Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2021

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ-Δοξαστικον. Ποίηση Οδυσσέας Ελύτης. Μουσική Μίκης Θεοδωράκης

Ερμηνευτές  Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Γιώργος Νταλάρας.

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το φως και η πρώτη χαραγµένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου η αλκή µες στο ζώο που οδηγεί τον ήλιο το φυτό που κελάηδησε και βγήκε η µέρα Η στεριά που βουτά και υψώνει αυχένα ένα λίθινο άλογο που ιππεύει ο πόντος οι µικρές κυανές φωνές µυριάδες η µεγάλη λευκή κεφαλή Ποσειδώνος ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ άνεµοι που ιερουργούνε που σηκώνουν το πέλαγος σα Θεοτόκο που φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται Οι αγένειοι δόκιµοι της τρικυµίας οι δροµείς που διάνυσαν τα ουράνια µίλια οι Ερµήδες µε το µυτερό σκιάδι και του µαύρου καπνού το κηρύκειο Ο Μαίστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρµπής ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σφόκος η Τ ραµουντάνα, η Όστρια ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το ξύλινο τραπέζι το κρασί το ξανθό µε την κηλίδα του ήλιου του νερού τα παιχνίδια στο ταβάνι στη γωνιά το φυλλόδεντρο που εφηµερεύει Οι λιθιές και τα κύµατα χέρι µε χέρι µια πατούσα που σύναξε σοφία στην άµµο ένας τζίτζικας που έπεισε χιλιάδες άλλους η συνείδηση πάµφωτη σαν καλοκαίρι ΤΑ ΝΗΣΙΆ µε το µίνιο και µε το φούµο . τα νησιά µε το σπόνδυλο κάποιανου Δία τα νησιά µε τους έρηµους ταρσανάδες τα νησιά µε τα πόσιµα γαλάζια ηφαίστεια Στο µελτέµι τα ορτσάροντας µε κόντρα-φλόκο Στο γαρµπή τι αρµενίζοντας πόντζα-λαµπάντα έως όλο το µάκρος τους τι αφρισµένα µε λιτρίδια µαβιά και µε ηλιοτρόπια Η Σίφνος, η Αµοργός, η Αλόννησος η Θάσος, η Ιθάκη, η Σαντορίνη η Κως, η 'Ιος, η Σίκινος ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στο πέτρινο πεζούλι αντικρύ του πελάγους η Μυρτώ να στέκει σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι µε την ψάθα του ήλιου στο ένα χέρι Το πορώδες και άσπρο µεσηµέρι ένα πούπουλο ύπνου που ανεβαίνει το σβησµένο χρυσάφι µες στους πυλώνες και το κόκκινο άλογο που δραπετεύει ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ εορτάζοντας τη µνήµη των αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης ένα θαύµα να καίει στους ουρανούς τι αλώνια ιερείς και πουλιά να τραγουδούν το χαίρε: ΧΑΙΡΕ η Καιοµένη και χαίρε η Χλωρή Χαίρε η Αµεταµέλητη µε το πρωραίο σπαθί Χαίρε η που πατείς και τα σηµάδια σβήνονται Χαίρε η που ξυπνάς και τα θαύµατα γίνονται Χαίρε του παραδείσου των βυθών η Αγρία Χαίρε της ερηµίας των νησιών η Αγία Χαίρε η Ονειροτόκος χαίρε η Πελαγινή Χαίρε η Αγκυροφόρος και η Πενταστέρινη Χαίρε µε τα λυτά µαλλιά η χρυσίζοντας τον άνεµο Χαίρε µε την ωραία λαλιά η δαµάζοντας το δαίµονα Χαίρε που καταρτίζεις τα Μηναία των Κήπων Χαίρε που αρµόζεις τη ζώνη του Οφιούχου Χαίρε η ακριβοσπάθιστη και σεµνή Χαίρε η προφητικιά και δαιδαλική ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χώµα που ανεβάζει µιαν οσµή κεραυνού σαν από θειάφι του βουνού ο πυθµένας όπου θάλλουν οι νεκροί άνθη της αύριον Μιας νυχτός Ιουνίου η νηνεµία γιασεµιά και φουστάνια στο περιβόλι το ζωάκι των άστρων που ανεβαίνει της χαράς η στιγµή λίγο πριν κλάψει ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ η πόα της ουτοπίας τα κορίτσια οι παραπλανηµένες Πλειάδες τα κορίτσια τι Αγγεία των Μυστηρίων τα γεµάτα ως πάνω και τι απύθµενα Τα στυφά στο σκοτάδι κι όµως θαύµα τα γραµµένα στο φως και όµως µαυρίλα τα στραµµένα επάνω τους όπως οι φάροι τα ηλιοβόρα και τα σεληνοβάµονα Η Έρση, η Μυρτώ, η Μαρίνα η Ελένη, η Ρωξάνη, η Φωτεινή η Άwα, η Αλεξάνδρα, η Κύνθια ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το αναίτιο δάκρυ ανατέλλοντας αργά στα ωραία µάτια των παιδιών που κρατιούνται χέρι-χέρι των παιδιών που κοιτάζουνται και δε µιλιούνται Των ερώτων το τραύλισµα πάνω στα βράχια ένας φάρος που εκτόνωσεν αιώνων θλίψη το τριζόνι το επίµονο καθώς η τύψη και το µάλλινο έρηµο µέσα στ' αγιάζι. ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χέρι που εmστρέφει από φόνο φριχτόν και τώρα ξέρει ποιος αλήθεια ο κόσµος που υπερέχει ποιο το "νυν" και ποιο το "αιέν" του κόσµου: ΝΥΝ το αγρίµι της µυρτιάς Νυν η κραυγή του Μάη Αιέν η άκρα συνείδηση Αιέν η πλησιφάη Νυν νυν η παραίσθηση και του ύπνου η µιµική Αιέν αιέν ο λόγος και η Τρόπις η αστρική Νυν των λεπιδοπτέρων το νέφος το κινούµενο Αιέν των µυστηρίων το φως το περιιπτάµενο Νυν το περίβληµα της Γης Kαι η Εξουσία Αιέν η βρώση της Ψυχής και η πεµπτουσία Νυν της Σελήνης το µελάγχΡωµα το ανίατο Αιέν το χρυσοκύανο του Γαλαξία σελάγισµα Νυν των λαών το αµάλγαµα και ο µαύρος Αριθµός Αιέν της Δίκης το άγαλµα και ο µέγας Οφθαλµός Νυν η ταπείνωση των Θεών Νυν η σποδός του Ανθρώπου Νυν Νυν το µηδέν και Αιέν ο κόσµος ο µικρός, ο Μέγας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)