Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

Χρῆστος Γιανναρᾶς Το μεγαλείο των «μεγάλων»

 

Το μεγαλείο των «μεγάλων»

Posted: 22 May 2022 10:57 PM PDT

Το χάρισμα του ηγέτη είναι ίδιο με το χάρισμα του ιδιοφυούς σκακιστή. Δεν «οραματίζεται» ο ιδιοφυής σκακιστής, απλώς «βλέπει» αυτά που οι άλλοι αδυνατούμε ή αργούμε να διαβλέψουμε. Βλέπει ολοκάθαρα στη σκακιέρα τις συνέπειες που θα έχει η τωρινή (ίσως ασήμαντη για μας) κίνηση, ύστερα από πέντε, οκτώ, δώδεκα ενδεχόμενες κινήσεις δικές του και του αντιπάλου.

Μόνο με τέτοιο πολιτικό χάρισμα θα μπορούσαν να προκύψουν, σήμερα, μεταρρυθμίσεις στις κρατικές λειτουργίες, που να επιβάλλουν, με οποιοδήποτε τίμημα, την αξιοκρατία, την ποιότητα, τον γόνιμο κριτικό έλεγχο. Μόνο με τέτοια «διάκριση» (discernement), σπάνιο σήμερα πολιτικό χάρισμα οξυδέρκειας, θα υπήρχε το σθένος να τολμηθούν τομές ή και ρήξεις με φθαρμένους ή στρεβλωτικούς των ανθρώπινων αναγκών θεσμούς-πτυχές της κατεστημένης ιδιοτέλειας.

Οι εκπληκτικές εξελίξεις της αυτοκαταστροφικής υστερίας που δυναστεύει τον κρατικό Ελληνισμό δεν αναχαιτίζονται ούτε με ξόρκια ούτε με ωφελιμολογία. Οι αντιδράσεις στην απειλή δεν υπαγορεύονται απλώς από την οξύνοια ή από τον ασυμμάζευτο φόβο, πηγάζουν μόνο από ό,τι ονομάζουμε αυθυπερβατική ελευθερία και θυσιαστική ετοιμότητα. Οι αδιάκοποι ρητορικοί κομπασμοί που συγκροτούν την ιταμότητα της εκφραστικής του Ερντογάν, του Μεβλούτ Τσαβούσογλου και των φερεφώνων τους, θα φιμώνονταν αυτοστιγμεί, αν γινόταν διεθνής είδηση μια ριζική αλλαγή της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα.

Αν στη θέση της χρηστικότητας και της ωφελιμοθηρίας γινόταν στόχος του σχολείου στην Ελλάδα το πατριωτικό φρόνημα, η ταύτιση πατρίδας και πολιτισμού, η χαρά της κοινωνούμενης γνώσης. Αν η διδακτέα γνώση ποδηγετούσε στην ποιότητα της ζωής, όχι στην έμμισθη ραστώνη, αν από το σχολειό και το πανεπιστήμιο ήταν η γνώση-επιστήμης μέθη και συναρπαγή ποιότητας της ζωής, όχι πειθαναγκαστική υποταγή στην καταναλωτική προτεραιότητα. Αν, στα πόστα της οργανωμένης συνύπαρξης, μπροστάρηδες ήταν οι καλλιεργημένοι στην ποιότητα της ζωής και στη δίψα της αλήθειας, όχι οι καταφερτζήδες της τυχαρπαγής και οι λιμασμένοι της φιγούρας. Τότε και την πολιτική θα τη συνιστούσαν οι στοχεύσεις της ποιότητας, όχι οι λοβιτούρες της «αρπαχτής» και οι κυμβαλισμοί των ξεπουλημένων.

Ετσι, για πείραμα, ας μπορούσε να προκληθεί η δυναμική των επιπτώσεων της ποιότητας, ας ξεκινούσε ένα πολιτικό πρόγραμμα, όχι με εξαγγελίες ρητορικού εντυπωσιασμού, αλλά με αδυσώπητο το ερώτημα: Πώς μπορεί ένα ανίκανο, διεφθαρμένο κράτος να αυτομεταρρυθμιστεί; Πώς μπορεί να υπάρξει ο αναγκαίος εκσυγχρονισμός, χωρίς να καταγγελθεί, ανοιχτά και με έμπρακτες συνέπειες, η παραλυτική του κράτους κοινωνική αποσύνθεση, που σκόπιμα τη συντηρούν ωμά και χυδαία συμφέροντα;

Μιαν ενδεχόμενη απάντηση σε τέτοια ερωτήματα μοιάζει να ενσαρκώνει ο Ερντογάν: Μιλάει στους συμπατριώτες του μια γλώσσα που μεταγγίζει περηφάνια, αυτοπεποίθηση, αξιοπρέπεια, ίσως και ψευδαισθήσεις μεγαλείου. Δεν ενδιαφέρει τον Ερντογάν, ίσως (σε σημαντικό ποσοστό) ούτε και τον λαό του, αν η εικόνα, αντίληψη, εκδοχή που έχουν οι Τούρκοι για την Τουρκία είναι ρεαλιστική και επαληθεύσιμη. Αρκεί που η εικόνα μεταγγίζει αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση στον κάθε Τούρκο. Στερείται επώδυνα αυτός ο λαός τα στοιχειώδη της επιβίωσης, στερούνται, αλλά με τη συνείδηση (ψευδή ή αληθή) ότι είναι προνομιούχος λαός, περιφερειακή υπερδύναμη, και «δικαιούται» ρόλο πρωταγωνιστικό στο διεθνές γίγνεσθαι.

Στο ελληνώνυμο κρατίδιο των Βαλκανίων δεν έχει αφεθεί περιθώριο προσφυγής έστω και στην καύχηση για το παρελθόν του. Την ιστορική αυτοσυνειδησία των Νεοελλήνων την καθόρισαν οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, ετσιθελικά, σφετεριζόμενοι οι νεήλυδες τη διαχείριση της αυθεντικής ελληνικότητας. Σε ελάχιστες πια συνειδήσεις μοιάζει να σώζεται η επίγνωση της καισαρικής διαφοράς που αντιδιαστέλλει την ελληνική παράδοση (τρόπο του βίου ή πολιτισμό) από τη μεταρωμαϊκή απόλυτη κυριαρχία του cogito και της κατασφάλισης του εγώ.

Το «ανάστημα» ενός ηγέτη κρίνεται με τα μέτρα των απαιτήσεων και των στόχων κάθε λαού. Στην αξιολόγηση της μεγαλοσύνης δηλώνονται τα κριτήρια ποιότητας, η «κατά κεφαλήν καλλιέργεια», το επίπεδο ωριμότητας (της «αρχοντιάς» που θα έλεγε ο Ελύτης) κάθε λαού. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για μέτρα που προδίδουν κοινωνική ακμή ή για μέτρα που τα επιβάλλει η ιστορική παρακμή: Προσόντα απαιτούμενα ως αυτονόητες προϋποθέσεις για την ανάληψη ηγετικής ευθύνης φαντάζουν σε κοινωνίες έκπτωσης και παρακμής σαν ανυπέρβλητη μεγαλοσύνη.

Υπάρχουν κοινωνίες όπου, για να γίνεις υδραυλικός, κουρέας, ταξιτζής, ζητούνται προσόντα συγκεκριμένης προετοιμασίας και τεκμηριωμένης ικανότητας. Υπάρχουν και κοινωνίες παρακμής, όπου μπορείς να είσαι αυτό που θα προλάβεις να δηλώσεις. Οι ελαχιστοποιημένες απαιτήσεις διευκολύνουν να φιλοδοξεί υπέρμετρα η κάθε μετριότητα. Δεν ελέγχονται προσόντα ή ικανότητες, ούτε καν η στοιχειώδης παιδεία, για να σταδιοδρομήσεις ως τηλεπαρουσιαστής, ραδιοσχολιαστής, ακόμα και ως πολιτικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)