Share |

Θεέ του ουρανού και του παντός,

αυτείν’ οι γραμματισμένοι,

αυτείν’ οι πολιτισμένοι,

έκαμαν και κάνουν αυτά τα λάθη…

Στρατηγός ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ


Expedia

Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

Μίκης Θεοδωράκης. ΑΝΤΙΟ ΜΙΚΗ Πρωτοσέλιδα εφημερίδω...

 ΑΝΤΙΟ ΜΙΚΗ Πρωτοσέλιδα εφημερίδω...:   Πολιτικές εφημερίδες Η Καθημερινή Τα Νέα Η εφημερίδα των συντακτών Αυγή Ριζοσπάστης Ελεύθερος Τύπος Espresso Τύπος Θεσσαλονίκης Kontra New...


Μίκης Θεοδωράκης ήταν ένα γέννημα του Εμφυλίου. Τον έζησε στο πετσί του σε όλες τις φάσεις, από τα Δεκεμβριανά όπου υπάρχει μια φωτογραφία του να τρέχει με μια σημαία μόλις έχουν πέσει οι δολοφονικές σφαίρες ενάντια στην άοπλη διαδήλωση του ΕΑΜ, στις διώξεις, στη Μακρόνησο.

Γνώριζε πολύ καλά τι σήμαινε εκείνη η ήττα. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΕΠΟΝίτες όπως αυτός ήταν η γενιά της μεγάλης ελπίδας. Γνώρισε τα οράματα και τα όνειρα που χάθηκαν.

Όπως και γνώριζε ότι με έναν τρόπο όλο αυτό το τεράστιο κίνημα, η δυναμική δεν χάθηκε. Ότι οι ηττημένοι του Εμφυλίου, όλος αυτός ο εργατικός και λαϊκός κόσμος που ασφυκτιούσε στο «κράτος των εθνικοφρόνων», με τους πρώην συνεργάτες των κατακτητών και τους μαυραγορίτες να αναγνωρίζονται ως «εθνικός κορμός», δεν είχαν τσακιστεί. Ήταν εκεί: αγωνίζονταν, ήλπιζαν και οργίζονταν. Είναι τα βλέμματα που συναντά κανείς στη Μαγική Πόλη του Κούνδουρου ή λίγο αργότερα στη Συνοικία το Όνειρο του Αλεξανδράκη. Είναι ο κόσμος που έκανε τις εκλογικές εκπλήξεις της δεκαετίας του 1950.

Ο Θεοδωράκης σε αυτή την υπαρκτή δυναμική, που θα πάρει λίγο αργότερα τα χαρακτηριστικά μιας Άνοιξης που τελικά θα χαθεί, δίνει σχήμα μουσικό. Δεν είναι μόνο ότι παίρνει τα λαϊκά μοτίβα και τους δίνει νέες πιο τολμηρές μορφές. Ούτε καν μόνο ότι τολμά να στραφεί στους επώνυμους ποιητές, που και αυτοί είναι σε διάλογο με την ιστορία (ποιος μπορεί να παραβλέψει ότι ακόμη και το Άξιον Εστί είναι πέραν όλων των άλλων ο τρόπος που ο Ελύτης αποτυπώνει το δικό του μίσος για τους νικητές του Εμφυλίου). Είναι ότι αυτή η μουσική δημιουργία φαντάζει να προσφέρει ταυτόχρονα ένα αφήγημα για την ιστορία του τόπου και μια προοπτική που φάνταζε ταυτόχρονα ουτοπική και εφικτή.

Δεν έχει σημασία ότι όλο αυτό το όραμα, όπως έβγαινε ορμητικά στη δεκαετία του 1960 αλλά και ως ένα βαθμό στη μεταπολίτευση, ήταν σχηματικό, απλουστευτικό ή συχνά αντιφατικό.

Το θέμα ήταν ότι ήταν εκεί, ενέπνεε και με έναν τρόπο έδειχνε ότι οι ηττημένοι του Εμφυλίου μπορούσαν να είναι αυτοί που ενέπνεαν μια χώρα, που προσέφεραν τις δικές τους αγωνίες και ανάγκες ως αγωνίες και ανάγκες του τόπου, που μπορούσαν να υποδείξουν τι ήταν αυτό που έπρεπε να αλλάξει (αυτό το ασαφές και ταυτόχρονα περιεκτικό όραμα που προσέφεραν έννοιες όπως ανεξαρτησία, δημοκρατία, πρόοδος), που μπορούσαν να φτιάχνουν οράματα, να γράφουν τα τραγούδια που ακόμη και οι αντίπαλοι τραγουδούσαν.

Όταν ο Γκράμσι έλεγε ότι οι υποτελείς τάξεις μπορούν να διεκδικήσουν την ηγεμονία στην κοινωνία των πολιτών πριν να διεκδικήσουν να καταλάβουν την πολιτική εξουσία.

Είναι μια θέση πολυσυζητημένη και με πλήθος ερμηνείες. Όμως, ένα από τα πράγματα στα οποία παρέπεμπε ήταν ο τρόπος που τα δικά τους οράματα και αιτήματα, οι δικές τους πολιτικές και πολιτιστικές πρακτικές συσπειρώνουν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και επηρεάζουν τον «κοινό νου».

Ο Θεοδωράκης (όπως και μια σειρά άλλοι μεγάλοι καλλιτέχνες και δημιουργοί εκείνης της εποχής) σε αυτό ακριβώς έβαλε πλάτη. Και αυτό εξηγεί και το μεγαλείο του και την απήχησή του.

Ίσως γιατί οι ηττημένοι του Εμφυλίου, σαν πραγματική ιστορική δυναμική και διεργασία (ανεξάρτητα από τις αλλεπάλληλες εναλλαγές μεγαλείου και τραγωδίας της Αριστεράς), σαν πραγματική διεκδίκηση να εκπροσωπηθεί το έθνος των υποτελών, ήταν οι μόνοι που μπορούσαν πραγματικά να αρθρώσουν ένα όραμα για τη χώρα πέραν της «Ανοικοδόμησης», σε μια εποχή που ακόμη έδειχνε ότι μπορούσαν να παιχτούν μεγάλα στοιχήματα και άλλοι ιστορικοί δρόμοι, πολύ πιο πρωτότυποι από αυτούς που έμελλε να ανοίξει η Μεταπολίτευση. Και γι’ αυτό μπορούσαν να έχουν την ηγεμονία, έστω και για το σύντομο ιστορικό διάλειμμα της Χαμένης Άνοιξης.

Ούτε ο Μίκης μπόρεσε μετά να το εκπροσωπήσει αυτό (τι άλλο δείχνουν οι αλλεπάλληλες ταλαντεύσεις του;), ούτε πολύ περισσότερο οι διάφοροι πολιτικοί χώροι που διεκδίκησαν να εκπροσωπήσουν τους ηττημένους του Εμφυλίου.

Η χώρα άλλαζε και ολοένα και απομακρυνόταν από εκείνη τη συνθήκη όπου μπορούσε έστω και ουτοπικά να ονειρεύεται, σε ένα νήμα που από τη διάψευση της «Αλλαγής» οδήγησε στα «διακοποδάνεια», τον ναρκοθετημένο «ευρωπαϊκό δρόμο» και τη μνημονιακή δυστοπία.

Και γινόταν ολοένα και περισσότερο μια χώρα μειωμένων προσδοκιών, χωρίς περιθώριο για όνειρα.

Και με αυτή την έννοια όντως είμαστε φτωχότεροι. Ήδη καιρό πριν φύγει ο Μίκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ

Η «ΣΠΙΘΑ» άναψε για τη Νέα Ελλάδα
Ο Μίκης Θεοδωράκης, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη, άναψε χθες (1 Δεκεμβρίου 2010) τη «ΣΠΙΘΑ» του ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΛΑΣΤΟΥΡΓΟΥ ΠΥΡΟΣ για ΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ.
Κώστας Τσιαντής


«…ανέστιος ειν’, που χαίρεται αν ξεσπάσει
ανάμεσα σε φίλους και δικούς ξέφρενη αμάχη.»
Όμηρος (Ι, 63-64)


Του Ηλία Σιαμέλου (Από antibaro 7/12/2010)

Όντας περαστικός, είπα, το βλέφαρό μου για λίγο ν’ ακουμπήσω στου διαδικτύου τις φιλικές ιστοσελίδες! Να δω τα εκθέματα της σκέψης των πολλών, ν’ ακούσω τις ιαχές τους. Όμως άλλα είδαν τα μάτια μου στο θαμποχάρακτο κατώφλι τους. Ο ένας κρατάει την πύρινη ρομφαία, ο άλλος κοντάρια και παλούκια και πιο πέρα ο φίλος τρίβει την τσακμακόπετρά του, εκεί απόκοντα, στις νοτισμένες αναφλέξεις του συστήματος.
-Ω, είπα, ω θεληματάρικα παιδιά, που παίζετε κρυφτό, στα πιο ρηχά σοκάκια ενός εξωνημένου καθεστώτος. Κύματα, κύματα έρχονται τα λόγια σας με θόρυβο και φεύγουν. Δεν έχουν φτερά, δεν έχουν μέσα τους τούς ήχους των πονεμένων.
Μόνο να, κατηγόριες, κατηγόριες, και λόγια επικριτικά από ανθρώπους που εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κάτοχοι της αλήθειας. Κι όλα αυτά, τούτη τη μαύρη ώρα της γενικευμένης υπνογένειας! Δε μπορεί, είπα, κάπου θα υπάρχει η συζυγία των ψυχών, κάπου το πάρτι της στενοποριάς θα πάρει τέλος.
Μα τι θέλω να πω; Για ποιο πράγμα τόση ώρα τσαμπουνάω; Ναι, ναι, μα για του λύκου το χιονισμένο πέρασμα μιλάω ! Μια κίνηση έκανε ο Μίκης Θεοδωράκης και πέσανε όλοι πάνω του για να τον φάνε. Και δε ρίχτηκαν πάνω του οι οχτροί, δεν όρμησε πάνω του της Νέας Τάξης η αρμάδα. Όρμησε το ίδιο το περιοδικό «Ρεσάλτο»! Όρμησε το μετερίζι εκείνο που στις σελίδες του την άστεγη ψυχή μας τόσα χρόνια είχαμε αποθέσει!

Είμαι στο Κοιμητήριο, δίπλα στον τάφο της γυναίκας μου. «Ερευνώ πέρα τον ορίζοντα και, σκύβοντας προσπαθώ με τα δάχτυλα να καθαρίσω την πλάκα του τάφου νάρθει ν’ ακουμπήσει η σελήνη…»*. Ναι, εκείνη μου το έλεγε: Πρόσεχε, πρόσεχε τον κόσμο μας. Πρόσεχε τους ανθρώπους, ενώ μου απάγγελνε με δάκρυα τους στίχους του αγαπημένου της ποιητή : «Αυτός αυτός ο κόσμος /ο ίδιος κόσμος είναι… Στη χάση του θυμητικού / στο έβγα των ονείρων … Αυτός ο ίδιος κόσμος / αυτός ο κόσμος είναι. Κύμβαλο κύμβαλο / και μάταιο γέλιο μακρινό!»…**
Σκέφτομαι, σκέφτομαι κι άκρη δε βρίσκω. «Τελικά αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουνε κι’ οι λυγαριές;»** *

Ναι, στο τέλος θα μισήσουμε τον ίδιο μας το εαυτό ή θα τρελαθούμε. Δε γίνεται τη μια μέρα να βάζεις στο εξώφυλλο του «Ρεσάλτο» τη φωτογραφία του Μίκη και την άλλη βάναυσα να τον λοιδορείς. Δε γίνεται τη μια μέρα να ελπίζεις στο φως και την άλλη να γουρουνοδένεσαι με το σκοτάδι. Δε γίνεται τη μια μέρα να προβάλλεις τις απόψεις του και την άλλη να τον ταυτίζεις με τη …Ντόρα!
Είναι αυτή η θαμπούρα απ’ την κακοσυφοριασμένη αιθάλη της Αθήνας που επηρεάζει ανθρώπους και αισθήματα; Είναι η πωρωμένη σκιά του Στάλιν που κατευθύνει ακόμη και σήμερα την εγκληματική παραλυσία των όντων;

Δεν έχω πρόθεση να ενταχτώ στο κίνημα του Θεοδωράκη. Όμως δε μπορώ να πω ότι δε χαίρομαι, όταν ακούω να ξεπετάγονται σπίθες μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας, είτε αυτές προέρχονται από απλούς ανθρώπους ή από ανεμογέννητους προλάτες πρωτοπόρους. Φτάνει αυτές οι σπίθες να ανάψουν φωτιές, για να καεί τούτο το σάπιο καθεστώς, τούτη η παπανδρεοποιημένη χολέρα. Αν εμείς οι ξεπαρμένοι «κονταροχτυπιόμαστε» μέσα στης πένας τη χλομάδα κι είμαστε ανίκανοι ν’ ανάψουμε μια σπίθα στου καλυβιού μας τη γωνιά, ας αφήσουμε τουλάχιστον κάποιες περήφανες ψυχές να κάνουν αυτό που νομίζουν καλύτερα. Ας μην σηκώνουμε αμάχες κι ας μην πετάμε ανέσπλαγχνες κορώνες, όταν κάποιο κίνημα είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν έχει δείξει το πρόσωπό του. Εκτός κι αν η μικρόνοιά μας ενοχλήθηκε, όταν ο Μίκης κάλεσε επίσημα τους Ανεξάρτητους πολίτες σε ΑΝΥΠΑΚΟΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, σε κυβερνητικά ή μη σχέδια, που Ηθικά, Εθνικά, Δημοκρατικά, Ιστορικά, κατατείνουν στην υποτέλεια του Ελληνισμού.

Όμως, παρά το αλυσόδεμα, παρά τα μύρια δεινά που μας σωρεύουν, τούτος ο βράχος, που λέγεται Ελλάδα, εκπέμπει την κραυγή του. Και οι κραυγές του Μίκη, και οι κραυγές χιλιάδων αγωνιστών, όποιου χρώματος και νάναι, σε πείσμα κάθε ψωροκύβερνου, σε πείσμα κάθε καθεστωτικού βαρδιάνου, κάποια στιγμή θα ενωθούν, κάποια στιγμή στον άνεμο θα ανεβούν, για ν’ ακουστούν, να πιάσουν τόπο. Γιατί «κι ένας που έχει μυαλό νήπιου καταλαβαίνει, πως τώρα η Ελλάδα στην άκρα του άπατου γκρεμού κοντοζυγώνει»****

* Νίκος Εγγονόπουλος
** Οδυσσέας Ελύτης, «Το Άξιον Εστί»
*** Νίκος Εγγονόπουλος
****Όμηρος (Η, 379-482) , παράφραση.

ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ- ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΜΙΚΗ

ΑΡΝΗΣΗ: ΣΕΦΕΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΠΛΑΤΕΙΑ - Άμεση Δημοκρατία (Real Democracy)