Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Σαν σήμερα Θεσσαλονίκη 29 Μαρτίου 1430 Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί. Κείμενο Θεόδωρος Γκλαβέρης

 

Σαν σήμερα
Θεσσαλονίκη
29 Μαρτίου 1430
Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί.
Συμπληρώνονται 591 χρόνια από την αποφράδα ημέρα της 29ης Μαρτίου 1430, οπότε οι Οθωμανοί κατέλαβαν για δεύτερη και τελευταία φορά τη Θεσσαλονίκη, 23 χρόνια και 2 μήνες πριν από την άλωση της Πόλης. ΄Εκτοτε, η Θεσσαλονίκη παρέμεινε υπό οθωμανικό ζυγό για 482 χρόνια και 7 μήνες, μέχρι την 01.30΄πρωινή ώρα της 27ης Οκτωβρίου 1912, οπότε ο Αλβανός υποστράτηγος ο Hasan Tahsin paşa υπέγραψε το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης και του οθωμανικού στρατού, στο σημερινό κτίριο του Διοικητηρίου της Θεσσαλονίκης.
Βέβαια, και πριν την άλωσή της από τους Οθωμανούς η Θεσσαλονίκη τελούσε υπό κατοχή, από τη 14η Σεπτεμβρίου 1423, οπότε ο Βυζαντινός διοικητής της, με το πρόσχημα της σωτηρίας της από τους Οθωμανούς, την παρέδωσε ή την πώλησε στους Ενετούς, οι οποίοι έκτοτε είχαν επιβάλλει στους κατοίκους της καθεστώς άγριας τρομοκρατίας.
Χαράματα της 26ης Μαρτίου εμφανίσθηκε στα τείχη της Θεσσαλονίκης ο οθωμανικός στρατός, χωρίς υψωμένη σημαία, ένδειξη ότι ο επικεφαλής του σουλτάνος Murat II, πατέρας του πορθητή της Κωνσταντινούπολης Fatih Mehmet II, ο οποίος έμεινε γνωστός στην ιστορία ως «Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής», προσδοκούσε την παράδοσή της. Παρά την εκφρασμένη αντίθεση των Ενετών, ο Μουράτ απέστειλε στα τείχη της Θεσσαλονίκης ΄Ελληνες προκρίτους, οι οποίοι όμως δέχθηκαν σωρεία βελών και αποχώρησαν. Εν τούτοις, ο Μουράτ έστειλε εκ νέου αγγελιοφόρους, ενώ συγχρόνως έριψε μέσα στην πόλη βέλη, με ενσωματωμένες προκηρύξεις, στις οποίες ήταν γραμμένες οι δεσμεύσεις του, σε περίπτωση ειρηνικής παράδοσης της πόλης.
Παρά τη βουβή επιθυμία των απελπισμένων Θεσσαλονικέων να παραδοθούν και να σώσουν ζωές και περιουσίες και η νέα προσπάθεια απέτυχε, λόγω της επίμονης άρνησης των Ενετών. Οι Οθωμανοί μετέφεραν τότε στα τείχη τις πολιορκητικές μηχανές τους και καθ’ όλη τη νύχτα της 28ης Μαρτίου 1430 επιδόθηκαν στο ξήλωμα των θεμελίων του προτειχίσματος, απ’ όπου εισήγαγαν μεγάλες σκάλες για να τις στηρίξουν στα τείχη. Συγχρόνως, τα μεσάνυχτα ο Μουράτ απέστειλε και πάλι στα τείχη ΄Ελληνες προύχοντες για να προτρέψουν τους φρουρούς να παραδώσουν την πόλη, αλλά για τρίτη φορά δέχθηκαν σωρεία βελών, γεγονός που εξανέμισε τις ελπίδες των Θεσσαλονικέων, οι οποίοι ανέμεναν εναγωνίως το επερχόμενο τέλος, ξάγρυπνοι στους ναούς.
Χαράματα της 29ης Μαρτίου 1430 ξεκίνησε η γενική επίθεση των Οθωμανών, οι οποίοι όρμησαν κατά των τειχών, με αλαλαγμούς και υπό τους ήχους τυμπάνων. Με την προστασία των τοξοτών, οι οποίοι έριχναν βέλη με τέτοια πυκνότητα και ευστοχία, ώστε οι πολιορκούμενοι ν’ αδυνατούν να ξεμυτίσουν από τις επάλξεις, οι Οθωμανοί τοποθέτησαν υψηλές σκάλες επί των τειχών. Σταδιακά, η ένταση της επίθεσης αύξαινε, καθώς νέα κύματα Οθωμανών ορμούσαν προς τα τείχη και έπαιρναν τη θέση των προηγουμένων. Παρά τις μεγάλες απώλειές τους, οι πολιορκούμενοι άντεξαν στην αρχή, στη συνέχεια όμως αναγκάσθηκαν, λόγω της ευστοχίας των εχθρικών βελών, να ρίχνουν πέτρες και βλήματα στα τυφλά. Η επίθεση των Οθωμανών εστιάσθηκε κυρίως στο σαθρό και ευάλωτο ανατολικό τείχος, όπου εξουδετέρωσαν τους αμυνομένους, στο ύψος του Τριγωνίου, του σημείου όπου συναντιόνταν το εξωτερικό τείχος της πόλης, το εξωτερικό τείχος της Ακρόπολης και το εσωτερικό τείχος πόλης και Ακρόπολης. Ακολούθως, άρχισαν να στήνουν σκάλες και ν’ ανεβαίνουν στα τείχη, ενώ οι τρομοκρατημένοι Θεσσαλονικείς έτρεχαν απεγνωσμένα να κρυφθούν σε σπίτια, ναούς, μνήματα και υπονόμους.
Οι Ενετοί διαπεραιώθηκαν στο Τζερέμπουλο, όπως ονομαζόταν ο εκτεταμένος δυτικός λιμενοβραχίονας όπου τους ανέμεναν γαλέρες, οι οποίες τους μετέφεραν στην Εύβοια. Οι δρόμοι, τα σπίτια, οι ναοί και τα μοναστήρια, γέμισαν πλέον από πεζούς και έφιππους Οθωμανούς, ενώ η ατμόσφαιρα της πόλης δονούνταν από φωνές, ανάμεικτες με σπαρακτικά κλάματα.
Η είσοδος των Οθωμανών από το Τριγώνιο, δημιούργησε την προφορική παράδοση, ότι οι μοναχοί της μονής Βλατάδων συμβούλεψαν το σουλτάνο να καταστρέψει τους υδραγωγούς, από τους οποίους υδρευόταν η πόλη, ώστε να παραδοθεί ευκολότερα. Σ’ αυτήν την παράδοση και ίσως και σε κάποιες πληροφορίες, στηρίχθηκε αργότερα ο Μέγας Λογοθέτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ιέραξ, που συμπεριέλαβε στο έμμετρο «Χρονικό» του και τους εξής στίχους:
«Τότε τινές των μοναχών λέγω των ρακενδύτων,
εκ των Βλατέων της Μονής, εντός αυτού οικούντες,
κατέγραψαν, εδήλωσαν άπαντα τω σουλτάνω (…)
τους υδροχόους έκοψαν σωλήνας του Χορτιάτου.
δίψη πιεζομένων δε πάντων και απορία,
ακόντων τελεσθήσεται όπερ ποθείς γενέσθαι (…)
Τότε τζαούσην φύλακα καθίστησιν φυλάττειν,
τους εν μονή μονάζοντας προδώσαντας την πόλιν
Τζαούσης δε την σήμερον αύτ’ η μονή καλείται…».
Εν τούτοις, η παράδοση αυτή δεν δικαιώνεται από την ιστορική αλήθεια, αφού οι Οθωμανοί δεν χρειάζονταν τη συνδρομή των μοναχών για να διαπιστώσουν από πού υδρευόταν η πόλη, ούτε βέβαια χρειαζόταν ιδιαίτερη σκέψη για να προβούν σε διακοπή της υδροδότησής της. ΄Αλλωστε, η Θεσσαλονίκη δεν αλώθηκε από λειψυδρία και αν συνέβη διακοπή της υδροδότησης, αυτή θα ήταν βραχεία, αφού ο Μουράτ εμφανίσθηκε έξω από τα τείχη της μόλις την 26η Μαρτίου και την κατέλαβε μετά τριήμερο.
Σύμφωνα με τα άγραφα πολεμικά έθιμα των Οθωμανών, η λεηλασία της Θεσσαλονίκης διήρκεσε τρεις ημέρες, κατά τις οποίες οι κατακτητές κατέστρεψαν τα πάντα, επειδή πίστευαν ότι κάτω από τις πέτρες και τα μάρμαρα υπήρχαν κρυμμένοι θησαυροί. Μετά την παρέλευση του εθιμικού τριημέρου, ο Μουράτ απέσυρε το στρατό του στην πεδιάδα μεταξύ των ποταμών Γαλλικού και Αξιού, ενώ ο ίδιος εισήλθε έφιππος στο ναό της Παναγίας Αχειροποιήτου, τον οποίο μετέτρεψε σε μουσουλμανικό τέμενος. Οι Θεσσαλονικείς που αιχμαλωτίσθηκαν και σύρθηκαν αλυσοδεμένοι έξω από την πόλη ανήλθαν σε 7.000, από τους οποίους οι περισσότεροι πωλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και της Ευρώπης.
Η λαϊκή μούσα συνέδεσε συνειρμικά τον θρήνο για την τραγική άλωση της συμβασιλεύουσας με την επακολουθήσασα άλωση της Κωνσταντινούπολης, στο στίχο:
«Πάψτε παπάδες τα χαρτιά και κλείστε τα Βαγγέλια
Πήραν την Πόλιν πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη…».
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Εκ Δυσμών - Μια διαχρονική ενατένιση της Ιστορίας
της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της».
Εκδόσεις #fylatos
Η φωτογραφία αναρτήθηκε από την ομάδα του facebook
Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης
στις 23.9.2017
Μπορεί να είναι εικόνα εξωτερικοί χώροι, μνημείο και κείμενο
Δέσποινα Στεφανίδου και 159 ακόμη
34 σχόλια
23 κοινοποιήσεις
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)