Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2019

ΕΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΕΡΧΕΤΑΙ... ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ Ο Β. ΤΣΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ ( ''Vassilis Tsabropoulos)

ΕΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΕΡΧΕΤΑΙ... ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ Ο Β. ΤΣΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ ( ''Vassilis Tsabropoulos):
''Είναι ευρέως διαδεδομένη η άποψη πολλών μουσικών και μουσικόφιλων, της εκφραστικής και συναισθηματικής θεώρησης της μουσικής. Η μουσική υφίσταται ως ο κύριος αποδέκτης των συναισθημάτων μας. Συχνά ακούμε αναφορές από καλλιτέχνες ότι η μουσική είναι δώρο αγάπης, ένας ιδιαίτερος τρόπος ζωής, επικοινωνία, προσφορά στον άνθρωπο και άλλα επιδερμικά και ανώφελα, κατά γνώμη μου, τσιτάτα.
Η μουσική, μέσα από αυτήν την θεώρηση, προσεγγίζεται ως ο χώρος εκφοράς των συναισθημάτων, εκεί που ο εκάστοτε παρατηρητής, εν προκειμένω ο εκτελεστής και μέσα από αυτόν ο ακροατής, εναποθέτει το συναίσθημά του, επιθυμώντας να ακούσει και να αισθανθεί αυτό που έχει τις περισσότερες φορές προσχεδιάσει.
Οταν ακούμε την σονάτα υπό το σεληνόφως του Μπετόβεν, ένα νυχτερινό του Σοπέν ή ένα πρελούδιο του Ντεμπισύ, έχουμε προσχεδιάσει ανεπαισθήτως τα συναισθήματα που επιθυμούμε να βιώσουμε. Συχνά, αυτά τα συναισθήματα απέχουν μακράν από την έμπνευση του δημιουργού και την πρωτογενή πληροφορία, η οποία εξάγεται από την παρτιτούρα, από το κείμενο, την ίδια την πηγή. Υπάρχουν πολλοι ακροατές και δυστυχώς μουσικοί που θεωρούν επί παραδείγματι τη σονάτα υπο το σεληνόφως, ως ερωτικό άσμα, κάτω απο το φώς του φεγγαριού , όταν εκείνο καθρεφτίζεται στα νερά μιας λίμνης, ακούγοντας τους αιώνιους όρκους αγάπης των ερωτευμένων. Παραβλέπουν τη βαθια τραγικότητα του έργου, τη νεκρική σιωπή του πρώτου μέρους, το πένθιμο εμβατήριο το οποίο συνοδεύει σταθερά το βήμα της νυχτερινής πομπής.
Τα αισθήματα μέσα μας, εντός των τειχών της συνείδησής μας, ορίζουν την αισθητηριακή πλευρά της αντίληψής μας. Ό,τι αισθάνόμαστε περιορίζεται όμως σε μια πληροφορία, η οποία μεταφέρεται μέσω των αισθήσεων μας και των καταγεγραμμένων παραστάσεων, όπως έχουν εντυπωθεί στη συνείδηση μας. Ως παράσταση, ορίζουμε αυτό που παρίσταται εντός της εμπειρίας μας. Αυτή η επαναλαμβανόμενη διαδικασία συγκροτεί τη μνήμη μας ως επανάληψη των ίδιων συναισθημάτων, υπό την επήρεια συγκεκριμένων ερεθισμάτων, όταν αυτά την προκαλούν. Δημιουργείται, κατ'αυτόν το τρόπο, ένα προβλεπόμενο ιδιωτικό γεγονός,το οποίο, όταν το εξωτερικεύουμε, γεννά την έκφραση. Η έκφραση ως έννοια , πάντα εξωτερικεύει, αποδεσμεύει ένα ιδιωτικό γεγονός, μη κοινωποιήσιμο.
Η μουσική όταν δημιουργείται, ως γλώσσα του αρρήτου, ξεκινά από το σημείο που η έκφραση και το αίσθημα παραδόξως δεν πρωταγωνιστούν, ούτε αποτελούν τον γενεσιουργό πυρήνα της δημιουργίας. Η διαδικασία της δημιουργίας, η πρώτη στιγμή μετά την σιωπή, όταν το αγαθό ως ανάμνηση της γνώσης και των ιδεών εισέρχεται στη φθορά της ύλης είναι αποχρωματισμένη και προκλητικά απαθής.Το θαύμα δεν συνοδεύεται από πυροτεχνήματα, είναι μέρος της φύσης, προκλητική απόκλιση κάθε πρόβλεψης και κανόνα επαναληψιμότητας. Όσο και αν προσπαθούμε να δώσουμε χρώμα και πάθος στη μουσική, αιτιολογία και προέλευση του θαύματος, στοιχεία εγγενή της κτιστότητας, της αιτιώδους φύσης του ανθρώπου, θα παραμένει στον κόσμο των ιδεών, ως αγαθό και υπεραισθητή οντότητα. Στην ένυλη πραγματικότητα υφίσταται ως αναπαράσταση της πρωταρχικής της ιδέας, ως διαδικασία ανάμνησης της γνώσης της ψυχής, όταν εκείνη περιαχθείσα στους ουρανούς γνώρισε τις ιδέες και έγινε ένα με αυτές. Ο μουσικός καλείται πρωτίστως να θυμηθεί, να εγκύψει βαθιά στη ψυχή του. Ο δρόμος της ανάμνησης είναι μακρύς και επιπονος, τραγικά μοναχικός. Δεν υφίσταται κοινό να επευφημεί, ούτε χειροκροτήματα να ηχούν ως επιβράβευση. Δεν υπάρχουν, μεγάλα ονόματα, θέατρα, πολυτελείς αίθουσες, πόντιουμ, ρόλοι, ιδιότητες και καθέδρες των γνωστών αυθεντιών. Η ανάμνηση, καθρεφτίζει την ψυχή στην αιώνιά της μορφή. Εκεί κατοικεί η πολυπόθητη γνώση. Δεν γνωρίζω πόσοι μπορούν να την κοιτάξουν επιθυμώντας αληθινά να θυμηθούν.

(από το υπό έκδοση βιβλίο μου)
Β.Τ.
YOUTUBE.COM
Claude Debussy was the most prominent figure associated with Impressionist music, though Debussy disliked the term when applied to his compositions. He was a...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)