Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2019

Χρῆστος Γιανναρᾶς Ο πρωτογονισμός του «ασύλου» Posted: 25 Nov 2019 02:52 AM PST



Ο Μπαμπινιώτης ορίζει: «Λειτουργικός αναλφαβητισμός είναι η ελλιπής γνώση της μητρικής γλώσσας (λεξιλογίου, γραμματικής κ.λπ.) που μειώνει την ικανότητα και αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας. Γενικότερα, είναι η άγνοια στοιχείων που επιτρέπουν σε κάποιον να προσανατολίζεται σωστά στην κοινωνία, να κατανοεί τον κόσμο και την εποχή του επαρκώς».
Το αντίστοιχο λήμμα στο Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, της Ακαδημίας Αθηνών, λέει για τον λειτουργικό αναλφαβητισμό: «Είναι η έλλειψη βασικών δεξιοτήτων που σχετίζονται με το διάβασμα, το γράψιμο και την αρίθμηση, προκειμένου να αντιμετωπίσει κάποιος τα προβλήματα της καθημερινής ζωής».
Και οι δυο αυτοί λεξικολογικοί ορισμοί παραπέμπουν σε ένα κρίσιμο κοινωνικό σύμπτωμα: Στην περίπτωση ατόμων ή περιθωριακών μειονοτικών ομάδων, που αδυνατούν να κατανοήσουν τις λέξεις της καθημερινής γλώσσας με το νόημα που τους αποδίδει η ετυμολογική τους σύσταση, η ιστορική τους χρήση και η κοινωνική πρακτική. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι η ζωή δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς κώδικα κοινής συνεννόησης, είναι αδύνατο να κοινωνηθούν οι ανάγκες, να υπάρξει συλλογικός βίος, αδύνατο να συνεννοηθούμε για τα κοινά μας προβλήματα, χωρίς επαρκή γλωσσική κατάρτιση.
Ομως η διδασκαλία των λεγόμενων «γλωσσικών μαθημάτων» στο σχολείο υποβαθμίζεται θελημένα, προγραμματικά και ακατάσχετα τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ωσάν να μην έχει αντιληφθεί η ελλαδική κοινωνία ότι άνθρωπος χωρίς γλώσσα είναι άνθρωπος χωρίς σκέψη, άβουλος και αστόχαστος, έρμαιο των ενστίκτων του και της κάθε προπαγάνδας. Για να είναι αρεστή μόνο και όχι οικοδομητική και καρποφόρα η εκπαιδευτική πολιτική κάθε κυβέρνησης, ευτελίζονται τα γλωσσικά μαθήματα – τα παιδιά ασκούνται σε παιγνιώδεις εκφραστικές επιλογές, δεν μαθαίνουν πουθενά πώς χτίζεται μια αποδεικτική σύνθεση, πώς συγκροτείται ένα επιχείρημα, πώς κρίνεται η γνωστική βεβαιότητα και διαφέρει από την απατηλή εντύπωση.
Τα κόμματα και η αγορά θέλουν άσκεφτους καταναλωτές εντυπώσεων, με καταργημένη τη σκέψη, την κρίση, τη θέληση. Διερωτηθήκαμε ποτέ, γιατί αυτό το αστρονομικό κόστος κάθε μέρα ενός δεύτερου, «αθλητικού» δελτίου ειδήσεων σε κάθε κανάλι. Γιατί απλόχωρες και λαμπρές εγκαταστάσεις γηπέδων δίπλα σε τρισάθλια σχολικά κτίρια ή σε υπερμεγέθη σχολεία - στρατώνες, εφιάλτες για την παιδική ψυχολογία. Δεν πονηρευόμαστε ότι είναι για τους ίδιους λόγους, που κάθε κυβέρνηση δίνει άδειες λειτουργίας σε περίπου τριάντα τηλεοπτικά κανάλια και σε πολλαπλάσια ραδιόφωνα, μόνο για να πουλάνε μικρο-πραμάτειες της συμφοράς και της ντροπής – εικόνα όχι τριτοκοσμική, αλλά εσκεμμένης καφρίλας, συλλογικής ευτέλειας και εκβαρβάρωσης.
Η εξηλιθίωση των «μαζών» ποιον συμφέρει; Ολοφάνερα και αποκλειστικά: τους πολιτικούς και την αγορά. Θέλουν και οι δυο τον οπαδό ή τον καταναλωτή ηλίθιο, έρμαιο των εντυπώσεων. Δίχως γλώσσα, δηλαδή δίχως σκέψη και κρίση, να του υπαγορεύουν «πληροφόρηση» και «απόψεις» η προπαγάνδα και η διαφήμιση. Τόσο στη θεσμική συγκρότηση όσο και στη λειτουργία της σχολικής και της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης θεωρείται «προοδευτικός» ο μηδενισμός της συνεννόησης, η ανυπαρξία σχέσεων κοινωνίας, αυτονόητη η βία επιβολής της ατομοκεντρικής ασυδοσίας. Και όχι απλώς θεωρείται. Γίνεται όπλο μάχης ο «λειτουργικός αναλφαβητισμός», μπαϊράκι για την επιθετική κατάργηση της κοινωνικής συνοχής, για την έμπρακτη ακύρωση του οποιουδήποτε κώδικα συνεννόησης.
Τι σημαίνει η λέξη «δικαίωμα», με ποιο νόημα την προίκισε η ετυμολογική της σύσταση, η ιστορική της χρήση, η κοινωνική πρακτική; «Δικαίωμα» ονομάζουμε την ατομική αξίωση που κατοχυρώνεται από κάποιο θεσμοθετημένο Δίκαιο. Ενας, συμφωνημένος από όλους, Κώδικας Δικαίου κατοχυρώνει τις ατομικές απαιτήσεις, τις καθιστά «εξαναγκαστές κατά πάντων», περιορίζοντας - οριοθετώντας όμως την αμετρία της εγωκεντρικής αυθαιρεσίας.
Μεταφερθείτε τώρα στην τρέχουσα νεοελληνική καρικατούρα: Ο εντεταλμένος θεσμός εφαρμογής του κοινωνικού Δικαίου (η αστυνομία) εντοπίζει μέσα σε χώρους ιδρύματος κοινωνικού (σε πανεπιστήμιο) συγκεντρωμένο υλικό, προορισμένο για την τέλεση κακουργημάτων (τραυματισμό ή και θανάτωση συνανθρώπων). Η στοιχειώδης λογική απαιτεί ανίχνευση - έρευνα, αστυνομική και διοικητική, η πρυτανεία κρίνει ότι απαιτείται διακοπή της λειτουργίας του πανεπιστημίου για μια εβδομάδα.
Κάποια ομάδα φοιτητών διαφωνεί με την απόφαση της πρυτανείας. Δεν διαδηλώνουν τη διαφωνία τους ούτε την καταθέτουν με γραπτό κείμενο. Σπάζουν τις κλειδαριές και προχωρούν σε «κατάληψη» του πανεπιστημιακού κτιρίου. Πώς δικαιολογούν την αυθαιρεσία τους; Μπήκε, λένε, η αστυνομία στο πανεπιστήμιο, επομένως παραβιάστηκε το ακαδημαϊκό «άσυλο»! Τι είναι το «άσυλο»; Δεν έχουν ορισμό, δεν καταλαβαίνουν. Ο πρωτογονισμός τους προβάλλει την ενστικτώδη επιθυμία, όχι τη λογική διασάφηση. «Ασυλο θα πει, να μην μπαίνει ποτέ η αστυνομία στο πανεπιστήμιο, ούτε για να αναχαιτίσει έγκλημα» – αυτό ορίζει ο πρωτογονισμός.
Ποιος θα τους διδάξει, τώρα πια, τη στοιχειώδη λογική των ορισμών; Ασυλο λέμε την κατασφάλιση της ελευθερίας του λόγου στα πανεπιστήμια: να είναι ανεμπόδιστη η διακίνηση οποιωνδήποτε απόψεων - ιδεών - προτάσεων, όσων δεν καταργούν αυτή την ελευθερία. Είναι πολύ αργά για να το καταλάβουν οι λειτουργικώς αναλφάβητοι. Εξάλλου, με το σπάσιμο της κλειδαριάς άρχισε αμέσως το τηλεοπτικό σόου: Κατέφθασε σωρηδόν η θλιβερή πλεμπάγια από ζήτουλες τηλεοπτικής δημοσιότητας, έστω και εξευτελιστικής. Είναι χρέος ελπίδας να χαραχτούν τα ονόματα στη μνήμη των πολιτών – έχει μνήμη η συλλογική αξιοπρέπεια: Θεανώ Φωτίου, Νίκος Φίλης, Σοφία Σακοράφα, και θλιβερός κομπάρσος από τη Βουλή, ο Κώστας Μάρκου.
Ανεξάληπτη ντροπή και απύθμενη αχρειότητα ο βανδαλισμός της λέξης άσυλο, ακαδημαϊκό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)