Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

Φιλοσοφική Συμβουλευτική

 Φιλοσοφική Συμβουλευτική

Η απώθηση, η φθηνή ντοπαμίνη και η συγκρότηση του πολιτισμού
Ο Φρόυντ όρισε την απώθηση (Verdrängung) ως τον θεμελιώδη μηχανισμό της ψυχικής οικονομίας. Μέσα από την απώθηση, το άτομο προστατεύεται από την άμεση συνειδητοποίηση των ενστίκτων του, ενώ παράλληλα το κοινωνικό σώμα εξασφαλίζει την αναγκαία συνοχή του. Η οικογένεια, ως βασικός θεσμός, οργανώνει την ιεράρχηση των σεξουαλικών σχέσεων και των ρόλων, αναστέλλοντας ορισμένες παρορμήσεις και επιτρέποντας την επιτρεπτή εκτόνωση άλλων.
Αυτό που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί άμεσα, δεν εξαφανίζεται· μετατίθεται και εξιδανικεύεται (Sublimierung). Η ενστικτώδης ενέργεια διοχετεύεται σε τέχνη, θρησκεία, κοινωνικούς θεσμούς, παράγοντας μορφές συλλογικού νοήματος. Έτσι, η απώθηση δεν είναι μόνο καταστολή αλλά και δημιουργικός μηχανισμός συμβολοποίησης, μέσα από τον οποίο συγκροτείται η πολιτισμική τάξη.
Παρά το ότι η φροϋδική άποψη για τον πολιτισμό μοιάζει σε σημεία παρωχημένη, η βασική της ιδέα –ότι η πρόοδος απαιτεί την καθυστέρηση της άμεσης ικανοποίησης– αποκτά νέα σημασία υπό το φως της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Η ντοπαμίνη, ο νευροδιαβιβαστής που σχετίζεται με την ανταμοιβή και το κίνητρο, αποκαλύπτει μια βιολογική διάσταση του φροϋδικού επιχειρήματος: η αναβολή της επιβράβευσης ενισχύει την ικανότητα συγκρότησης μακροπρόθεσμων στόχων και μορφών ζωής.
Στη σημερινή κοινωνία, ωστόσο, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το φαινόμενο της «φθηνής ντοπαμίνης». Η τηλεόραση, ο υπολογιστής, τα κινητά τηλέφωνα και το διαδίκτυο παρέχουν αδιάκοπη πρόσβαση σε υπερελκυστικά ερεθίσματα: άμεση πληροφόρηση, συνεχή ψυχαγωγία, απεριόριστη οπτικοποίηση της σεξουαλικότητας. Ο εγκέφαλος δεν είναι βιολογικά προσαρμοσμένος σε αυτήν την πληθώρα και εγκλωβίζεται σε έναν κύκλο εύκολης αυτοεπιβράβευσης. Το αποτέλεσμα είναι η διάβρωση του κινήτρου και η υπονόμευση της δημιουργικής μετατροπής της παρόρμησης.
Αντίβαρα σε αυτήν την υπερπροσφορά υπήρχαν στις παραδοσιακές κοινωνίες. Η νηστεία, για παράδειγμα, δεν είναι απλώς θρησκευτική επιταγή· είναι ένας μηχανισμός έλλειψης που κινητοποιεί τον εγκέφαλο σε συνθήκες προτεραιοποίησης. Η στέρηση ενεργοποιεί το κίνητρο και την κατεύθυνση προς το ουσιώδες, αποτελώντας έτσι τεχνολογία αυτοπειθαρχίας. Σε αυτό το σημείο η φροϋδική θέση συναντάται με πρακτικές που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό διαχρονικά.
Η συζήτηση αυτή έχει επανέλθει έντονα στη θεωρία: ο Μαρκούζε, στο Έρως και Πολιτισμός, είδε την απώθηση ως αναγκαία αλλά και πολιτικά χειραγωγήσιμη· ο Baudrillard μίλησε για την κοινωνία της κατανάλωσης ως υπερκορεσμό σημείων και ερεθισμάτων· ο Byung-Chul Han, πιο πρόσφατα, ανέλυσε την «κοινωνία της κόπωσης» όπου η συνεχής αυτοεπιβράβευση οδηγεί σε ψυχική εξάντληση. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις δείχνουν πως η διαχείριση της παρόρμησης είναι κεντρικό ζήτημα τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής συγκρότησης.
Υπό αυτό το πρίσμα, η φροϋδική σκέψη δεν είναι απλώς ιστορικό απολίθωμα αλλά ερμηνευτικό κλειδί. Ο πολιτισμός και η ατομική συγκρότηση συναντώνται στον έλεγχο της παρόρμησης, στην ικανότητα να αναβάλλουμε την άμεση επιβράβευση, να μετατρέπουμε την ενέργεια σε μορφή, σύμβολο, νόημα. Η κατάλληλη αυτοπειθαρχία δεν είναι ηθικιστική εντολή αλλά όρος ύπαρξης του πολιτισμού. Και ίσως, τελικά, η ζωή, ιδωμένη μέσα από αυτή τη λογική, μπορεί να νοηθεί ως έργο τέχνης: ως συνεχής μεταστοιχείωση της επιθυμίας σε δημιουργία, ως άρνηση της εύκολης ντοπαμίνης προς χάρη της μακράς πολιτισμικής μορφοποίησης.
Έργο:
Edvard Munch, Η Κραυγή (1893)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)