Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Δευτέρα 19 Απριλίου 2021

Χρήστος Γιανναράς Το βιβλίο Ιστορίας της Ε΄ Δημοτικού δεν τολμά την παραμικρή σύνδεση του «Βυζαντίου» με τους Έλληνες και τον πολιτισμό των Ελλήνων! Αινιγματικές αντιφάσεις

 

Το βιβλίο Ιστορίας της Ε΄ Δημοτικού δεν τολμά την παραμικρή σύνδεση 

του «Βυζαντίου» με τους Έλληνες και τον πολιτισμό των Ελλήνων!

Εξαγοραστήκαμε φτηνιάρικα, με εθελοδουλεία έσχατης αδιαντροπιάς, χωρίς 

το ελάχιστο κατάλοιπο αξιοπρέπειας, χωρίς ίχνος τόσων αιώνων αρχοντιάς.

Αινιγματικές αντιφάσεις

 

Του καθηγητή Χρήστου Γιανναρά

 

 



Ο χρόνος τρέχει, η επέτειος (διακόσια χρόνια από την επανάσταση του 1821) θα λήξει με κάποιες ακόμα «εκδηλώσεις» – η λέξη σε εισαγωγικά για να δηλώσει το ανόητο κυνηγητό εντυπωσιασμού. Οι εορτασμοί συνήθως ευκολύνουν την αποφυγή ερωτημάτων, το έμφοβο γάντζωμα στα «συμφωνημένα αυτονόητα». Κανένας δεν γιορτάζει στους θεσμοποιημένους «εορτασμούς», παθητικά μόνο εισπράττουμε εντυπώσεις. Οργανωτικούς υπεύθυνους των «εορτασμών» ορίζει το κράτος, κατά κανόνα, κάποιους επιδέξιους τεχνολόγους του εντυπωσιασμού. Μην περιμένουμε κάτι καλύτερο.

«Γιορτάζουμε» τα διακόσια χρόνια από την «εθνεγερσία», όπως τη λέμε: την απελευθέρωσή μας από τυραννική σκλαβιά που κράτησε τριακόσια εξήντα οχτώ (368) χρόνια. Ο εορτασμός δεν προβλέπει ερωτήματα, προβληματισμούς – κανένας δεν ρωτάει (δεν ενδιαφέρεται να μάθει) τι ακριβώς γιορτάζουμε και ποιο το συλλογικό μας υποκείμενο που γιορτάζει. Ποιο «εμείς» παρέμεινε το ίδιο τόσους αιώνες – ποιοι ήταν εκείνοι που σκλαβώθηκαν το 1453, ποιοι αυτοί που επαναστάτησαν το 1821 και ποιοι εμείς, σήμερα, που πανηγυρίζουμε, με επίσημους καλεσμένους μας, την επέτειο; Ποια κοινά γνωρίσματα μας επιτρέπουν να λέμε «εμείς» και για τις τρεις αυτές διαφορετικές στιγμές και περιπτώσεις; 

Σίγουρα το κοινό δεδομένο δεν είναι η φυλή. Χιλιόχρονη η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης – Κωνσταντινούπολης, που αλώθηκε το 1453 από τους Οθωμανούς Τούρκους, είχε κοινή γλώσσα την ελληνική, άξονα κοινωνικής συνοχής την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία, και ήταν σαφέστατα πολυεθνική και πολυφυλετική. Οι πληθυσμοί που εξεγέρθηκαν το 1821, από τη Μολδοβλαχία ώς την Κρήτη, επίσης δεν είχαν φυλετική – εθνική ομοιογένεια, είχαν όμως την ίδια «πίστη» (ίδιο εμπειρικό «νόημα» της ύπαρξης και των σχέσεων κοινωνίας της ύπαρξης), όπως και την ίδια γλώσσα.

Με το βιωματικό – εμπειρικό φορτίο που κομίζουν οι λέξεις, θα ήταν ακριβέστερο να πούμε ότι, σε όλους αυτούς τους αιώνες, από το 1453 ώς το 1821, οι λέξεις Ελληνισμός – Έλληνας – ελληνικότητα δήλωναν έναν «πολιτισμό», πολυεθνικό, πολυφυλεκτικό – δύσκολα θα λέγαμε και πολύγλωσσο, επειδή το βιωματικό αντίκρισμα των λέξεων που παραπέμπουν στον τρόπο ή πολιτισμό των Ελλήνων, δεν μεταβιβάζεται με μόνη την κατανόηση των σημαινόντων, απαιτείται και η εμπειρική σχέση, η κοινωνούμενη μετοχή στα σημαινόμενα. Π.χ., τα σημαινόμενα των λέξεων λόγος, αλήθεια, σχέση, κοινωνία, πόλις δεν συμπίπτουν ούτε κατ' ελάχιστο με τις λέξεις ratio, veritas, relatio, societas, urbs. Ο παράγων, που μέσα στην Ιστορία διαφοροποιεί τους πολιτισμούς (νοο-τροπίες και πρακτικές βίου), είναι η βιωματικά (από τους πολλούς) αφομοιωμένη αιτιολόγηση και σκοποθεσία της ύπαρξης και των υπαρκτών.

Ποια είναι η αιτία και ποιος ο σκοπός της ύπαρξης και των υπαρκτών δεν το πληροφορούμαστε από κάποια επιστήμη, θρησκεία ή ιδεολογία. Το ίδιο όπως και τη μητρική αγάπη, την πατρική ευθύνη, τον έρωτα, την «αίσθηση» της πατρίδας, δεν τα γνωρίζουμε επειδή κάποιος μας τα δίδαξε, η γνώση, όση και όποια έχουμε γι’ αυτά, «γεννήθηκε» μέσα μας από την εμπειρία, «ανεπαισθήτως». Προέκυψε η γνώση από τις σχέσεις μας με τα πραγματικά δεδομένα της ζωής μας, σχέσεις πετυχημένες ή ανεπαρκείς, ελλειμματικές, πάντως από σχέσεις, όχι από διδασκαλία, ή από το «κύρος» κάποιας αυθεντίας.

Η αφετηριακή και θεμελιώδης διαφορά του πολιτισμού των Ελλήνων από τον πολιτισμό που «γέννησαν» οι βαρβαρικοί πληθυσμοί των εισβολέων (από τον 4ο έως και τον 6ο μ.Χ. αιώνα) στην ευρωπαϊκή Δύση, θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μία, ίσως, πιστοποίηση: Τα βαρβαρικά φύλα ταύτισαν τη γνώση με την ατομική κατανόηση (cogito ergo sum), οι Έλληνες (από την εποχή του Ηράκλειτου) ταύτιζαν τη γνώση με την ενεργό μετοχή στην εμπειρία της σχέσης. Ας υπήρχε ένας, έστω και μόνο ένας από τους επαγγελματίες της εξουσίας στην Ελλάδα σήμερα, που να καταλαβαίνει (όχι να νομίζει ότι καταλαβαίνει) τη διαφορά του πολιτισμού των Ελλήνων (προϊόντος του αθλήματος της «πόλεως») από τον εφιάλτη του ατομοκεντρισμού των «δικαιωμάτων» στις μέρες μας.

Οι μήνες περνούν ταχύτατα, η χρονιά της επετείου (διακόσια χρόνια από την επανάσταση του 1821) θα λήξει με κάποιες ακόμα καλοπληρωμένες «εκδηλώσεις» της κωμικοτραγικής άγνοιας που ενέπνευσε τον όλο «εορτασμό». Αν μεταξύ των αναγνωστών αυτής εδώ της επιφυλλίδας υπάρχουν κάποιοι «συλλέκτες» ιστορικών τεκμηρίων, εν προκειμένω της ακάθεκτης αυτοκαταστροφικής μανίας του σημερινού Ελληνισμού, ας αποκτήσουν το βιβλίο Ιστορίας της Πέμπτης Τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Τίτλος: «Ιστορία στα βυζαντινά χρόνια». Το βιβλίο δεν τολμάει την παραμικρή σύνδεση του «Βυζαντίου» και των «Βυζαντινών» με τους Έλληνες και τον πολιτισμό των Ελλήνων. [ΔΙΑΒΑΣΤΕ το και ΕΔΩ]. Αγνοεί ότι η πολιτειακή πραγματικότητα της ελληνορωμαϊκής «Οικουμένης» ονομάζεται για πρώτη φορά «Βυζάντιο» το 1557, από τον Ιερώνυμο Wolf, απόγειο της οργανωμένης προπαγάνδας που είχε μετονομάσει και τους Έλληνες σε «Γραικούς» (περιφρονητικά «εξωμότες»). Οι βαρβαρικοί έποικοι στη Δυτική Ευρώπη ονόμαζαν «Έλληνες» μόνο τον π.Χ. Ελληνισμό!

Εξαγοραστήκαμε φτηνιάρικα, με εθελοδουλεία έσχατης αδιαντροπιάς, χωρίς το ελάχιστο κατάλοιπο αξιοπρέπειας, χωρίς ίχνος τόσων αιώνων αρχοντιάς. Τουλάχιστον ας μας έδινε την παρηγοριά ο πρωθυπουργός να θυσιάσει ελάχιστο χρόνο ενδιαφέροντος για την ιστορική συνείδηση των παιδιών της Πέμπτης Δημοτικού.

ΠΗΓΗ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, 11 Απρ. 2021. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)