Γιώργος Κοντογιώργης: (...) Αυτό που απομένει για τον στοχαστή της οικονομίας, της πολιτικής, της ψυχολογίας και οποιασδήποτε άλλης περιοχής, είναι να δει τις μικρές διαφορές που αναπτύσσονται ανάμεσα στη μία χώρα ή στη μία οικονομική πραγματικότητα και στην άλλη, αλλά αφού η θεμέλια βάση παραμένει η ίδια, όταν έρχεται η στιγμή να συγκροτήσουμε παραδείγματος χάρη τη θεωρία της οικονομικής επιστήμης ή τη θεωρία της πολιτικής επιστήμης, τη συνταγματική θεωρία κ.λπ. τότε, αυτό που συμβαίνει είναι να κινούμαστε δυνάμει του λεγόμενου “ορθού λόγου”. Με άλλα λόγια με βάση του τι λέει η ματιά μας από το μπαλκόνι του σπιτιού μας -στον ορίζοντα της σκέψης μας επομένως- και όχι κάποια άλλη πραγματικότητα. Αν λοιπόν είναι λάθος η επιστημονική προσέγγιση, τότε είναι λάθος και η επιστημολογία, επομένως η θεωρία της επιστήμης. Και, δεν μπορεί να μην είναι λάθος. Άλλωστε το αποδέχονται οι ίδιοι. Όταν μιλάνε για “ορθολογισμό” αναφέρονται στο σήμερα, αυτό που φαίνεται δηλαδή λογικό. Κι εδώ αρχίζει ο επιμερισμός. Τι είναι σήμερα ορθολογικό; Αυτό που προβάλλει ως λογικό με βάση τα βιώματά της η κυρίαρχη πραγματικότητα, η ηγεμονική πραγματικότητα στον κόσμο. Δηλαδή, ο δυτικός κανόνας σήμερα. Δεν είναι ορθολογικός ο τρόπος που λειτουργεί το οικονομικό σύστημα παραδείγματος χάρη στη Ρωσία. Δεν είναι ορθολογικό το οικονομικό ή το πολιτικό σύστημα στην Αφρική ή στην Ασία, γιατί δεν μοιάζει στις προδιαγραφές της “αλήθειας” που διδάσκει η κυρίαρχη νεοτερικότητα, δηλαδή, ο δυτικός κανόνας. Εκεί διαμορφώνονται οι μέθοδοι και οι αρχές της επιστήμης. Κατά την ομολογία των επιστημολόγων, από τον Καρλ Πόππερ μέχρι οποιονδήποτε, καταλήγουν να θεωρούν ότι ουσιαστικά η επιστήμη είναι ένα απόλυτο “νεκροταφείο αληθειών” που μετά βεβαιότητος διαψεύστηκαν ή μέλλεται να διαψευστούν για να έρθουν άλλες αλήθειες. Αν όμως κάποια στιγμή γνωρίζουμε ή πιστεύουμε ότι κάτι θα διαψευστεί, τότε σημαίνει ότι δεν είναι έτσι από την αρχή σωστό.
Το ερώτημα λοιπόν για την όποια επιστήμη, διότι ορισμένοι διδάσκουν ότι θα μπορούσε να βοηθήσει η συνάντηση των περισσοτέρων επιστημών, παραδείγματος χάρη για την οικονομία η πολιτική το δίκαιο ή και το αντίστροφο, άλλωστε ξέρουμε ότι οι οικονομικές θεωρίες, μαρξιστική, φιλελεύθερη κ.λπ., έχουν αυτή την οπτική της μονομέρειας, αλλά ας υποθέσουμε ότι κάνουμε τη σύνθεση, πού θα καταλήξουμε; Θα καταλήξουμε στο ίδιο αποτέλεσμα. Διότι η αφετηρία είναι λάθος. Και η αφετηρία είναι, το γεγονός ότι ξεκινάμε από το μερικό, για να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε το μερικό αλλά και το παρελθόν και το μέλλον. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν, κάνουμε προβολές στο παρελθόν για να το απορρίψουμε (η διάκριση μεταξύ νεοτερικότητας και προ-νεοτερικότητας, γι’ αυτό και δεν γίνεται η σύγκριση με το παρελθόν), αλλά που όταν έρχεται η στιγμή να συζητήσουμε για το “πού πάμε”, εκεί η κυρίαρχη άποψη από την εποχή του Χέγκελ και των άλλων, όπως το λέει και ίδιος, είναι ότι είναι βαθιά νυχτωμένοι αυτοί που νομίζουν ότι θα προβλέψουν το μέλλον. Η αρχή της επιστήμης όμως, μας λέει ότι, εάν δεν μπορείς να γνωρίζεις με ακρίβεια αυτό που υπάρχει σήμερα και με ακρίβεια αυτό που σε σχέση με το σήμερα στοιχειοθετεί την έννοια του παρελθόντος και με ακρίβεια αυτό που θα έρθει (την πρόβλεψη), τότε δεν κάνεις επιστήμη. Είναι στην καλύτερη περίπτωση, επιπεδογραφική η επιστήμη. Δηλαδή περιγράφεις αυτό που βλέπεις με τον στρεβλό τρόπο. Για παράδειγμα, εάν συζητήσουμε για την έννοια των εκλογών -όλοι σας φαντάζομαι έχετε το δικαίωμα της ψήφου και πηγαίνετε και ψηφίζεται- και εάν μελετήσουμε σε ένα εγχειρίδιο το περιεχόμενο της ψήφου αλλά το εντάξουμε στη λογική ότι αφού υπάρχει η ψήφος τότε είναι δημοκρατική και στοιχειοθετεί την ουσία της δημοκρατίας, τότε, έχουμε παραποιήσει και το περιεχόμενο/την έννοια της ψήφου αλλά και την έννοια του πολιτικού συστήματος. Κι αυτό διότι εντάσσουμε το συγκεκριμένο σε άλλον ιστορικό χρόνο. Ποιο είναι αλήθεια το περιεχόμενο της ψήφου; Το περιεχόμενο της ψήφου, είναι να επιλέγουμε τον μονάρχη μας. Άρα, προϋπόθεση είναι να γνωρίζουμε τι είναι τα πολιτικά συστήματα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα οικονομικά συστήματα. Και, εκεί ακριβώς, τίθεται το μεγάλο ερώτημα.
Δείτε τώρα το ζήτημα του πώς αντιμετωπίζεται σήμερα το οικονομικό σύστημα. Μας λένε ότι είναι επιχειρησιακή η αντίληψη -το ίδιο είναι σε όλα τα συστήματα, αλλά, επειδή ο λόγος για την οικονομία σήμερα, να δούμε τι σημαίνει η έννοια της αποτελεσματικότητας στην οικονομία. Μας το λέει με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μαξ Βέμπερ. Επικαλείται την περίπτωση ενός επιχειρηματία ο οποίος αποφάσισε να αυξήσει τους μισθούς των υπαλλήλων του με την προσδοκία ότι θα αύξαναν και την εργασιακή τους αποτελεσματικότητα (δηλαδή ότι θα δούλευαν περισσότερο, θα αγαπούσαν την επιχείρηση κ.λπ.). Διαπίστωσε όμως ότι, όσο τους αύξανε τον μισθό, εργάζονταν και παρήγαν λιγότερο, αλλά και επεδίωκαν λιγότερες ώρες εργασίας ώστε να μπορέσουν να ζήσουν τον ελεύθερο χρόνο τους. Αξιολογώντας το αυτό λοιπόν, είπε ότι εδώ συγκρούονται η παράδοση, η καθυστέρηση, οι παλαιές δεισιδαιμονίες, με την πρόοδο, που η πρόοδος είναι η αποτελεσματικότητα, δηλαδή να δουλεύει ο άνθρωπος και να προσλαμβάνεται αυτός και ο χρόνος του ως η ανθρώπινη μηχανή που συμπληρώνει την τεχνολογική μηχανή. Αυτό είναι ακριβώς το κεντρικό πρόβλημα. Δεν έχει μπορέσει ακόμα η νεοτερικότητα να ξεχωρίσει αυτό που στοιχειοθετεί τη διαφορά μεταξύ της φεουδαρχίας απ’ την οποία εξήλθε ο νεότερος κόσμος (με εξαίρεση τον ελληνικό) με αυτό που στοιχειοθετεί η έννοια της νεοτερικότητας ως στάδιο της ανθρώπινης κατάστασης κι όχι ως ιδεολογία που προβάλλει. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αφαιρεί τον πυρήνα της ανθρώπινης κατάστασης που είναι η ελευθερία. Δεν τον αφαιρεί όμως γενικώς. Ήδη από την εποχή του διαφωτισμού, με τον φόβο που προκαλούσε από μία στιγμή και έπειτα η ανάγνωση της Ελληνικής Γραμματείας, επεξεργάστηκαν σκέψεις/ιδέες, του γιατί(

η ατομική ελευθερία είναι ανώτερη από την καθολική ελευθερία. Κι όπως θα μας πει ο Μπενζαμέν Κονστάν (και όλοι οι άλλοι σήμερα σύγχρονοι οικονομολόγοι και στοχαστές) είναι ανώτερο να μας κυβερνάει κάποιος και να αποφασίζει αυτός ο ένας για την μοίρα μας σε όλα τα επίπεδα εκτός από το ατομικό επίπεδο (δηλαδή εκτός από την προσωπική μας ζωή). Μα, αν είναι ανώτερο ο ένας να αποφασίζει για την μοίρα ενός εκάστου και για το σύνολο, τότε γιατί να μην το εφαρμόσουμε αυτό και στην προσωπική μας κατάσταση; Είναι σαν να αποφασίζω εγώ για το τι θα κάνει ο καθένας σας σήμερα, αν θα πάτε στο cafe ή αν θα συναντήσετε τον Α ή τον Β ή πώς θα σκεφτείτε. Αυτό όμως, τη θεωρία περί της ανωτερότητας της ελευθερίας των νεοτέρων έναντι της ελευθερίας των αρχαίων, στοιχειοθετεί ένα ολόκληρο ιδεολογικό περίγραμμα μέσα στο οποίο εγκιβωτίζουν τα μυαλά των ανθρώπων –είναι η αλληγορία του Σπηλαίου του Πλάτωνα- ώστε να φοβούμαστε να βγούμε από αυτό. Ώστε να φοβούμαστε τη συλλογικότητά μας. Το συλλογικό μας λένε, είτε στην οικονομία είτε στην πολιτική είτε σε οποιοδήποτε σημείο της κοινωνικής μας ζωής, είναι κίνδυνος! Είναι δεσποτεία -όπως θα μας πει ο Καντ, ο Μοντεσκιέ αλλά και οι σύγχρονοι. Επομένως, κατά τα λεγόμενά τους, δεσποτεία είναι η δημοκρατία. Και τι θα μας σώσει από αυτήν τη δεσποτεία, όπως και τους αντίστοιχους ολοκληρωτισμούς του τύπου του φασισμού σήμερα; Μα, ο ένας, ο πάνσοφος, που θα στηριχθεί σε αυτό που λέγεται «Κράτος Δικαίου». Και ποιος θα τον σταματήσει αυτόν αφού έχει όλες τις εξουσίες στα χέρια του να επιβάλλει ένα απολυταρχικό καθεστώς; Όλη η συζήτηση γίνεται, εάν θα βάλουμε ενδιάμεσες δυνάμεις, εάν η οικονομία θα είναι ανεπτυγμένη σε κάποιον βαθμό και θα εμποδίζει τον έναν να κάνει ό,τι του αρέσει. Σημαίνει δηλαδή, ότι η συζήτηση γίνεται έξω από την κοινωνία. Κι αυτό διότι ο μεγάλος φόβος είναι η μεταβολή του πολιτικού συστήματος κι η μεταβολή του οικονομικού συστήματος. Αυτά τα δύο έχουν μια κοινή βάση: ότι κάποιος κατέχει την ιδιοκτησία της μοίρας μας και άρα του συστήματος και, μέσω αυτού, εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε την ιδιωτεία μας στον ιδιωτικό μας χώρο. Γι’ αυτό και προβάλλουν την ατομικότητα ως υπέρτατη αξία έναντι του συλλογικού. Εννοούν με αυτό, και όταν το συλλογικό, τη μοίρα μας, τις αποφάσεις τις οικειοποιείται ή παραδίδονται στον έναν (“το κράτος” -όπως λένε- που κατέχει το πολιτικό σύστημα ως φυσική κατάσταση) και τον έναν ο οποίος αναλαμβάνει να το κυβερνάει και να διαχειρίζεται τη μοίρα μας είτε και το συλλογικό, ως δημοκρατία. Άρα λοιπόν, όταν στοχάζονται σήμερα με τους όρους της κυριαρχίας και στο οικονομικό σύστημα και στο πολιτικό σύστημα, εννοούν ότι η κοινωνία πρέπει να είναι ιδιώτης και να απολαμβάνει μόνο την ατομική της ελευθερία, αλλά από εκεί και πέρα όλα να αφήνονται στη διάθεση κάποιου τρίτου.
Αν όμως ψάξουμε λίγο πάρα πέρα, θα διαπιστώσουμε ότι διατείνονται πως παρ’ όλα αυτά ζούμε την κοινωνική και την πολιτική ελευθερία. Τι είναι όμως η ελευθερία; Η ελευθερία είναι το ισάξιον της αυτονομίας. Μας το λέει ο Αριστοτέλης μεταφέροντας την αρχή της δημοκρατίας. Είναι, «το μη άρχεσθαι υπό μηδενός». Δεν επαγγέλλεται την αναρχία, προσέξτε! Η αναρχία είναι το ετεροθαλές αδερφάκι των συστημάτων πολιτικής κυριαρχίας -δηλαδή της εκλόγιμης μοναρχίας σήμερα. Ο Αριστοτέλης εννοεί τη συντεταγμένη κοινωνία σε Δήμο, σε θεσμό της πολιτείας, που απορροφά σύνολο του πολιτικού συστήματος και αποφασίζει και για την οικονομία και για την αναδιανομή του οικονομικού προϊόντος και για όλα. Άρα έχουμε μία νεοτερικότητα που στοιχειοθετεί την έννοια μίας φάσης που είναι απλώς μεταφεουδαλική, πρώιμη ανθρωποκεντρικά, που προβάλλει μόνον την ατομική ελευθερία και έχουμε και μία ιδεολογία που μας τοποθετεί σε άλλον ιστορικό χρόνο και που θεωρεί ότι βγήκαμε από τη φεουδαρχία και ξαφνικά γεννηθήκαμε στην τελειότερη μορφή εξέλιξης της ανθρώπινης κατάστασης που γνώρισε στην Ιστορία. Μπορεί όμως ποτέ να γεννηθεί ένας άνθρωπος στο στάδιο της ωριμότητας; Όχι βέβαια. Πώς λοιπόν γίνεται να γεννηθεί ξαφνικά μια κοινωνία στο στάδιο της ωριμότητας; Θα ακολουθήσει τα βήματα από το λίγο στο περισσότερο. Κι αυτό μας το διδάσκει η νεοτερικότητα από τον 18ο – 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μην ξεχνάμε ότι, μέχρι τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν είχαν ούτε όλοι οι άντρες δικαίωμα ψήφου. Κατακτήθηκε σιγά-σιγά και μετά απέκτησαν και οι γυναίκες. Το ίδιο και στα ζητήματα της οικονομίας. Αλλά στο πεδίο της κοινωνικής ελευθερίας και της πολικής δεν υπάρχει η ελευθερία. Αντικαθίσταται με την έννοια του «δικαιώματος».
Η διαφορά μεταξύ ελευθερίας και δικαιώματος: Η ελευθερία είναι αυτονομία. Αυτοπροσδιοριζόμαστε και αποφασίζουμε εμείς για τη μοίρα μας σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Το δικαίωμα είναι ετερονομικό. Εκεί που πλεονάζει το δικαίωμα, υστερεί η ελευθερία. Σήμερα δικαιώματα έχουμε στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο διότι εκεί ΔΕΝ έχουμε ελευθερία. Εάν επεκτείνονταν εκεί η ελευθερία, δεν θα χρειάζονταν τα δικαιώματα και θα απορροφούνταν. Παραδείγματος χάρη στην πολιτική. Διαδηλώνουμε και απεργούμε διότι ΔΕΝ αποφασίζουμε εμείς. Δηλαδή δεν διαθέτουμε πολιτική ελευθερία. Άρα, τι συμβαίνει στο οικονομικό πεδίο σήμερα; Η κοινωνική ελευθερία θα αναζητηθεί εκεί που συνάπτουμε συμβάσεις. Η ατομική ελευθερία δηλαδή, είναι να ζούμε στις κοινωνίες οπουδήποτε -εάν είμαστε και αυτόνομοι και δεν χρειάζεται να εργαζόμαστε- και να περνάμε όμορφα. Η κοινωνική ελευθερία, υπάρχει εκεί που συνάπτουμε συμβάσεις. Παραδείγματος χάρη σήμερα για να πάμε να εργαστούμε οπουδήποτε, συνάπτουμε μία σύμβαση. Αυτή σύμβαση τι περιέχει όμως; Αυτό που προβάλουν και γνωρίζουμε είναι ότι παρέχουμε την εργασία μας και λαμβάνουμε μισθό ώστε μετά την εργασία μας να ζούμε όμορφα τη ζωή μας. Αλλά στο οκτάωρο ή όσο, τι συμβαίνει; Η ουσία του περιεχομένου της σύμβασης είναι παραίτηση από την ελευθερία. Διότι κάποιος άλλος εκεί θα αποφασίζει για το τι θα κάνουμε. Τέλος λοιπόν «το μη άρχεσθαι υπό μηδενός». Τα δικαιώματα τι ρόλο παίζουν; Οριοθετούν και προστατεύουν το πεδίο της ατομικής μας ελευθερίας εκεί που δεν είμαστε ελεύθεροι. Να μην μπορεί για παράδειγμα ο εργοδότης μας να σηκώσει χέρι επάνω μας, να μην μας προσβάλει ή να μην μας στείλει να του πλύνουμε τα πιάτα ή να του κάνουμε άλλες δουλειές. Άρα τα δικαιώματα είναι ετερονομικά και καθορίζουν το πεδίο της προστασίας της ατομικής μας ελευθερίας εκεί που δεν είμαστε ελεύθεροι. Το ίδιο και στην πολιτική. Αυτό λοιπόν είναι πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε.
Τι λέει η Κοσμοσυστημική Γνωσιολογία: Λέει ότι δεν μπορείς να αναζητήσεις γνώση, άρα να συγκροτήσεις την έννοια της επιστήμης, χωρίς να προχωρήσεις στην καθολική απεικόνιση της κοσμοϊστορίας. Να συγκροτήσεις δηλαδή ένα σύστημα γνώσης που το μερικό της νεοτερικότητας στην εποχή να την εντάξει μέσα στο σύνολο. Αυτό είναι ένα δύσκολο εγχείρημα που η Κοσμοσυστημική Γνωσιολογία θεωρεί ότι το έχει πετύχει και, υποθέτω ότι είναι η μόνη που περιέχει την έννοια της απόδειξης για ό,τι λέει. Μας διδάσκει λοιπόν ότι η νεοτερικότητα είναι ένα στάδιο. Το οικονομικό σύστημα που έχουμε, όπως και το πολιτικό σύστημα άλλωστε, συγκροτείται με μία έννοια ιδιοκτησίας που περιέχει μόνον αυτόν που κατέχει το οικονομικό σύστημα και όχι αυτόν ο οποίος προσφέρει την εργασία. Αυτός κάνει σύμβαση με το οικονομικό σύστημα. Κι εδώ εγείρεται το μεγάλο ερώτημα το οποίο το έθεσε ο μαρξισμός σε πλεονάζουσα μορφή -η έννοια της εκμετάλλευσης- και κατέληξε ότι, εάν θέλουμε να αποφύγουμε την εκμετάλλευση πρέπει να καταργήσουμε την ατομική ιδιοκτησία και να μεταβάλουμε όλη την κοινωνία σε προλετάριους. Πού θα πήγαινε όμως η οικονομική ιδιοκτησία; Μα, στο κράτος φυσικά. Σε αυτόν που διαφεντεύει το κράτος. Άρα τότε συγκεντρώνει τα πάντα το κράτος. Πολιτικό σύστημα, οικονομικό σύστημα, διοίκηση, στρατό, αστυνομία, τα πάντα. Η κοινωνία και εκεί παραμένει ιδιώτης. Αυτή είναι η επιτομή του ολοκληρωτισμού. Από τα μία μεριά ο ολοκληρωτισμός του φιλελευθερισμού και από την άλλη του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Πού πάμε επομένως; Τι προκαλεί την εκμετάλλευση; Μήπως το κεφάλαιο; Διότι μιλάμε σήμερα για καπιταλισμό• για κεφαλαιοκρατία. Λάθος! Είναι αυτό ακριβώς το σύστημα το οποίο προκαλεί τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Το ότι σήμερα ο Μπιλ Γκέιτς έχει πλούτο που υπερβαίνει τον πλούτο πλήθους μικρών κρατών και όχι μόνο, δεν οφείλεται στο κεφάλαιο. Οφείλεται σε αυτό που επιτρέπει στον όποιον Μπιλ Γκέιτς να συσσωρεύει πλούτο χωρίς να ελέγχεται από τίποτε και από κανέναν. Άρα σε αυτόν που θεσμοθέτησε αυτό το οικονομικό καθεστώς. Αυτό λοιπόν είναι το μείζον πρόβλημα. Το ότι την εκμετάλλευση την προκαλεί αυτό το σύστημα που προσφέρει την ιδιοκτησία σε κάποιον και την κοινωνία την στέλνει στον ιδιωτικό της χώρο. (...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου