Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Πέμπτη 6 Απριλίου 2023

Ηλίας Γ. Προβόπουλος, Ο ΦΩΤΗΣ ΕΜΕΙΝΕ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤ’ ΑΓΡΑΦΑ

 Οι Ηλίας Γ. Προβόπουλος, Kandilaris Yiannis και 

26 ακόμη
 βρίσκονται στην τοποθεσία Μεγάλη Κάψη Φθιώτιδας.

Ο ΦΩΤΗΣ ΕΜΕΙΝΕ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤ’ ΑΓΡΑΦΑ
O Φώτης Πεσλής (1975 – 2023) σκοτώθηκε προχθές το πρωί πέφτοντας από τον μεγάλο βράχο στην τοποθεσία Τουρκόμνημα απέναντι από το χωριό Μάραθος της Ευρυτανίας, στην καρδιά των Αγράφων και το κορμί του βρέθηκε κομματιασμένο δίπλα από την ξερή κοίτη των Μαραθιώτη – έτσι λένε το δύστροπο ρέμα που κουβαλάει τα νερά από την κορυφή του Προσηλιάκου, στον Αγραφιώτη.
Ο Φώτης είχε πάει να «στομώσει» τα γίδια που ένα κοπαδάκι απ’ αυτά διατηρούν ακόμη οι γονείς του, Πάνος και Γιαννούλα στο ερημοχώρι που λέγεται Μάραθος και στην ιστορική εκκλησία του, τους Άγιους Ταξιάρχες βαφτίστηκε κάποτε ο περίφημος Κατσαντώνης. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ανέβαινε σε αυτά τα βράχια ο Φώτης αλλά χθες «ήρθε η ώρα του», όπως και πριν από λίγα χρόνια σε έναν άλλο συγχωριανό του τον Ταξιάρχη Αυγέρη που κι αυτός μαζεύοντας τσάι γλίστρησε και τσακίστηκε στις πλαγιές του Κοκοτού. Έτσι κι ο Φώτης γλίστρησε και έπεσε στο κενό. Κάποια γυναίκα τον άκουσε να πέφτει κι αυτή ειδοποίησε τους συγχωριανούς να πάνε να τον μαζέψουν. Πρώτη η μάνα του η Γιαννούλα έτρεξε στο τόπο της τραγωδίας και τον κράτησε τσακισμένο στην αγκαλιά της τέσσερις ώρες ζεσταίνοντάς τον με την ανάσα της μέχρι να έρθουν ο άνδρες του Ελληνικού Διασωστικού Σώματος Ευρυτανίας. Αυτοί τον ανέσυραν μιας και οι χωριανοί ούτε έφταναν, ούτε είχαν τα κουράγια να το κάνουν.
Ο Φώτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Μάραθο, πρόλαβε το χωριό του με λίγο κόσμο, άκουσε ιστορίες και παραμύθια από τους παππούδες του, έκατσε στα θρανία του σχολείου και σαν μεγάλωσε ακολούθησε κι αυτός τον δρόμο που είχαν ανοίξει άλλοι πρωτύτερα προς ανεύρεση καλύτερης τύχης στις πόλεις και τα εργοστάσια. Δούλεψε εδώ κι εκεί αλλά είχε πάντα στο νου του το χωριό και τους δικούς του και συχνά πήγαινε να βάλει λίγη πλάτη στις δουλειές τους. Σε μια τέτοια περίπτωση του έτυχε το πρώτο κακό με αυτοκίνητο, καθώς μαζί με ένα φίλο του έπεσαν σε ένα γκρεμό κοντά στο Καρπενήσι κι έμεινε εκεί εγκλωβισμένος και τραυματισμένος βαριά για αρκετές ώρες. Όταν τον ανέσυραν ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση και χρειάστηκε να μείνει πάνω από τρεις μήνες στην εντατική για να συνέλθει. Όταν βγήκε όμως ήταν άλλος άνθρωπος και τα τραύματα του άφησαν πολλά προβλήματα με πιο σοβαρό αυτό που προέκυψε από την κακή οξυγόνωση του εγκεφάλου του τις ώρες που ήταν μέσα στα συντρίμμια του αυτοκινήτου.
Εξαιτίας αυτής της κατάστασης ο Φώτης επέστρεψε στον Μάραθο για να έχει τις φροντίδες και να κρατάει άσβεστο τον καημό της μάνας του. Από την πλευρά του έκανε ότι μπορούσε και βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού, στο δάσος και στο κοπάδι. Του άρεσε να γυρνάει όλες τις κορυφές και τα ρέματα αλλά τον έπιαναν όμως και οι στεναχώριες και κλείνονταν στον εαυτό, κάθε χρόνο όλο και περισσότερο. Οι συγχωριανοί του (εννιά νοματαίοι όλοι κι όλοι) τον αγαπούσαν, τον πρόσεχαν, τον θεωρούσαν ισότιμο μέλος της μικρής τους κοινωνίας αλλ’ αυτό δεν έφτανε στον Φώτη. Ονειρεύονταν να κάνει πράγματα αλλά από την άλλη καταλάβαινε ότι η κατάστασή του δεν θα του επέτρεπε να τα χαρεί για πολύ.
Προχθές για τον Φώτη, τον Φωτάκη όπως τον λέγαμε όλοι, ήταν το τελευταίο του ανέβασμα στ’ Άγραφα. Το σώμα του αποτέθηκε σήμερα στο σιωπηλό νεκροταφείο για να πηγαίνει η μάνα του να του ανάβει το καντήλι και να του λέει τα νέα του πάνω κόσμου αλαφρωμένη γιατί πια δεν θα έχει την έγνοια του αφού πήρε πρώτα αυτός το δρόμο για τον κάτω κόσμο. Ήταν ο καημός της Γιαννούλας τι θα γίνει ο Φώτης όταν αυτή κλείσει τα μάτια της και τον πάγωσε προχθές η «κακιά στιγμή» στο Τουρκόμνημα. Από σήμερα και πέρα η Γιαννούλα και όσο ζει, δεν θα πάψει να αναζητά τα χνάρια του Φώτη στα μονοπάτια των Αγράφων και τη σκιά του στις κορφές και τα ρέματα…
Να είναι ελαφρό το χώμα που σε σκέπασε Φώτη…
Στη φωτογραφία: Ο Φώτης Πεσλής πριν από 15 χρόνια στον Μάραθο, στα «Κατσαντώνεια» του 2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)