«Στη µάχη αυτή ηττώνται καθηµερινά οι δυνάµεις της λογικής και του ανθρωπισµού και θριαµβεύουν ο αυταρχισµός, η ανισότητα, µία µορφή δήθεν λιτότητας που υπονοµεύει την ίδια της τη λογική.
Ως αποτέλεσµα, οι φυγόκεντρες δυνάµεις που αποδοµούν την Ευρωπαϊκή Ένωση ενισχύονται – µε το Brexit να δίνει απλά πρόγευση του τι θα ακολουθήσει. Το αποτέλεσµα αυτής της τιτάνιας σύγκρουσης όχι µόνο θα κρίνει το µέλλον της ηπείρου µας, αλλά και θα αποδειχθεί κρίσιµο για την υφήλιο. Η νίκη του ορθολογισµού, της ελευθερίας, της δηµοκρατίας και του ανθρωπισµού στην Ευρώπη είναι, άλλη µια φορά, διακύβευµα για όλον τον κόσµο».
«Μόλις αρχίσει η καταιγίδα, ο τραπεζίτης συμπεριφέρεται σαν καπετάνιος του γλυκού νερού. Όχι μόνο εγκαταλείπει το πλοίο αλλά και, στη βιασύνη του να μπει στη σωστική λέμβο πριν από τους υπολοίπους, τη βουλιάζει καταστρέφοντας το μόνο μέσο που μπορεί να τον μεταφέρει στην ασφάλεια της στεριάς». Αυτή ήταν η άποψη του Τζον Μέιναρντ Κέινς, καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, έτσι όπως την είχε διατυπώσει σε άρθρο του, το 1932, στο περιοδικό Atlantic Monthly· το χρηματιστηριακό κραχ των ΗΠΑ του 1929 ήταν πολύ νωπό στη μνήμη του θρυλικού οικονομολόγου.
Οκτώ δεκαετίες μετά, ο Γιάνης Βαρουφάκης θεωρεί πως οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες, και πολύ περισσότερο οι πολιτικοί πάτρωνές τους, δεν διδάχτηκαν τίποτα ούτε από εκείνη την εμπειρία, αλλά ούτε από την εμπειρία της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ του 2007-8. Και απορεί για το γεγονός ότι οι λαοί της Ευρώπης κατέληξαν να διχάζονται εξαιτίας ενός… κοινού νομίσματος.
Ο Μινώταυρος και η Ευρώπη
Το βιβλίο Η αρπαγή της Ευρώπης άρχισε να γράφεται το 2012, όταν ο μετέπειτα υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας μετακόμισε στο Όστιν του Τέξας για να διδάξει στο εκεί πανεπιστήμιο. Στόχος ήταν η ολοκλήρωσή του την άνοιξη του 2015, τα γεγονότα που μεσολάβησαν όμως –πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά, προκήρυξη εκλογών και υπουργοποίηση του Γ. Βαρουφάκη– έστειλαν τα χειρόγραφα στο συρτάρι.
Για την Ε.Ε., για παράδειγμα, η θέση του είναι συγκεκριμένη: πρόκειται για τη μετεξέλιξη ενός καρτέλ (η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα), μόρφωμα το οποίο σε αντίθεση με άλλα ομοσπονδιακά σχήματα (π.χ. ΗΠΑ), δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει όργανα που εξομαλύνουν τις ταξικές και κοινωνικές συγκρούσεις.
Από εκεί βγήκαν και πάλι το καλοκαίρι του 2015 μετά την παραίτησή του – για την ακρίβεια την αποπομπή του από την κυβέρνηση. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το βιβλίο δεν περιέχει παρά ελάχιστες γαργαλιστικές (ή ανατριχιαστικές, όπως το πάρει κανείς…) λεπτομέρειες από την περίοδο των διαπραγματεύσεων· ο συγγραφέας υπόσχεται όμως ότι αυτό θα είναι το περιεχόμενο ενός άλλου βιβλίου…
Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί συνέχεια του βιβλίου Παγκόσμιος Μινώταυρος (εκδόσεις Λιβάνη, 2012), στο οποίο ο Γ. Βαρουφάκης ασχολήθηκε με την αμερικανική κρίση. Εδώ μελετάει το πέρασμα της κρίσης στην Ευρώπη, αλλά για να εξηγήσει το πώς φτάσαμε στην κατίσχυση της πλεονασματικής γερμανικής οικονομίας, επί των ελλειμματικών οικονομιών του Νότου και την εφαρμογή προγραμμάτων δημοσιονομικής πειθαρχίας (που αποτυγχάνουν αλλά συνεχίζονται αδιάκοπα), ξεκινάει από τη συμφωνία του Μπρέτον Γουντς (1944), την οποία θεωρεί επέκταση του (αγαπημένου του) New Deal σε όλο τον κόσμο. Η διάλυση της συγκεκριμένης συμφωνίας το 1971, όταν οι Αμερικανοί διέκοψαν την προστασία που παρείχε το δολάριο στα ευρωπαϊκά νομίσματα, είναι για τον συγγραφέα η απαρχή της κρίσης που βιώνουμε σήμερα.
Στο βιβλίο ο αναγνώστης θα συναντήσει τις γνωστές απόψεις του πανεπιστημιακού καθηγητή για ορισμένα από τα θεμελιώδη ζητήματα που μας απασχολούν όλους, τεκμηριωμένες με επάρκεια και διατυπωμένες με σαφήνεια.
Hotel Europe
Για την Ε.Ε., για παράδειγμα, η θέση του είναι συγκεκριμένη: πρόκειται για τη μετεξέλιξη ενός καρτέλ (η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα), μόρφωμα το οποίο σε αντίθεση με άλλα ομοσπονδιακά σχήματα (π.χ. ΗΠΑ), δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει όργανα που εξομαλύνουν τις ταξικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Μάλιστα, ένα μεγάλο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αφιερωμένο στην Αγγλία και τον τρόπο με τον οποίο αυτή πολιτεύτηκε τις τελευταίες δεκαετίες –ξεπερνώντας δυνατές κρίσεις– με κύριο όπλο της τη (σχετική) ανεξαρτησία της από τις Βρυξέλλες.
Η ρήξη και η έξοδος προϋποθέτουν τη δημιουργία νέου νομίσματος το οποίο για να έχει την οποιαδήποτε τύχη πρέπει να προετοιμαστεί έγκαιρα – έναν χρόνο πριν το λιγότερο, σύμφωνα με τον συγγραφέα. Η ανακοίνωσή του όμως οδηγεί ταυτόχρονα σε υποτίμησή του. Έτσι, η ανακοίνωση της δημιουργίας του, η γενέθλια πράξη του, δηλαδή, είναι ταυτόχρονα και η… κηδεία του.
Για το χρέος των χωρών του Νότου –της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης– παραμένει πιστός στη θέση του για ουσιαστική διαγραφή μεγάλου μέρους του προκειμένου να κινητοποιηθούν όσες υγιείς οικονομικές δυνάμεις έχουν απομείνει.
Για την Ευρωζώνη ο Βαρουφάκης έχει κοινή άποψη με ένα μεγάλο κομμάτι της ευρωπαϊκής κοινωνίας που με κόπο τα κυρίαρχα αστικά media προσπαθούν να χαρακτηρίσουν ως «ευρωσκεπτικιστές»: η είσοδος στο ευρώ προϋποθέτει για κάθε χώρα την καταστροφή του εθνικού νομίσματός της το οποίο δεν μπορεί να ανασυσταθεί.
Έτσι, η ρήξη και η έξοδος προϋποθέτουν τη δημιουργία νέου νομίσματος το οποίο για να έχει την οποιαδήποτε τύχη πρέπει να προετοιμαστεί έγκαιρα – έναν χρόνο πριν το λιγότερο, σύμφωνα με τον συγγραφέα. Η ανακοίνωσή του όμως οδηγεί ταυτόχρονα σε υποτίμησή του. Έτσι, η ανακοίνωση της δημιουργίας του, η γενέθλια πράξη του, δηλαδή, είναι ταυτόχρονα και η… κηδεία του. Μια άποψη που κατά τον Βαρουφάκη θυμίζει τους στίχους του «Hotel California» των Eagles: «Μπορείς να κάνεις τσεκ άουτ όποτε θέλεις, αλλά ποτέ δεν μπορείς να φύγεις».
Όσο για το πώς θα έπρεπε να κινηθεί η ελληνική κυβέρνηση το 2015, ο Γ. Βαρουφάκης θεωρεί ότι υπήρχαν μόνο τρεις λύσεις: η πλήρης παράδοση στους δανειστές (λύση που επιλέχθηκε), η πλήρης ρήξη (που δεν διανοήθηκε ποτέ η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ) και «μια εκστρατεία ανυπακοής στα διατάγματα των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης, εντός της Ευρωζώνης, προκειμένου να εξαναγκαστεί η επίσημη Ευρώπη είτε να αναθεωρήσει την αρχιτεκτονική του νομίσματός της είτε να παραβιάσει τους δικούς της νόμους εκδιώκοντας βίαια από την Ευρωζώνη ένα κράτος μέλος». Ο ίδιος, φυσικά, ήταν με την τρίτη επιλογή, η οποία όμως απορρίφθηκε από την «αριστερή» κυβέρνηση των «Θα σκίσω τα μνημόνια» και «Γκόου μπακ μαντάμ Μέρκελ».
Η αρπαγή της Ευρώπης
Οι ρίζες της καταστροφικής διαχείρισης μιας αναπόφευκτης κρίσης
Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ. Κώστας Τσιαντής
«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.» Όμηρος (Ι, 63-64)
Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)
Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος. -Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων. Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος. Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!
Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…** Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *
Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα! Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;
Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.
Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****