Η απώθηση, η φθηνή ντοπαμίνη και η συγκρότηση του πολιτισμού
Ο Φρόυντ όρισε την απώθηση (Verdrängung) ως τον θεμελιώδη μηχανισμό της ψυχικής οικονομίας. Μέσα από την απώθηση, το άτομο προστατεύεται από την άμεση συνειδητοποίηση των ενστίκτων του, ενώ παράλληλα το κοινωνικό σώμα εξασφαλίζει την αναγκαία συνοχή του. Η οικογένεια, ως βασικός θεσμός, οργανώνει την ιεράρχηση των σεξουαλικών σχέσεων και των ρόλων, αναστέλλοντας ορισμένες παρορμήσεις και επιτρέποντας την επιτρεπτή εκτόνωση άλλων.
Αυτό που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί άμεσα, δεν εξαφανίζεται· μετατίθεται και εξιδανικεύεται (Sublimierung). Η ενστικτώδης ενέργεια διοχετεύεται σε τέχνη, θρησκεία, κοινωνικούς θεσμούς, παράγοντας μορφές συλλογικού νοήματος. Έτσι, η απώθηση δεν είναι μόνο καταστολή αλλά και δημιουργικός μηχανισμός συμβολοποίησης, μέσα από τον οποίο συγκροτείται η πολιτισμική τάξη.
Παρά το ότι η φροϋδική άποψη για τον πολιτισμό μοιάζει σε σημεία παρωχημένη, η βασική της ιδέα –ότι η πρόοδος απαιτεί την καθυστέρηση της άμεσης ικανοποίησης– αποκτά νέα σημασία υπό το φως της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Η ντοπαμίνη, ο νευροδιαβιβαστής που σχετίζεται με την ανταμοιβή και το κίνητρο, αποκαλύπτει μια βιολογική διάσταση του φροϋδικού επιχειρήματος: η αναβολή της επιβράβευσης ενισχύει την ικανότητα συγκρότησης μακροπρόθεσμων στόχων και μορφών ζωής.
Στη σημερινή κοινωνία, ωστόσο, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το φαινόμενο της «φθηνής ντοπαμίνης». Η τηλεόραση, ο υπολογιστής, τα κινητά τηλέφωνα και το διαδίκτυο παρέχουν αδιάκοπη πρόσβαση σε υπερελκυστικά ερεθίσματα: άμεση πληροφόρηση, συνεχή ψυχαγωγία, απεριόριστη οπτικοποίηση της σεξουαλικότητας. Ο εγκέφαλος δεν είναι βιολογικά προσαρμοσμένος σε αυτήν την πληθώρα και εγκλωβίζεται σε έναν κύκλο εύκολης αυτοεπιβράβευσης. Το αποτέλεσμα είναι η διάβρωση του κινήτρου και η υπονόμευση της δημιουργικής μετατροπής της παρόρμησης.
Αντίβαρα σε αυτήν την υπερπροσφορά υπήρχαν στις παραδοσιακές κοινωνίες. Η νηστεία, για παράδειγμα, δεν είναι απλώς θρησκευτική επιταγή· είναι ένας μηχανισμός έλλειψης που κινητοποιεί τον εγκέφαλο σε συνθήκες προτεραιοποίησης. Η στέρηση ενεργοποιεί το κίνητρο και την κατεύθυνση προς το ουσιώδες, αποτελώντας έτσι τεχνολογία αυτοπειθαρχίας. Σε αυτό το σημείο η φροϋδική θέση συναντάται με πρακτικές που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό διαχρονικά.
Η συζήτηση αυτή έχει επανέλθει έντονα στη θεωρία: ο Μαρκούζε, στο Έρως και Πολιτισμός, είδε την απώθηση ως αναγκαία αλλά και πολιτικά χειραγωγήσιμη· ο Baudrillard μίλησε για την κοινωνία της κατανάλωσης ως υπερκορεσμό σημείων και ερεθισμάτων· ο Byung-Chul Han, πιο πρόσφατα, ανέλυσε την «κοινωνία της κόπωσης» όπου η συνεχής αυτοεπιβράβευση οδηγεί σε ψυχική εξάντληση. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις δείχνουν πως η διαχείριση της παρόρμησης είναι κεντρικό ζήτημα τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής συγκρότησης.
Υπό αυτό το πρίσμα, η φροϋδική σκέψη δεν είναι απλώς ιστορικό απολίθωμα αλλά ερμηνευτικό κλειδί. Ο πολιτισμός και η ατομική συγκρότηση συναντώνται στον έλεγχο της παρόρμησης, στην ικανότητα να αναβάλλουμε την άμεση επιβράβευση, να μετατρέπουμε την ενέργεια σε μορφή, σύμβολο, νόημα. Η κατάλληλη αυτοπειθαρχία δεν είναι ηθικιστική εντολή αλλά όρος ύπαρξης του πολιτισμού. Και ίσως, τελικά, η ζωή, ιδωμένη μέσα από αυτή τη λογική, μπορεί να νοηθεί ως έργο τέχνης: ως συνεχής μεταστοιχείωση της επιθυμίας σε δημιουργία, ως άρνηση της εύκολης ντοπαμίνης προς χάρη της μακράς πολιτισμικής μορφοποίησης.
Έργο:
Edvard Munch, Η Κραυγή (1893)
