Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

Γ. Κασιμάτης : Οι λαοί βρίσκονται σε ύπνο βαθύ


Η Κίνα βαδίζει σταθερά προς κατάκτηση της Δύσης...έχει αγοράσει τη μισή Δύση...Η οικονομική ισχύς πάνω από την πολιτική των κρατών...Διέξοδος μόνο η αντίσταση... Αν μπορέσουμε να μείνουμε ξυπνητοί, έχουμε πολλές δυνατότητες.. Οικονομική η κρίση, αλλά κυρίως πολιτισμική...Ανάγκη πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής

Εισαγωγή στην κριτική θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης! Το νέο σεμινάριο του Γιάννη Περπερίδη (John Perperidis)

 Athens School 

Εισαγωγή στην κριτική θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης! Το νέο σεμινάριο του Γιάννη Περπερίδη (John Perperidis) για το εαρινό εξάμηνο ξεκινά στα τέλη Φλεβάρη!

Οι δηλώσεις συμμετοχής ξεκίνησαν! Για λεπτομέρειες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα μας:
Εισαγωγή στη Σχολή της Φρανκφούρτης

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Κώστας Τσιαντής- Δώρα και Λύτρα .

Δεν είμαι ούτε Μπαμπινιωτης, ούτε Τριανανταφυλλίδης ούτε ποιητής. Η στοιχειώδης ορθή χρήση της γλώσσας μ' ενδιαφέρει όμως, μήπως βοηθηθώ ή βοηθήσω κατά τι να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον.

Με αυτή την έννοια, θεωρώ απαράδεκτο σ΄ όλα τα βιβλία που κυκλοφορούν στα σχολεία μας και διδάσκουν ''αξίες'' τη νεολαία μας, να βλέπω να ταυτίζουν οι ''σοφοί'' μας μεταφραστές και σχολιαστές (και βεβαίως να ισοδυναμούν εννοιολογικά) τις λέξεις ''΄δώρα'' και ''λύτρα'' στη σχετική μετάφραση του Ομηρικού ποιήματος (Ιλιάδα, Ραψωδία Ω). Με τον τρόπο αυτό φτάνουμε κατά φυσικό τρόπο να διαβάζουμε στα Αρχαία Ελληνικά (από μετάφραση) της Β' Γυμνασίου για ''Εκτορος λύτρα'', με διασαφιστική παρένθεση (''Λύτρα για τον Έκτωρα''). Βέβαια σ' αυτό ενθαρρύνει αποφασιστικά και το σχετικό ποίημα του Καβάφη ''Πριάμου νυκτοπορία'' (Άπαντα Ποιητικά, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα 1999, σελ. 228-229), στο οποίο διαβάζουμε ''Θέλει με λύτρα από τον τρομερόν εχθρόν του τέκνου του το σώμα ν' ανακτήσει'', οπότε μπροστά σε τέτοια μεγέθη εγώ απ΄τη Χελιδόνα τι άλλο να πω απ' το να αντιπαραθέσω το σχετικό στίχο απ΄ το πρωτότυπο: ''δῶρα δ᾽ Ἀχιλλῆϊ φερέμεν, τά κε θυμὸν ἰήνῃ'' (Ομήρου Ιλιάδα Ω 196) ή το στίχο ''ὥς κεν Ἀχιλλεὺς δώρων ἐκ Πριάμοιο λάχῃ ἀπό θ᾽ Ἕκτορα λύσῃ'' (Ω,75-76) , αλλά κι επίσης ν' αναρωτηθώ για τη φιλολογική έρευνα και τους συμβουλευτικούς και ερευνητικούς θεσμούς του αρμόδιου υπουργείου (Παιδείας λεγόταν, ήταν ή πάσχιζε νάναι κάποτε).

ΠΗΓΕΣ

[1]. Αρχαία Ελληνικά (ΜΤΦΡ.) Ομηρικά Έπη Ιλιάδα (Β Γυμνασίου) - βιβλίο μαθητή (εμπλουτισμένο) Χ (περίληψη) - Χ (247-394) -Ψ (περίληψη) Ραψωδία Ω: Ω (678-805) digital-school-small-logo http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2296/Archaia-Ellinika-mtfr-Omirika-Epi-Iliada_B-Gymnasiou_empl/index21.html

[2] Κ.Π. Καβάφης, «Πριάμου νυκτοπορία», Άπαντα Ποιητικά, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα 1999, σελ. 228-229) http://www.snhell.gr/anthology/writer.asp?id=60

[3] ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ ΡΑΨΩΔΙΑ Ω, Κείμενο-Μετάφραση

http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/omhros/il24.htm

[4] ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

άποινα
GREEK_GREEK.ENACADEMIC.COM
άποινα

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2021

Η όπερα «Ορφέας» του Κλαούντιο Μοντεβέρντι, (Ιταλικά: Orfeo, Claudio Mon...

Intro to the Philosophy of Mathematics (Ray Monk)

3 The True Fathers of Romanticism (Isaiah Berlin - 1965)

This is the third of six lectures given by Isaiah Berlin on Romanticism. In this lecture, he continues his discussion of Hamann and then moves to Herder, and discusses that of myths, among other things. In these lectures, delivered at Washington, D.C.'s National Gallery of Art in 1965, acclaimed historian of philosophy Isaiah Berlin addresses the origins of what he deems "the greatest single shift in the consciousness of the West that has occurred." His focus, apart from some digressions into Montesquieu, Hume, and Rousseau, is on the German philosophers of the late 18th and early 19th centuries, and he runs through the contributions of Herder, Kant, Schiller, Fichte, Schlegel, and others in turn. He also shows how romanticism would later influence both the existentialists and the fascists, but paradoxically had its greatest influence upon the emergence of a liberalism that seems at complete odds with the romantic sensibility.
For Berlin, the Romantics set in motion a vast, unparalleled revolution in humanity's view of itself. They destroyed the traditional notions of objective truth and validity in ethics with incalculable, all-pervasive results. In his unscripted tour de force Berlin surveys the myriad attempts to define romanticism, distills its essence, traces its development, and shows how its legacy permeates our outlook today. Combining the freshness and immediacy of the spoken word with Berlin's inimitable eloquence and wit, the lectures range over a cast of the greatest thinkers and artists of the eighteenth and nineteenth centuries, including Kant, Rousseau, Diderot, Schiller, Schlegel, Novalis, Goethe, Blake, Byron, and Beethoven. Berlin argues that the ideas and attitudes held by these and other figures helped to shape twentieth-century nationalism, existentialism, democracy, totalitarianism, and our ideas about heroic individuals, individual self-fulfillment, and the exalted place of art. This is the record of an intellectual bravura performance--of one of the century's most influential philosophers dissecting and assessing a movement that changed the course of history.

Ο Γιώργος Καραμπελιάς και ο Isaiah Berlin |Spyros Koutroulis

 Spyros Koutroulis 26 Ιανουαρίου 2020 

Την προηγούμενη Τετάρτη 22.1.2020 έγινε η παρουσίαση, στον "Ιανό" της επανέκδοσης του βιβλίου του Γ.Καραμπελιά "Η θεμελιώδης παρέκκλιση". Μεταξύ των άλλων εξομολογήθηκε ότι ξεπέρασε οριστικά τον μαρξισμό το καλοκαίρι του 1985, στην Νάξο, διαβάζοντας το έργο του Isaiah Berlin "Κόντρα στο ρεύμα- δοκίμια στην ιστορία των ιδεών".Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει μερικά χρόνια αργότερα σε μετάφραση Μαρίας Καστανάρα , επιστημονική επιμέλεια Περικλή Βαλλιάνου , από τις εκδόσεις Scripta. Δυστυχώς πλέον είναι εξαντλημένο και εξαιρετικά δύσκολο να το εντοπίσει κάποιος. Όμως πρόκειται για σημαντικό έργο που στις περίπου 708 σελίδες, αναφέρεται στον Αντιδιαφωτισμό, στον Μακιαβέλλι, στο διαζύγιο μεταξύ Επιστημών και ανθρωπιστικών σπουδών, στον Βίκο, στον Μοντεσκιέ, στον Χιούμ και στον γερμανικό ανορθολογισμό, στον Α.Χέρτσεν, στον Μόζες Χες, στον Ντισραέλι και στο Κ.Μάρξ, στον Βέρντι , στον Ζ.Σορέλ και στον εθνικισμό.
Όπως γράφει στην εισαγωγή του ο Ρότζερ Χάουσχερ ο Isaiah Berlin υποστηρίζει ότι "μιά από τις θεμελιώδεις ανάγκες των ανθρώπων, εξίσου βασική όσο και η τροφή, η στέγη, η αναπαραγωγή, η ασφάλεια και η επικοινωνία, είναι και η ανάγκη του ανήκειν σε κοινοτικές ομάδες διακριτής ταυτότητας, με τη δική τους η καθεμιά γλώσσα, παραδόσεις, ιστορικές μνήμες, ύφος και νοοτροπία. Μόνον εάν ένας άνθρωπος ανήκει πραγματικά σε μια τέτοια κοινότητα, με τρόπο φυσικό και ασυνείδητο, μπορεί να εισχωρήσει στο ζωντανό ρεύμα και να ζήσει μια πλήρη, δημιουργική και αυθόρμητη ζωή, νιώθοντας μέσα στον κόσμο σαν το σπίτι του και σε πλήρη αρμονία με τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. μπορεί να απολαύει αναγνωρισμένου κύρους εντός μιας τέτοιας φυσικής μονάδας ή ομάδας, που πρέπει και η ίδια να αξιώνει πλήρη και άνευ όρων αναγνώριση στον ευρύτερο κόσμο. και αποκτά, έτσι, μια βιοθεωρία, μιαν εικόνα για τον εαυτό του και την κατάσταση του μέσα σε μια κοινότητα όπου συγκεκριμένες, άμεσες, αυθόρμητες ανθρώπινες σχέσεις μπορούν να ανθούν χωρίς να υφίστανται τις παραμορφώσεις μιας νευρωτικής αυτοαμφισβήτησης κάποιου σχετικά με την πραγματική του ταυτότητα, και απαλλαγμένες από τους ακρωτηριασμούς που καταφέρει η πραγματική ή φανταστική ανωτερότητα των άλλων. Η καταπίεση της ανάγκης να ανήκει κανείς σε μια τέτοια κοινότητα συνεπάγεται ποικίλους κλυδωνισμούς, και είναι σε μια γεμάτη ευαισθησία διερεύνηση των κυριότερων εξ αυτών προς τους οποίους στρέφεται ο Μπέρλιν σε αυτά τα δύο δοκίμια για τον Μαρξ και τον Ντισραέλι"(σελ.52.53)
Επίσης ο Μπέρλιν επισημαίνει ότι ο αναρχικός πρίγκιπας Α.Χέρτσεν βρίσκει την απάντηση στα ερωτήματα που θέτει η ύπαρξη του κοινωνικού ζητήματος στην ρώσικη αγροτική κοινότητα "κομμούνα" "ως την εμβρυακή μορφή ενός βίου στο πλαίσιο του οποίου το αίτημα της ατομικής ελευθερίας συμφιλιωνόταν με την ανάγκη συλλογικής δράσης και ευθύνης"(σελ.393).
22
2 σχόλια
Μου αρέσει!
Σχόλιο

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

Τασούλα Καραϊσκάκη- Βέλη προς το Επέκεινα | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΝΩΣΗ Η ΠΑΡΑΚΜΗ...

Costas Tsiantis

Κ.Τσάτσος: Κ.Παλαμάς | Spyros Koutroulis

 Spyros Koutroulis

Κ.Τσάτσος: Κ.Παλαμάς
Πέρα από τον ιστορικό διάλογο με τον Σεφέρη, ο Κ. Τσάτσος ξεκινά την στοχαστική του διαδρομή, με μια μελέτη για τον Κ. Παλαμά .Το ίδιο διάστημα για τον ποιητή θα γράψουν:ο Αιμίλιος Χουρμούζιος – που τότε κινείτο στον χώρο του αρχειομαρξισμού - ένα τρίτομο έργο με τον τίτλο « Ο Παλαμάς και η εποχή του», ο Νίκος Ζαχαριάδης ενώ ήταν φυλακισμένος το 1937 την μελέτη με τον τίτλο «Ο αληθινός Παλαμάς» καθώς και ο ακροδεξιός Δ. Βεζανής. Έχει προηγηθεί η μελέτη του πρόωρα χαμένου Ι. Συκουτρή.
Ο Τσάτσος στον πρόλογο του έργου του, αναφέρει ότι γράφτηκε ανάμεσα στο καλοκαίρι του 1930 στην Σκιάθο και το Σεπτέμβρη του 1936 στην Ζαγορά του Πηλίου. Τον χειμώνα του 1935 – 1936 κάθε βδομάδα πήγαινε στο σπίτι του Παλαμά και του διάβαζε αποσπάσματα από το βιβλίο. Όταν ολοκλήρωσε την ανάγνωση το παρέδωσε για να εκδοθεί. Πρόκειται για ένα κείμενο αισθητικό και φιλοσοφικό συγχρόνως, που αποκαλύπτει ότι ο Παλαμάς υπήρξε όχι μόνο για τον Κ. Τσάτσο αλλά για δυο τουλάχιστον γενιές του νεοελληνικού στοχασμού ο ορίζοντας που προσδιόρισε τις συντεταγμένες και τις αξίες του. Όπως επισημαίνει «Ο Παλαμάς, όσο και αν είναι λυρικός, δεν υψώνεται από τη γη, βυθίζεται στη γη, είναι απ’ τη γενιά της πανάρχαιας Γαίας, παιδί των προολύμπιων δυναστειών. Όσο και αν ο ρυθμός του λυρισμού του στηρίζεται στον ψυχικό διχασμό, που γεννιέται από την ταυτόχρονη παράλληλη συνείδηση του ιδανικού και του τραγικού, από τη συνείδηση της απόστασης των, το βάρος της ύπαρξης του γέρνει την πλάστιγγα της ψυχής προς τη γη, προς το πάθος, που απ΄ τη γη φυτρώνει, προς το σκότος, που τη γη σκεπάζει «.
Ο Τσάτσος εντοπίζει στον Παλαμά τον τραγικό χαρακτήρα της ανθρώπινης ύπαρξης από την αισθητική της σύλληψη: «Και ύστερα, ποιοι τάχα θ’ αρρωστήσουν, και μάλιστα με τον παλαμικό τρόπο, από τη βίωση της ανθρώπινης φρίκης;Μονάχα όσοι νοούν αισθητικά τη ζωή. Και τι άλλο σημαίνει παρά αισθητική νόηση της ζωής η συνείδηση της τραγικότητας της, που μόνο στα υλικά και στα καιρικά μπορεί να αναπτυχθεί, από το κοίταγμα του μάταιου αγώνα και της τυφλής θέλησης που σέρνει την ύπαρξή μας».
Στον «Γύφτο» του ποιητή, ανακαλύπτει μια μεταμόρφωση του νιτσεϊκού υπεράνθρωπου. Καθώς σημειώνει «είναι η ιδέα της προσωπικότητας, η ιδέα της δύναμης, της βουλητικής στιγμής της προσωπικότητας. Σε αυτή την ιδέα, που γεννήθηκε με το ρομαντισμό του 19ου αιώνα και έφτασε το κορύφωμά της με τον Ζαρατούστρα, έδωσε σάρκα και ζωή αισθητική ο Παλαμάς» . Σε ένα άλλο σημείο ισχυρίζεται ότι ο Παλαμάς είναι σχετικιστής «όχι γιατί αμφιβάλλει για όλα, αλλά γιατί πιστεύει σε όλα, στην αξία, στην ιερότητά τους. Πιστεύει στην καθολική ενότητα των όλων, στην αξία της ολότητας. Και αυτός είναι ο πρώτος λόγος της θρησκείας. Όλα είναι ιερά, και η φύση καθώς το είπαμε, αλλά και “όλα τ’ ανθρώπου είναι ιερά”«.
Ο Τσάτσος παρουσιάζει ως καθοριστικό για την συγκρότηση του νέου ελληνισμού το δίλημμα ανάμεσα στα στοιχεία του αρχαίου κόσμου και της ορθοδοξίας: «όσοι δεν κλάψαμε τους αρχαίους θεούς και δε μισήσαμε τη χριστιανική μελαγχολία, όσοι οι ίδιοι δεν προσκυνήσαμε το σταυρό και δε λατρέψαμε τις ασκητικές και ασώματες και απόκοσμες εικόνες, δεν είμαστε Έλληνες ολοκληρωμένοι, δεν έχομε το πρώτο που δίνει προσωπικότητα σ’ ένα πνευματικόν άνθρωπο, την ιστορική συνείδηση».
Ο Παλαμάς δίνει ποιητική και φιλοσοφική διάσταση στην σύγκρουση του «εθνικού» με τον χριστιανικό κόσμο: «Πιστεύει ο ποιητής μας πως ο ανταγωνισμός του εθνικού και χριστιανικού στοιχείου μέσα στην ελληνική συνείδηση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος όλης της ψυχολογίας και της ιστορίας μας. Απ’ αυτόν τον ανταγωνισμό προκύπτουν τα αγαθά και τα δεινά μας, απ’ αυτόν εξαρτάται η δυνατότητα της διαμόρφωσης μιας νέας εθνικής προσωπικότητας.Τον βρίσκομε στο σύνολο της ιστορίας μας, τον βρίσκομε στις ατομικές ψυχές εκείνων που ζουν ιστορικά και συνειδητά.». Τελικά ο Παλαμάς θα εκφράσει την ενότητα του ελληνισμού στον μύθο της Φλογέρας: «ο χριστιανός, ο βυζαντινός, ο άγριος μακεδονίτης ήρωας λατρεύει την Αθηνά. Απ’ όλες τις Παναγιές, από όλες τις θρησκείες λατρεύει την Παναγία του Παρθενώνα, που είναι μια Αθηνά μετουσιωμένη …». Στην αποκρυσταλλωμένη της μορφή «η ζωή της Ελλάδας δεν χωρίζεται πια από τη χριστιανική πίστη» . Ακριβώς επειδή δεν αποκλείει ένα από τα πνευματικά ρεύματα, που καθόρισαν την φυσιογνωμία του ελληνισμού, τον αρχαίο ελληνισμό και τον ορθόδοξο χριστιανισμό και δεν αναλώνεται σε κατηγορίες ή αναθέματα όπως κάνουν οι φανατικοί της κάθε πλευράς αποδεικνύεται ότι η στάση του Κ. Παλαμά και κατ’ επέκταση του Τσάτσου, που τον ερμηνεύει δεν είναι μόνο μετριοπαθής και ισορροπημένη, αλλά και ρεαλιστική. Διότι η ιστορική εξέλιξη βρήκε τους τρόπους για να εξομαλυνθούν οι διαφορές τους και να αντιμετωπιστούν ως εξίσου αναγκαία θεμέλια του νέου ελληνισμού.
Ο Τσάτσος θα αναδείξει τον Παλαμά ως εθνικό ποιητή, μέτοχο μιας «ατόφιας ελληνικότητας», ο «βαθύτερος διαφεντευτής της ελληνικής ιδέας σε όλες της τις μορφές και στην ενιαία της πάντα ουσία, αφού πριν έζησε όλες τις αντιθέσεις που απαρτίζουν αυτή του τη νέα θέση και αφού ο διαλεκτικός νόμος που ορίζει το πνεύμα του αδιάκοπα τον σπρώχνει στην ταύτιση των αντιθέσεων αυτών. Όσοι αυτή τη διαλεκτική κίνηση και ιδιαίτερα τη σύνθεση και την ταύτιση των αντιθέτων την ονομάζουν αστάθεια προσανατολισμού, αυτοί βρίσκονται έξω από την περιοχή του πνεύματος» .
Βέβαια, η πατρίδα για τον Παλαμά, κατά Νιτσεικό τρόπο, είναι η απαραίτητη βαθμίδα για να περάσει σε μια ευρύτερη ενότητα, σε ένα «κόσμο ακομμάτιαστο και απέραντο» . Είναι τόσο Έλληνας για να μπορεί να δηλώνει όπως ο Νίτσε «άπατρις» και να κατανοεί ότι η τραγικότητα του νέου ελληνισμού δεν είναι ξέχωρη από την τραγικότητα του ανθρώπου. Ο Τσάτσος μάλιστα θα ερμηνεύσει την ελληνικότητα του ποιητή και το «γιουχάισμα των πατρίδων», όχι νιτσεϊκά αλλά «διαλεκτικά» και «εγελιανά»: «Δεν είναι εδώ μια όποια πατρίδα η Ελλάδα. Δεν είναι μάλιστα διόλου πατρίδα. Και γι’ αυτό δεν είναι αντίφαση το γιουχάισμα των πατρίδων και η ελλαδολατρεία. Όσο και η αντίφαση είναι θεμιτή, θάλεγα αναγκαία, στου Γύφτου την ψυχή, εδώ δεν υπάρχει. Δεν είναι ανάγκη ν ‘ αγαπάει κανείς τις πατρίδες για ν’ αγαπάει την ελληνικήν ιδέα, που είναι έξω και απάνω από πατρίδες».
Τις σκέψεις αυτές ο Τσάτσος θα εναρμονίσει με την περιφρόνηση προς τα πλήθη, «τα κοπάδια» και με ένα ελιτισμό που ενδεχομένως προέρχεται από μια, από τις πολλές ερμηνείες, του έργου του Νίτσε: «Μάλιστα αντιστέκεται σε ό,τι κοπαδιαστό, και γι’ αυτό ζει στη μόνωσή του, με την αντιπάθεια του πλήθους. Είναι Έλληνας ο Γύφτος, γιατί είναι αριστοκράτης. Ξέρει πως οι ελεύθεροι είναι οι λίγοι, οι παρανοημένοι, μα και οι μόνοι που στέκονται στην αλήθεια και στην ομορφιά». Στα όρια μιας τέτοιου είδους ιδεολογίας το λαϊκό στοιχείο δεν μπορεί να μετέχει της ελληνικότητας. Η μοίρα του, στην καλύτερη περίπτωση, δεν είναι παρά να ακολουθεί τους εκλεκτούς, που βέβαια είναι και λίγοι αν όχι ένας. Ενδιαφέρον επίσης είναι ότι σε αντίθεση με άλλα έργα του, ο Τσάτσος, δεν αποδοκιμάζει τον ρομαντισμό: «Ο Παλαμάς είναι κάθε άλλο παρά ρομαντικός. Μα και αν θέλαμε να τον ονομάσουμε ρομαντικό, στην κατά το δυνατόν σωστήν έννοια αυτής της λέξης, της τόσο κακομεταχειρισμένης, πράγμα που κατ’ αρχήν δεν είναι αμαρτία, γιατί ο ρομαντισμός μένει, όπως και ο κλασικισμός, μια αιώνια στάση της ανθρώπινης ψυχής, η πιο λυρική και η πιο θρησκευτική μάλιστα, η παντοτινή αντίθεση του κλασικού μέτρου, και πάλι ο Παλαμάς θα είχε ένα ρομαντισμό αλλιώτικον από κείνον που βρίσκομε στις βόρειες λογοτεχνίες. Δικαιολογείται τόσο από την ιδιομορφία της ελληνικής φύσης και από την ευκινησία της ελληνικής ψυχής, καθώς ζουν και οι δυο από αντιθέσεις και μέσα στις αντιθέσεις, όσο και από τη διαλεκτική εξέλιξη των δύο τούτων αντιθέτων, που κάνει και τον ενιαίο τους χαρακτήρα. Τα στοιχεία της διαλεκτικής τούτης κίνησης είναι ο απολλωνισμός και ο διονυσιασμός, που λίγο ή πολύ, κυρίως στην ποίηση- στην αρχιτεκτονική ελάχιστα και στην γλυπτική λιγότερο – συγκερνιόνται διαρκώς και κατά διάφορα μέτρα συνυπάρχουν».
Ο Τσάτσος επιχειρεί να συνθέσει στο πρόσωπο του Παλαμά τις σκέψεις του Νίτσε με την εγελιανή φιλοσοφία της ιστορίας. Η προσπάθεια είναι ενδιαφέρουσα διότι θεμελιώνεται σε μια στερεή φιλοσοφική γνώση, αλλά με επισφαλή αποτελέσματα: «Η θεοποίηση της πράξης προϋποθέτει την τοποθέτηση του εγώ που πράττει απάνω από όλες τις αξίες και τις δυνάμεις της ζωής. Οδηγεί σε μιαν άκρατη εγωλατρεία, στη λατρεία όμως ενός εγώ που κλείνει μέσα του όλες τις αξίες της ζωής, την αξία της ελευθερίας, της δύναμης και της θέλησης, της γνώσης και της χαράς. Δεν είναι κατά βάθος παρά μια μετατόπιση των αξιών, σημαντική όμως για την κοσμοθεωρητική και την αισθητική στάθμιση της ζωής». Βεβαίως στα όρια της σκέψης του Νίτσε και ακόμη περισσότερο του προγόνου του Στίρνερ, το Εγώ έχει μια αυταξία, που απομειώνει τις αξίες ακόμη και όταν αποφασίζει να τις μεταξιώσει.
Τελικά ο Παλαμάς θα αξιολογηθεί ως η στιγμή της ποίησης που ενώνει και μετουσιώνει όλη την ελληνική πνευματική εξέλιξη:«Ο Παλαμάς δεν είναι μόνο συνεχιστής της παράδοσης του λαϊκού τραγουδιού. Συνεχίζει το βυζαντινό τροπάρι, την αρχαία ωδή, τον αρχαίο διθύραμβο. Όλη η ιστορία του στίχου, της γλώσσας, του πνεύματος του ελληνικού και των φραστικών του μέσων είναι συμπυκνωμένη μέσα του».
εις
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)