Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

Nektaria Karantzi : Για τον Διονύση Σαββόπουλο

-Δεσποινίς, έχετε την καλοσύνη να μου φέρετε λίγο νεράκι;
-Ασφαλως! Και έτρεξα με ενθουσιασμό να φανώ χρήσιμη. …
Δείτε περισσότερα

 -Δεσποινίς, έχετε την καλοσύνη να μου φέρετε λίγο νεράκι;

-Ασφαλως! Και έτρεξα με ενθουσιασμό να φανώ χρήσιμη.
Που να φανταστώ ότι αυτό το νεράκι σε ένα ετοιμόρροπο πλαστικό ποτηράκι θα οδηγούσε σε μια τόσο απρόσμενη συνομιλία.
Ήταν το μακρινό 2007 σε ένα πλατό τηλεοπτικών γυρισμάτων του Alpha. Η Σεμινα Διγενή παρουσίαζε τη συνέχεια του πολύ επιτυχημενου "Κοίτα τι έκανες", αλλά αυτή τη φορά με τίτλο "Κοίτα τι έγινε". Παραγωγός ήταν ο Ηλίας Μπενέτος. Πλήθος καλεσμένων, όπως συνηθιζόταν σε αυτές τις εκπομπές, μα ένα από τα κεντρικα πρόσωπα ήταν ο Διονύσης Σαββόπουλος. Εγω στα πρώτα μου δειλά βήματα στον χώρο, νεότατη και αρκετά "ψαρωμένη". Σχεδόν χαμένη ανάμεσα σε αλλαγές και αποφάσεις. Δεν ξέρω τι ψυχανεμίστηκε. Μάλλον τα πάντα.
Ήταν άλλωστε εξαιρετικά οξύνους.
Και το απέδειξε με τις αποφάσεις ζωής του ουκ ολίγες φορές. Άνθρωπος που δεν έχει ανάγκη τη γνώμη του κόσμου για το πώς σκέφτεται, καλλιτέχνης που δεν άγεται και φέρεται από ένα κοινό που αρέσκεται να θωπεύει και τον θωπεύει, ψυχή που μπορεί να τινάζει τα πάντα στον αέρα για να μένει συνεπής με ο,τι του προστάζει η συνείδηση και νους που αλλάζει γνώμες δεν μπορεί παρά να είναι ευφυής.
Πήρε το νεράκι του και εκεί που έκανα να απομακρύνθω διακριτικά ξεκίνησε τις ερωτήσεις. Τι, πώς, γιατί; Σπουδές, στόχοι, όνειρα. Θέλησε να τα μάθει σε λίγα δευτερόλεπτα. Έλαβε κάποια ψελίσματα για απαντήσεις και ξεκίνησε τις ιστορίες. Παραστατικός, με έντονες κινήσεις, με λόγο κινηματογραφικό, με τρελές λεπτομέρειες. Δεν είμαι σίγουρη πόσες ιστορίες άκουσα, με αφορμή τις απαντήσεις μου. Σαν να πυροδοτήθηκε ένα ολόκληρο εργοστάσιο ιδεών και εικόνων. Κάποια στιγμή, αγνοώ πώς και γιατί, έπιασα τον εαυτό μου να έχω συγκινηθεί. Δεν ξέρω ακριβώς τι ήταν αυτό που το προκάλεσε. Μου είπε δύο κουβέντες πριν φύγω που τις θυμήθηκα πολύ αργότερα..., σχεδόν τα τελευταία χρόνια. Τις κράτησα κι ας μην τις καταλάβαινα τότε. Κάτι είδε και έσπευσε να μου το προσφέρει. Κι ας μην είχε κανέναν απολύτως λόγο να αφιερώσει αυτόν τον χρόνο. Κι ας μην του ζητήθηκε. Όταν λίγο αργότερα η Σεμινα Διγενή στο γύρισμα θα ξεκινήσει τις απαραίτητες συστάσεις καλωσορίσματος και θα φθάσει στη σειρά μου, ο Σαββόπουλος θα τη διακόψει για να πει «είναι αληθινή καλλιτέχνις». Γνωρίζω ότι δεν χαριζόταν. Άκουγα ότι κάποιοι μιλούσαν για μια "δυσκολία χαρακτήρα" συχνά παρεξηγήσιμη. Γνωρίζω επισης ότι κι εκείνος κάποτε το παραδεχόταν. Είχα εντυπωσιαστεί από τον τρόπο που ασκούσε αυστηρή κριτική στον εαυτό του, κατηγορώντας τον για "συναισθηματική τσιγγουνιά" απέναντι ειδικά σε κάποιους ανθρώπους. Αλλά ό,τι τελικά μπορώ να βεβαιώσω από τη δική μου μικρή ασήμαντη και ταυτόχρονα σημαντική εμπειρία της επαφής ενός νέου ανθρωπου με μία από τις πιο αγαπημένες φιγούρες που συνόδευαν τα εφηβικά του χρόνια, δεν είχε κανένα τουπέ και κανένα στόμφο. Αντιθέτως είχε το χρώμα μιας απροϋποθετης και ανυπόκριτης επικοινωνίας που κάλλιστα θα μπορούσε να μην είχε καν συμβεί, αν επρόκειτο για κάποιον άλλον στην ίδια ακριβώς θέση.
Καλό ταξίδι, Διονύση Σαββόπουλε.
Τα είπες στους Έλληνες, όπως τους έπρεπαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)