχει τεράστια σημασία. Γιατί θα ξυπνήσει τη συνείδηση του σκοτεινού δρόμου σε χιλιάδες χιλιάδων ανθρώπους. Όσοι μπορούν, όσοι θέλουν, όσοι νιώθουν, ας κινηθούν. Τώρα είναι η στιγμή. Κάθε μέρα που περνάει θέτει τα προβλήματα οξύτερα και επιτακτικότερα. Ο αγώνας για τα δικαιώματα του παιδιού του εργαζόμενου λαού είναι ένας ευγενικός αγώνας.
Άς έρθουνε μαζί μας, όσοι θέλουνε να προσφέρουνε και τις πιο μικρές υπηρεσίες στο μεγάλο τούτο έργο. Η βοήθειά τους θα είναι πολύτιμη. Μια οργανωτική επιτροπή πρέπει να πάρει στα χέρια της το ζήτημα αμέσως. Μια εντατική δουλειά πρέπει ν’ αρχίσει, που θα ξυπνήσει, θα φωτίσει θα κινητοποιήσει μάζες και που πριν απ’ όλα θα διοργανώσει έμπρακτη αλληλεγγύη, θα δώσει άμεση βοήθεια για το παιδί.
Ας γράψουνε σε μένα, όσοι επιθυμούν να συνεργαστούν στην «Παιδική Βοήθεια»
Δημήτρης Γληνός, “Επιστολή για τη φιλανθρωπία και την αλληλεγγύη”, Νέοι Πρωτοπόροι, τ. Νοε.-Δεκ. 1932
----------------
Ο Δημήτρης Γληνός, ο κομμουνιστής δάσκαλος και διανοούμενος άφησε βαθιά τη σφραγίδα του στο προοδευτικό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας. Η πορεία του Δημήτρη Γληνού είναι μια συνεχής πορεία «όλο προς τα αριστερά», -όπως έλεγε ο ίδιος,- ενώ αυτοβιογραφούμενος τόνιζε ότι η ιδεολογική του διαδρομή ήταν «από τον Μιστριώτη στον Λένιν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)