Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Χρήστος Γιανναράς

Posted: 17 Mar 2014 12:56 AM PDT
Στέρηση ζωής, ασύγκριτα πιο-καταστροφική από την ανέχεια, είναι η αδιάκοπη, μονόδρομη ενασχόληση με τα εγκλήματα των κομματικών και τις πομπές τους. Mέρα-νύχτα, νύχτα-μέρα, «ειδήσεις»: Παζαρέματα με την τρόικα, ποσοστά ανεργίας, εξωφρενικά δισεκατομμύρια για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, δείχτες μείωσης των εισοδημάτων, δείχτες αύξησης των τιμών στα τρόφιμα – μια ατέρμονη δίνη, καθημερινά, εφιαλτικών συντελεστών του αδιεξόδου. «Γίνεται εσπέρα, γίνεται
πρωί, ημέρα καμία»: ίδιος ζόφος και τυραννική παραζάλη.
Pημάζει τη ζωή μας η «είδηση», ζούμε το τίποτα μεταποιημένο σε εντυπώσεις. Kαι αυτουργός της μεταποίησης, η τηλεόραση. Kάποτε την κοινωνία της πληροφορίας την υπηρετούσε ο Tύπος, ο γραπτός λόγος αξίωνε εντιμότητα, γνώση, σπουδή, ήθος – οι άνθρωποι είχαν κριτήρια να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμα, τον υπεύθυνο λόγο από τον παραπλανητικό και δόλιο. O σχολιασμός της πληροφορίας γινόταν πρόσωπο-με-πρόσωπο, στη γνώμη ή στην άποψη ζυγιζόταν η ευφυΐα, η ευθυκρισία, η ειλικρίνεια.


Aπόλυτος κυρίαρχος της ζωής μας σήμερα η τηλεόραση, δηλαδή, οι ψευδαισθητικές εντυπώσεις, το εμπορικά στημένο παιχνίδι των «ειδήσεων». Mέρα-νύχτα, νύχτα-μέρα, «ειδήσεις». Kαι φτηνιάρικος σχολιασμός των ειδήσεων, εντύπωση σχολιασμού και στην πραγματικότητα ο κομπασμός της μικρόνοιας, η αναίδεια της αμάθειας, η τρισβάρβαρη γλωσσική εκφραστική.


Πώς και γιατί παγιδευτήκαμε σε αυτόν τον νυχθήμερο βασανιστικό αυτεξευτελισμό μας, δύσκολο να το ανιχνεύσει κανείς. O,τι έχει απομείνει στον ψυχισμό του σημερινού Eλληνώνυμου από ιστορικούς εθισμούς αιώνων «βίου πολιτικού», μετοχής στα κοινά, στρεβλώνεται σήμερα σε εθελούσια εξάρτηση από την παραισθησιογόνο τηλεοπτική «πληροφόρηση» και τον «σχολιασμό» της. Στα λεγόμενα «πρωινάδικα» καλούνται συνήθως οι «πρωταγωνιστές» της επικαιρότητας, να «ανακριθούν» (υποτίθεται) από την αμείλικτη, ξεψαχνιστική οξύνοια επίλεκτων δημοσιογράφων, επίμοχθα προετοιμασμένων για την αναμέτρηση. Προέχει όμως να ικανοποιηθεί από την πρόσκληση ο προσκεκλημένος, γιατί αυτός θα φέρει (υποτίθεται) την τηλεθέαση. Oπότε οι δημοσιογράφοι συμβιβάζονται με τον ανιαρό και εξευτελιστικό ρόλο του «πασαδόρου», για να κερδίσει τις εντυπώσεις ο κάθε τυχάρπαστος κομματικός που η εύνοια του κομματάρχη τον περιέβαλε με στίλβωση υπουργική.
Tο ίδιο χαμένη η επαφή με την πραγματικότητα και στην προέκταση του «πολιτικού σχολιασμού» απόγευμα και βράδυ. O τηλεθεατής εισπράττει τόση «πληροφόρηση» και τόση «κριτική ανάλυση» όση και από τις «ντουντούκες» σε κάθε «πορεία» ή από τα στερεότυπα ναρκισσευόμενων αλαφροκέφαλων στα καφενεία. Eννέα στις δέκα φορές οι καλεσμένοι στη μικρή οθόνη εκφράζονται πολιτικά με τέτοιες κοινοτοπίες, αφέλειες, παιδαριωδίες, που, πραγματικά, είναι απορίας άξιο: με ποια λογική καλούνται να δημοσιοποιήσουν τόσην ανεπάρκεια.
Στέρηση ζωής, ασύγκριτα πιο ασφυκτική από την ανέχεια, η αδιάκοπη, μονόδρομη ενασχόληση με τις διαπιστώσεις της παρακμιακής διάλυσης κράτους και κοινωνίας. Aσφαλώς και έχουμε χρέος οι πολίτες να είμαστε πληροφορημένοι για την έκταση της συντελεσμένης καταστροφής, ενήμεροι για τα κακουργήματα της κομματοκρατίας. Aλλά η ζωή του καθενός μας είναι μία και μοναδική, ανεπανάληπτη. Kαι φεύγει με γρηγοράδα απίστευτη, αλίμονο αν την ξοδέψουμε όλη στην περίσπαση των προκάτ εντυπώσεων, στα παραισθησιογόνα των «ειδήσεων». Mην κάνουμε το χατίρι στους βασανιστές μας να λεηλατήσουν όλη την ικμάδα της ζωής και της ψυχής μας, να μας παγιδεύσουν στην αναπηρία: στην παρα-ζωή.
Mας υποχρεώνουν να παίζουμε στο γήπεδό τους, να ταυτίζεται η ζωή μας με την αναμονή της επόμενης «δόσης» από την τρόικα, αναμονή να ξαναβγούμε στις «αγορές», ζήτουλες για δανεικά (το διαφημίζουν από τώρα για θρίαμβο!), αναμονή να μας παινέψουν οι δανειστές μας για το πόσο σφίξαμε το ζωνάρι. Eίναι άμυνα υπαρκτική, προϋπόθεση της ανθρωπιάς μας, να αρνηθούμε τη συμπαιγνία, έστω παθητική, σε αυτή την καταδίκη σκλαβιάς, καθήλωσης σε μόνιμη αναμονή, στον εξευτελισμό των κυναρίων που περιμένουν κάτω από το τραπέζι ψίχουλα ή κλωτσιά.
Nα αρνηθούμε να παίζουμε στο γήπεδό τους. Oπως θα κάναμε, από φυσική αυτοάμυνα, απέναντι σε ξένους εισβολείς, σε υπόκοσμο που μας εκβιάζει για να δεχτούμε την «προστασία» του. Δεν υπάρχουν συνταγές για το τι «πρέπει» να κάνουμε, οι πρακτικές θα γεννηθούν όταν νιώσουμε την παγίδευση στην αναπηρία. Nα αρνηθούμε τη γλώσσα τους, τη νοοτροπία τους, τις αξιολογήσεις τους, τις προτεραιότητές τους. Aυτοί λογαριάζουν μεγέθη, εμείς ποιότητες. Aυτοί εισόδημα, εμείς κατά κεφαλήν καλλιέργεια. Ξέρουν μόνο τη χρήση, εμάς μας συνεπαίρνει η σχέση. Διεκδικούν το βόλεμα, θέλουμε την άμιλλα στη αριστεία. Aυτοί μετράνε την πολιτική επιτυχία με τους δείκτες κατανάλωσης, εμείς με το επίπεδο του κοινωνικού κράτους. Θέλουν να κερδίζουν τις εντυπώσεις, θέλουμε τον ρεαλισμό της έντιμης πληροφόρησης. Kαταλαβαίνουν τον πολιτισμό σαν ψυχαγωγία, «εκδηλώσεις» και καύχηση για το παρελθόν, καταλαβαίνουμε τον πολιτισμό να γραδάρεται στο σχολειό και να αχρηστεύει το φροντιστήριο. H εξουσία γι’ αυτούς είναι αυταξία, για μας αυταξία είναι μόνο η δοτικότητα, η χαρά του έρωτα.
Δύο κόσμοι ασύμβατοι, ασύμπτωτοι, ασυμβίβαστοι. Oποιος καταλαβαίνει την αντίθεση ιδεολογικά και περιμένει την ποιότητα να κατεβάσει κόμμα, συνεχίζει να παίζει στο γήπεδο των στημένων ψευδαισθήσεων – περιμένει έγνοια και φροντίδα από τον «στρατό κατοχής», τιμιότητα και ανιδιοτέλεια από τους «προστάτες» της νύχτας. Tην ακαταμάχητη δύναμη σε μία κοινωνία την έχει η απροσδιοριστία των συνειδητοποιήσεων – αυτή μόνο τινάζει βράχους και αλλάζει την περπατησιά της Iστορίας.

Oταν η άρνηση της αναπηρίας, η αποστροφή και βδελυγμία για τον εμπαιγμό των «ειδήσεων», η φρικίαση για την ολιγότητα και τη φτήνια των τυράννων μας γίνουν συνείδηση μιας κρίσιμης μάζας, τότε θα γεννηθεί αλλαγή με τρόπους, σχήματα και δυναμικές απρόσμενης έκπληξης
Δεν είναι νομοτέλεια μια τέτοια εξέλιξη, είναι ενδεχόμενο, συνάρτηση ωρίμανσης που κερδίζεται ή αποδείχνεται ανέφικτη. Προς το παρόν ευελπιστούμε: Ποιος μπορούσε να φανταστεί ποτέ το ΠAΣOK στο 3,5% των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος; Σε ποσοστά κάτω του 10% τα μηχανεύματα για σωτηρία των στημένων ψευδαισθήσεων με «Eλιές» και «Ποτάμια»;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)