Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ,ΚΙΧΛΗ,ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΗΣ «ΚΙΧΛΗΣ»-ΤΟ ΦΩΣ


Γιώργος Σεφέρης

Το ναυάγιο της Κίχλης


«Το ξύλο αυτό που δρόσιζε το μέτωπό μουτις ώρες που το μεσημέρι πύρωνε τις φλέβεςσε ξένα χέρια θέλει ανθίσει. Πάρ’ το, σου το χαρίζω·δες, είναι ξύλο λεμονιάς…»Άκουσα τη φωνήκαθώς εκοίταζα στη θάλασσα να ξεχωρίσωένα καράβι που το βούλιαξαν εδώ και χρόνια·το ’λεγαν «Κίχλη»· ένα μικρό ναυάγιο· τα κατάρτια,σπασμένα, κυματίζανε λοξά στο βάθος, σαν πλοκάμιαή μνήμη ονείρων, δείχνοντας το σκαρί τουστόμα θαμπό κάποιου μεγάλου κήτους νεκρούσβησμένο στο νερό. Μεγάλη απλώνουνταν γαλήνη.Κι άλλες φωνές σιγά σιγά με τη σειρά τουςακολουθήσαν· ψίθυροι φτενοί και διψασμένοιπου βγαίναν από του ήλιου τ’ άλλο μέρος, το σκοτεινό·θα ’λεγες γύρευαν να πιουν αίμα μια στάλα·1ήτανε γνώριμες μα δεν μπορούσα να τις ξεχωρίσω.Κι ήρθε η φωνή του γέρου, αυτή την ένιωσαπέφτοντας στην καρδιά της μέραςήσυχη, σαν ακίνητη:«Κι α με δικάσετε να πιω φαρμάκι, ευχαριστώ·2το δίκιο σας θα ’ναι το δίκιο μου· πού να πηγαίνωγυρίζοντας σε ξένους τόπους, ένα στρογγυλό λιθάρι.Το θάνατο τον προτιμώ·ποιός πάει για το καλύτερο ο θεός το ξέρει».3
Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν’ αντικρίσετε τον ήλιο.Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε ν’ αντικρίσετε τον άνθρωπο.
ΤΟ ΦΩΣ
Καθώς περνούν τα χρόνιαπληθαίνουν οι κριτές που σε καταδικάζουν·καθώς περνούν τα χρόνια και κουβεντιάζεις με λιγότερες φωνές,βλέπεις τον ήλιο μ’ άλλα μάτια·ξέρεις πως εκείνοι που έμειναν, σε γελούσαν,το παραμίλημα της σάρκας, ο όμορφος χορόςπου τελειώνει στη γύμνια.Όπως, τη νύχτα στρίβοντας στην έρμη δημοσιά,άξαφνα βλέπεις να γυαλίζουν τα μάτια ενός ζώουπου έφυγαν κιόλας, έτσι νιώθεις τα μάτια σου·τον ήλιο τον κοιτάς, έπειτα χάνεσαι μες στο σκοτάδι·ο δωρικός χιτώναςπου αγγίξανε τα δάχτυλά σου και λύγισε σαν τα βουνά,είναι ένα μάρμαρο στο φως, μα το κεφάλι του είναι στο σκοτάδι.Κι αυτούς που αφήσαν την παλαίστρα για να πάρουν τα δοξάριακαι χτύπησαν το θεληματικό μαραθωνοδρόμοκι εκείνος είδε τη σφενδόνη ν’ αρμενίζει στο αίμαν’ αδειάζει ο κόσμος όπως το φεγγάρικαι να μαραίνουνται τα νικηφόρα περιβόλια·τους βλέπεις μες στον ήλιο, πίσω από τον ήλιο.Και τα παιδιά που κάναν μακροβούτια απ’ τα μπαστούνια4πηγαίνουν σαν αδράχτια γνέθοντας ακόμη,σώματα γυμνά βουλιάζοντας μέσα στο μαύρο φωςμ’ ένα νόμισμα στα δόντια, κολυμπώντας ακόμη,καθώς ο ήλιος ράβει με βελονιές μαλαματένιεςπανιά και ξύλα υγρά και χρώματα πελαγίσια·ακόμη τώρα κατεβαίνουνε λοξάπρος τα χαλίκια του βυθούοι άσπρες λήκυθοι.
Αγγελικό και μαύρο, φως,γέλιο των κυμάτων στις δημοσιές του πόντου,δακρυσμένο γέλιο,5σε βλέπει ο γέροντας ικέτηςπηγαίνοντας να δρασκελίσει τις αόρατες πλάκες6καθρεφτισμένο στο αίμα τουπου γέννησε τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη.Αγγελική και μαύρη, μέρα·η γλυφή γέψη της γυναίκας που φαρμακώνει το φυλακισμένοβγαίνει απ’ το κύμα δροσερό κλωνάρι7 στολισμένο στάλες.Τραγούδησε μικρή Αντιγόνη, τραγούδησε, τραγούδησε…δε σου μιλώ για περασμένα, μιλώ για την αγάπη·στόλισε τα μαλλιά σου με τ’ αγκάθια του ήλιου,σκοτεινή κοπέλα·η καρδιά του Σκορπιού8 βασίλεψε,ο τύραννος μέσα απ’ τον άνθρωπο έχει φύγει,9κι όλες οι κόρες του πόντου, Νηρηίδες, Γραίες10τρέχουν στα λαμπυρίσματα της αναδυομένης·όποιος ποτέ του δεν αγάπησε θ’ αγαπήσει,στο φως·και είσαισ’ ένα μεγάλο σπίτι με πολλά παράθυρα ανοιχτάτρέχοντας από κάμαρα σε κάμαρα, δεν ξέροντας11 από πού να κοιτάξεις πρώτα,γιατί θα φύγουν τα πεύκα και τα καθρεφτισμένα βουνά και το τιτίβισμα των πουλιώνθ’ αδειάσει η θάλασσα, θρυμματισμένο γυαλί, από βοριά και νότοθ’ αδειάσουν τα μάτια σου απ’ το φως της μέραςπως σταματούν ξαφνικά κι όλα μαζί τα τζιτζίκια.
Πόρος, "Γαλήνη", 31 του Οχτώβρη 1946
Γιώργος Σεφέρης. 1947. "Κίχλη". Αθήνα: Ίκαρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιώργος Σεφέρης. [1972] 1985. Ποιήματα. 15η έκδ. Αθήνα: Ίκαρος.


1. (Σημείωση του ποιητή) στ. 9-15: Κοίταξε τη Νεκυιομαντεία στο λ της Οδύσσειας.

2. (Σημείωση του ποιητή) Με ρώτησαν αν είχα υπόψη μου τον στίχο του King Lear : «If you have poison for me, I will drink it» [= Αν έχετε φαρμάκι για μένα, θα το πιω]· όχι· αν τον είχα συλλογιστεί θα είχα αλλάξει το κείμενό μου. Δεν υπάρχει καθόλου μανία («great range») στην «ήσυχη σαν ακίνητη», στην ακλόνητη φωνή του γέρου της "Κίχλης". Το μόνο που είχα κατά νου ήταν η Απολογία [Σωκράτους].

3. (Σημείωση του ποιητή) Το τέλος της Απολογίας: "ὁπότεροι δὲ ἡμῶν ἔρχονται ἐπὶ ἄμεινον πρᾶγμα, ἄδηλον παντὶ πλὴν ἢ τῷ θεῷ".

4. (Σημείωση του ποιητή) μπαστούνια: τα μπαστούνια των καραβιών, τα μπομπρέσα [Σ. τ. Ε. Ο Γ. Π. Σαββίδης διευκρινίζει ότι εννοεί το μικρό κατάρτι που προεξέχει σχεδόν οριζόντια στην πλώρη των ιστιοφόρων].

5. (Σημείωση του ποιητή) Πρβλ. "δακρυόεν γελάσασα", Ιλιάδα Ζ΄.

6. (Σημείωση του ποιητή) Πρβλ. "...μήτ᾽ Ἄρης μήτε πόντος ἀντέκυρσεν, ἄσκοποι δὲ πλάκες ἔμαρψαν ἐν ἀφανεῖ τινι μόρῳ φερόμενον". Οιδίπους επί Κολωνώ 1679-82.

7. (Σημείωση του ποιητή) δροσερό κλωνάρι: πρβλ. "Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση και στη χάρη". Ερωτόκριτος Α 57-58.

8. (Σημείωση του ποιητή) η καρδιά του Σκορπιού: ο Αντάρης [= το λαμπρότερο αστέρι του αστερισμού του Σκορπιού], cor Scorpionis.

9. (Σημείωση του ποιητή) Πρβλ. "Η θέληση είναι γι’ αυτόν (= τον Μεγκ Τσου) ένας κυβερνήτης, και ο ιδεώδης κυβερνήτης, σύμφωνα με την κομφουκιανή αντίληψη, είναι πάντα εκείνος που κυβερνά με την καλή θέληση, φροντίζοντας για τα συμφέροντα των κυβερνωμένων, με τη συγκατάθεση. Το να κάνει πόλεμο στους υπηκόους του είναι σημάδι ενός κακού κυβερνήτη (=ενός τυράννου), που δεν τήρησε το χρέος του και του αξίζει να τον παραμερίσουν. Αυτή την αντίληψη, απαράλλαχτη, την εφαρμόζει ο Μεγκ Τσου στη θέληση... Δεν υπάρχει για την κινέζικη διάνοια, πόλεμος, αναγνωρισμένος επίσημα, ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα", I. A. Richards, Mencius on the Mind.

10. (Σημείωση του ποιητή) γραίες: για τον Ησίοδο (Θεογονία 270) οι Γραίες είναι «καλλιπάρῃοι, ἐκ γενετῆς πολιαὶ [= ασπρομάλλες]», η μία «εὔπεπλος», η άλλη "κροκόπεπλος" — αυτές είχα κατά νου. Οι Φορκύδες του Προμηθέα Δεσμώτη (793), "κυκνόμορφοι", μ’ ένα κοινό δόντι κι ένα κοινό μάτι, είναι άλλη ιστορία. Δε φανταζόμουν έτσι τις Γραίες — άλλο αν οι παραδόσεις μπερδεύτηκαν αργότερα.

11. (Σημείωση του ποιητή) δεν ξέροντας: όπως λ.χ. στον Ερωτόκριτο Α 1365.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)