Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2019

Η φυσιογνωμία του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και η συμβολή του Πολυτεχνείου στην κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας του Ολύμπιου Δαφέρμου


Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967 δεν το προέβλεψε καμιά πολιτική δύναμη και πολύ περισσότερο δεν αντιστάθηκε στην επιβολή του. Οι συνταγματάρχες επιβλήθηκαν δίχως καμιά αντίδραση. Επομένως, μετά την φθορά των αστικών πολιτικών δυνάμεων που προκάλεσε το βασιλικό πραξικόπημα του 1965, το στρατιωτικό πραξικόπημα, εκ των πραγμάτων, συνιστά την ολοκληρωτική ήττα όλων των πολιτικών δυνάμεων, μη εξαιρουμένης της αριστεράς και του λαϊκού κινήματος κατ΄ επέκταση.
Η ήττα αυτή και ο ολικός αιφνιδιασμός των πολιτικών δυνάμεων θα καθορίσει, σε μεγάλο βαθμό, τις μετέπειτα προσπάθειες τους για τη συγκρότηση αντίστασης ή αντιπολίτευσης απέναντι στο καθεστώς.
Το πλήγμα ήταν μεγαλύτερο για την αριστερά, η οποία δεν αντιλήφθηκε ούτε την τελευταία στιγμή την πολιτική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα πλήθος στελεχών και μελών της να βρεθούν στις φυλακές και στην εξορία. Η επακολουθήσασα διάσπασή της, ως λογική συνέπεια και της ήττας της, δυσχέρανε ακόμα περισσότερο την πολιτική της ανασυγκρότησης και την οργάνωση αριστερής αντίστασης.
Αμέσως μετά την επιβολή της δικτατορίας συγκροτήθηκαν αντιστασιακές οργανώσεις από όλο το πολιτικό φάσμα, με σύμβολα, προγράμματα, τακτικούς και στρατηγικούς στόχους. Καμιά όμως δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το επίπεδο της διαμαρτυρίας ξεσηκώνοντας μέρος των πολιτικοποιημένων πολιτών ή απειλώντας με δυναμικές ενέργειες το καθεστώς. Η μόνη δυναμική ενέργεια ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Αλέκο Παναγούλη.
Οι πολιτικοποιημένοι πολίτες και τα λαϊκά στρώματα υιοθετούν μια επιφυλακτική στάση απέναντι στις προτάσεις τόσο των παλαιών πολιτικών, όσο και των αντιστασιακών οργανώσεων ενώ, όπως διαπιστώνεται από τη συμμετοχή τους στις μεγάλες αντιστασιακές συγκεντρώσεις στις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη, ήταν δυνητικά κινητοποιήσιμοι.
Οι λόγοι αυτής της επιφυλακτικότητας οφείλονται κυρίως: στην έλλειψη διορατικότητας των πολιτικών, που δεν είχαν προβλέψει τη στρατιωτική επέμβαση, στον τρόπο λειτουργίας και οργάνωσης τους , στις πολιτικές τους προτάσεις και πρωτοβουλίες, οι οποίες είναι σε ευθεία προέκταση της προδικτατορικής τους δράσης, στην ωμή τρομοκρατία που ασκεί το στρατιωτικό καθεστώς, στις συλλήψεις πλήθος ηγετικών στελεχών, στις λάθος εκτιμήσεις ότι η χούντα θα πέσει από εξωτερικές πιέσεις κ.α..
Τα προγράμματα, οι πολιτικές θέσεις και η δραστηριότητα καμιάς οργάνωσης δεν κατάφεραν να συγκινήσουν και να συνεγείρουν τμήματα πληθυσμού. Ούτε η οξεία αντιπολίτευση των Κανελλόπουλου και Μαύρου, οι οποίοι επιζητούν σε κάθε ευκαιρία την επιστροφή στο προδικτατορικό καθεστώς, είχε μεγάλο ακροατήριο.
Η αδυναμία των κυριότερων οργανώσεων να συμφωνήσουν σ΄ ένα ελάχιστο πρόγραμμα ή να συντονιστούν στη δράση ενσπείρει τη απογοήτευση και οδηγεί στην αδράνεια όσους πολίτες εν δυνάμει ήταν κινητοποιήσιμοι.
Η απομόνωση αυτή των αντιστασιακών οργανώσεων από το πολιτικοποιημένο τμήμα του πληθυσμού και τα λαϊκά στρώματα θα επιτρέψει την εξάρθρωσή τους, σχετικά εύκολα, από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του καθεστώτος.
Μετά την αποτυχία των αντιστασιακών οργανώσεων και τη σχετική χαλάρωση των μέτρων καταστολής, αρχίζουν μαζικές ορατές διεργασίες μέσα από τις εκδόσεις προοδευτικών βιβλίων, τις δραστηριότητες της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων και της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων, τον προοδευτικό κινηματογράφο και θέατρο, τα απαγορευμένα τραγούδια στις ταβέρνες, τις πολιτικές παρέες κ.ά. Σημαντική ήταν και η συμβολή των απολογιών των αντιστασιακών και οι καταγγελίες των βασανιστηρίων ,κατά τη διάρκεια των δικών, στην διαδικασία πολιτικής και θα έλεγα συναισθηματικής ωρίμανση, κυρίως των φοιτητών.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν μια μαζική θεωρητική και ιδεολογική προετοιμασία, δίχως κέντρο καθοδήγησης, για το τι πρέπει να γίνει. Εκ των πραγμάτων αυτές οι διεργασίες, με μια άλλη λογική εκείνης των αντιστασιακών οργανώσεων, κυοφορούν το νέο που θα καλύψει το κενό αμφισβήτησης του καθεστώτος. Προετοιμάζουν την «ωρίμανση» του φοιτητικού χώρου και τη γέννηση του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος.
Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα κάνει την εμφάνισή του τον Ιανουάριο 1972. Οργανώνεται, λειτουργεί και δρα με ένα τρόπο ριζικά διαφορετικό εκείνου των αντιστασιακών οργανώσεων, έχοντας εξ αρχής αριστερό προσανατολισμό.
Το φοιτητικό κίνημα αυτοοργανώθηκε, πριν την εμφάνιση των πολιτικών οργανώσεων στο εσωτερικό του, λειτούργησε δημοκρατικά και ανέδειξε τη φυσική του ηγεσία. Η ιεραρχία, ο συγκεντρωτισμός και η εκ των άνω και εκ των προτέρων επεξεργασία ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων, λείπουν παντελώς από την αυτοοργάνωσή του, η οποία εκφράζει τη συνισταμένη θέληση των ενεργοποιημένων φοιτητών. Αυτοπροσδιορίζεται στη δράση του εναντίον του καθεστώτος και δεν ετεροκαθορίζεται από πολιτικά κέντρα εκτός του χώρου του.
Το φοιτητικό κίνημα δεν κάλεσε τους πολίτες σε αντίσταση, αλλά αντιστάθηκε με έργα το ίδιο. Το αντίθετο συνέβη με τις οργανώσεις, οι οποίες αν και μίλαγαν για την ανάγκη αντίστασης του λαού, οι ίδιες δεν κατάφεραν να δώσουν το παράδειγμα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτικοποιημένων πολιτών. Οι φοιτητές δεν χρησιμοποίησαν τίτλους, προγράμματα, πολιτικές θέσεις και σύμβολα, όπως οι οργανώσεις. Δεν έδρασαν συνωμοτικά, αλλά αντίθετα είχαν την τάση, εξαρχής, να επιβάλλουν τη νομιμοποίηση της δράσης και της οργάνωσής τους. Η λήψη αποφάσεων γρήγορα περνά από τις φοιτητικές επιτροπές αγώνα στις εκλεγμένες επιτροπές, στις συγκεντρώσεις και στις συνελεύσεις. Η δράση του φοιτητικού κινήματος δεν είχε να κάνει με τη συνωμοτική αναγραφή συνθημάτων, ρίψη προκηρύξεων ή τοποθέτηση βομβών. Αντίθετα, εξαντλεί τα νόμιμα περιθώρια και χρησιμοποιεί τις διαδηλώσεις, τις αποχές και τις καταλήψεις κάτω από την επιτήρηση των κατασταλτικών μηχανισμών, με τους οποίους συχνά συγκρούεται. Η δυναμική του είναι τέτοια, που γρήγορα καταλαμβάνει αποκλειστικά το χώρο της έμπρακτης αμφισβήτησης του καθεστώτος, ενώ ταυτόχρονα, σε αντίθεση με τις παράνομες αντιστασιακές οργανώσεις, είναι ορατό και ανιδιοτελές. Τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά του το έκαναν γρήγορα δημοφιλές και του εξασφάλισαν μεγάλο ακροατήριο. Στη συνέχεια πέτυχε σημαντική ενεργητική συμπαράσταση από τους πολιτικοποιημένους πολίτες.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι το α.φ.κ ήταν ένα ειρηνικό κίνημα. Δεν χρησιμοποίησε ποτέ βία , αν και απέναντι του είχε ένα παράνομο και βίαιο καθεστώς που έσπερνε τον τρόμο με απειλές, ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις, βασανιστήρια και δολοφονίες. Και όμως ήταν αποτελεσματικό στον αγώνα του εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος.
Ο τρόπος γέννησης και εξέλιξης του φοιτητικού κινήματος, που του επιτρέπει, πέρα από τα άλλα, να μην κληρονομήσει τα συμπλέγματα του τραυματικού παρελθόντος της αριστεράς, η έλλειψη κομματικής καθοδήγησης, οι συνθήκες δικτατορίας, η αποτυχία των αντιστασιακών οργανώσεων και η νεανική του σύνθεση, συγκροτούν ένα τέτοιο πλαίσιο προϋποθέσεων, που το οδηγεί σε μια πορεία ρήξης με το καθεστώς, σε αντίθεση με τα αριστερά κόμματα, τα οποία δεν έπαψαν να ζητούν συνεργασία με τις αστικές δυνάμεις.
Το κίνημα, η αυτοοργάνωση του, δεν έχει τη δυνατότητα να χαράξει τακτική και στρατηγική. Πορεύεται ανάλογα με την εξέλιξη των πραγμάτων, συνδημιουργός των οποίων είναι και το ίδιο.
Η αριστερά θέλει το φοιτητικό κίνημα ως ένα κίνημα αποκλειστικά συνδικαλιστικό, με φοιτητικά αιτήματα, που να μην ξεφεύγει από τα πανεπιστημιακά πλαίσια.
Η εκδήλωση του φοιτητικού κινήματος σε μια κατεύθυνση εκ διαμέτρου αντίθετη εκείνης των αντιστασιακών οργανώσεων και της πολιτικής λογικής των δύο Κ.Κ. δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την ανάπτυξη μιας οργανικής σχέσης ανάμεσα στο κίνημα και τις πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς.
Η αριστερά ποτέ δεν αντιλήφθηκε τη δυναμική του φοιτητικού κινήματος και τα πολιτικά ζητήματα τα οποία απέρρεαν από το νέο πολιτικό σκηνικό, που διαμορφωνόταν απ΄ αυτή καθαυτή την πορεία ρήξης του με το καθεστώς. Πολύ περισσότερο δεν κατάφερε να επεξεργαστεί προτάσεις για την παραπέρα πορεία του κινήματος. Έτσι το φοιτητικό κίνημα χάραξε το δικό του δρόμο, χωρίς τη συμβολή της οργανωμένης αριστεράς.
Υποκαθιστώντας τις αντιστασιακές οργανώσεις στην αντιδικτατορική πάλη, εξέφρασε την αντίθεση της ελληνικής κοινωνίας εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος. Επιπλέον, εμπνεόμενο από τις παραδόσεις του αριστερού κινήματος και αποδεχόμενο την αναγκαιότητα ύπαρξης αριστερού κόμματος για την αποτελεσματικότητα του αγώνα, δε θα έρθει σε σύγκρουση με τα δύο Κ.Κ., έστω και αν δεν ακολούθησε τις πολιτικές προτροπές τους. Το κίνημα δεν ήταν ιδεολογικά αυτόνομο όπως ο γαλλικός Μάης. ήταν μόνο οργανωτικά και πολιτικά αυτόνομο.
Όμως η λειτουργία και η δράση του φοιτητικού κινήματος και των οργανώσεων ποτέ δεν έγιναν συμπληρωματικές. Ποτέ δεν αναπτύχθηκε μια οργανική σχέση μεταξύ τους, τέτοια που να αλληλοαναιρούνται οι εκατέρωθεν αδυναμίες και να επιτυγχάνεται μια νέα πολιτική σύνθεση, ικανή να απαντήσει στα ζητήματα που έθετε η πολιτική πραγματικότητα. Μόνο όταν το φοιτητικό κίνημα δοκιμάζεται από τα χτυπήματα του καθεστώτος, όπως έγινε με τις στρατεύσεις, οι πολιτικές οργανώσεις αναλαμβάνουν έναν σημαντικότερο ρόλο, ο οποίος όμως έμεινε συγκυριακός και δεν στάθηκε ικανός να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αλλαγής των σχέσεων κινήματος – οργανώσεων.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου, που αποτελεί την κορύφωση του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, αιφνιδιάζει όλες τις οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις χωρίς εξαίρεση. Ακόμη και οι αριστερές ομάδες, οι οποίες στη συνέχεια θα είναι ανυποχώρητες στο ζήτημα της συνέχισης της κατάληψης, βρίσκονται απροετοίμαστες μπροστά στον ορυμαγδό των γεγονότων.
Αν η «συνάντηση» φοιτητικού κινήματος και πολιτικών οργανώσεων δεν πραγματοποιήθηκε κατά την πυκνή σε γεγονότα δίχρονη διάρκειά του, δε θα πραγματοποιηθεί ούτε και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Η αδυναμία όλων των πολιτικών οργανώσεων να συνδεθούν οργανικά με το φοιτητικό κίνημα, έτσι που να υπάρξει μια ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική συγκρότηση του τελευταίου, θα σταθεί μοιραία και για την εξέλιξη της εξέγερσης.
Η πορεία της εξέγερσης, καθοριζόμενη από το αυθόρμητο στοιχείο, δεν είχε τη δυνατότητα πολιτικών ελιγμών και τακτικών υποχωρήσεων. Επίσης, ποτέ δεν καθορίστηκαν οι στόχοι της, πέραν εκείνου της ανατροπής του δικτατορικού καθεστώτος, αν και κάθε πολιτική οργάνωση είχε τις δικές της προτάσεις, οι οποίες δεν υιοθετήθηκαν ούτε από τη συντονιστική επιτροπή, ούτε από την πλειονότητα των καταληψιών. Η αυθόρμητη και εκρηκτική εξέγερση άφησε πίσω της όλες τις οργανωμένες δυνάμεις. Κατά τη διάρκεια της κατάληψης, κατά τη γνώμη μου, υπήρξε ουσιαστική διάλυση των οργανώσεων.
Η πανσπερμία των απόψεων, προτάσεων και στόχων των οργανώσεων (φοιτητικά αιτήματα, συντεταγμένη αποχώρηση, εθνική ενότητα, αντιιμπεριαλιστική επανάσταση, σοσιαλιστική επανάσταση, κ.α.) δε στάθηκε ικανή να εκφράσει τις επιδιώξεις και τους πόθους των συγκεντρωθέντων, οι οποίοι κινούνται από «την ανάγκη για αντίθεση προς ένα αυταρχικό καθεστώς, που αντιστρατευόταν βασικές ποιότητες του ανθρώπου, που έμπαινε εμπόδιο στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ανάπτυξη του τόπου». (Ν. Γιανναδάκης)
Η εξέγερση θα οδηγηθεί στη σύγκρουση με το καθεστώς, ελάχιστα επηρεαζόμενη από τις πολιτικές γραμμές, θέσεις και συνθήματα των οργανώσεων.
Η εξέγερση και η αιματηρή καταστολή του Πολυτεχνείου ακυρώνει τη στρατηγική της ελεγχόμενης ομαλοποίησης, που επιχειρούσε το καθεστώς στην προσπάθεια του να προσεταιριστεί μέρος των παλαιών πολιτικών και να αποκτήσει λαϊκή βάση, γεγονός που θα του επέτρεπε την νομιμοποίηση και κατ΄ επέκταση την μονιμοποίησή του. Τουρκοποίηση της πολιτικής, όπως λέγαμε τότε.
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το άνοιγμα αυτό της χούντας θα οδηγούσε και στην απομάκρυνση της από την εξουσία; Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν θα επιβαλλόταν ένα ανελεύθερο καθεστώς με κοινοβουλευτικό μανδύα πλήρως ελεγχόμενο από τον στρατό;
Η επέμβαση του σκληρού χουντικού Ιωαννίδη, ως απάντηση στο αδιέξοδο της χούντας ήταν άλμα στο κενό. Η νέα ηγεσία του στρατιωτικού καθεστώτος δεν διαθέτει στρατηγική εκτός εκείνης του ελέγχου της εξουσίας από τους στρατιωτικούς της ομάδας Ιωαννίδη και την επ΄ αόριστο συνέχιση του καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης. Το Πολυτεχνείο όμως άνοιξε βαθύ και αγεφύρωτο ρήγμα μεταξύ πληθυσμού κα καθεστώτος. Οι στρατιωτικοί δεν διαθέτουν πλέον ούτε στο ελάχιστο την παθητική ανοχή τμήματος του πληθυσμού. Το καθεστώς πορεύεται μετέωρο δίχως ερείσματα και προοπτική νομιμοποίησης, βασιζόμενο αποκλειστικά στη βία των κατασταλτικών μηχανισμών. Καμιά όμως πολιτική εξουσία δεν μπορεί να υπάρξει και να επιζήσει αν βασίζεται μόνο στον καταναγκασμό. Η βιωσιμότητα της προϋποθέτει ένα ελάχιστο συναίνεσης από τις κυριαρχούμενες τάξεις. (Α. Μάνεσης). Η πτώση της χούντας ήταν επομένως ζήτημα χρόνου.
Το καθεστώς Ιωαννίδη διαθέτει μόνο τη στήριξη των Η.Π.Α. με την προοπτική της βίαιης επίλυσης του Κυπριακού.
Η έλλειψη προοπτικής του καθεστώτος και η μονόπλευρη στήριξή του από τις Η.Π.Α. του επιβάλλει τη βίαιη επέμβαση στην Κύπρο, ελπίζοντας ταυτόχρονα, σύμφωνα με όσα ελλιπή στοιχεία έχουν δημοσιευτεί, ότι μπορεί αυτή η επέμβαση, ως ύστατη ελπίδα, να το οδηγήσει σε μια εθνική επιτυχία, γεγονός που θα του επέτρεπε τη σταθεροποίηση και κατ΄ επέκταση τη νομιμοποίηση του. Η επέμβαση καταλήγει σε τραγωδία και το μετέωρο καθεστώς καταρρέει.
Είναι βέβαιο ότι δίχως την εξέγερση του Πολυτεχνείου και την αιματηρή καταστολή της δεν θα είχαν εξελιχθεί με τον ίδιο τρόπο τα ιστορικά γεγονότα..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)