«Η ειδική αρχή της σχετικότητας δεν λάμβανε υπόψη της τη βαρύτητα εξ ου και το επίθετο ειδική. Αλλά μέσα στην επόμενη δεκαετία ο Αϊνστάιν αποφάσισε να αναμετρηθεί και με τη βαρύτητα, αναζητώντας μια θεωρία που θα ενσωματώνει και τη βαρυτική έλξη. Ως το 1916 είχε συμφωνήσει με τον Μπέρναρντ Ρίμαν: η βαρύτητα ήταν το αποτέλεσμα και όχι δύναμη. Η παρουσία μάζας ή ενέργειας -καθώς η φημισμένη εξίσωσή του Ε=mc2 συνδέει τα δύο μεγέθη - προκαλούσε την καμπύλωση του χωροχρόνου που είχε ήδη εισάγει με την ειδική θεωρία του 1905. Αντικείμενα που ταξίδευαν ελεύθερα κατά μήκος των καμπυλών του χωροχρόνου έμοιαζαν να πέφτουν,ενώ αυτά απλώς ακολουθούσαν «ευθεία» πορεία κατά μήκος της επιφάνειας του χωροχρόνου.
Η θεωρία θα μπορούσε να ελεγχθεί πειραματικά μέσω του Ήλιου, του πιο μεγάλου αντικειμένου -και με πολύ μεγάλη μάζα- στη γειτονιά μας. Η σχετικότητα έλυνε ένα υπαρκτό πρόβλημα: το περιήλιο του Ερμή, το σημείο της πιο κοντινής του τροχιάς στον ήλιο, είχε μετατοπιστεί κατά τους προηγούμενους αιώνες, και η μετάπτωση παραήταν μεγάλη για να μπορεί να εξηγηθεί με τη βαρυτική έλξη των άλλων πλανητών. Η καινούργια όμως θεωρία του Αϊνστάιν μπορούσε να εξηγήσει πειστικά τα παρατηρησιακά δεδομένα και μάλιστα χωρίς να εισάγει νέα φαινόμενα ή παραμέτρους.
Αλλά υπάρχει και ένα δεύτερο τεστ που αφορούσε στην πρόβλεψη ενός φαινομένου από τη νέα θεωρία. Αν ο Αϊνστάιν είχε δίκιο, το φως από τους αστέρες, θα αισθανόταν μία έλξη προς τη μάζα του Ήλιου. Το αστρικό φως θα καμπυλώνονταν από τη μάζα του Ήλιου, και αυτό το φαινόμενα θα μπορούσε να παρατηρηθεί. Ο έλεγχος της θεωρίας αυτής απαιτούσε μία ολική έκλειψη ηλίου. Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας δημοσιεύτηκε το 1916, αλλά η πρόβλεψη του Αϊνστάιν δεν επιβεβαιώθηκε παρά μόνο τρια χρόνια αργότερα όταν ο Βρετανός αστρονόμος Άρθουρ Έντινγκτον έκανε μετρήσεις κατά τη διάρκεια μιας ηλιακής έκλειψης το 1919. Οι υπολογισμοί του Έντινγκτον έδειξαν ότι το αστρικό φως που περνούσε δίπλα από τον ήλιο είχε μετατοπιστεί σύμφωνα με τις προβλέψεις της θεωρίας του Αϊνστάιν.
Επιπλέον, μάς έδειξε ότι η βακώνεια παρατήρηση έχει τα όριά της. Το γεγονός πως αυτό που μπορούμε να δούμε δεν είναι πάντα αυτό που υπάρχει πραγματικά. Οι αισθήσεις μας μπορεί να μας εξαπατήσουν, αν και καλύτερο είναι να μην τις αγνοούμε. Η επιστήμη δεν είναι απλώς μια συλλογή νόμων, θα έγραφε είκοσι χρόνια μετά ο Αϊνστάιν, αλλά είναι μία δημιουργία του ανθρώπινου μυαλού, με τις ελεύθερα επινοημένες ιδέες και έννοιες. Οι φυσικές θεωρίες προσπαθούν να σχηματίσουν μια εικόνα της πραγματικότητας και να κατοχυρώσουν τη σύνδεσή της με τον ευρύ κόσμο των αισθητηριακών εντυπώσεων. Έτσι, λοιπόν, η μόνη επικύρωση των νοητικών μας κατασκευών κρίνεται στο αν και με ποιον τρόπο οι θεωρίες μας σχηματίζουν αυτό τον σύνδεσμο.
Οι μετρήσεις του Έντινγκτον έδωσαν τον σύνδεσμο με τον κόσμο που χρειαζόταν η δημιουργικότητα του πνεύματος του Αϊνστάιν, επιβεβαιώνοντας τη γενική θεωρία της σχετικότητας. Η φυσική επιστήμη με τη χρήση της αφηρημένης γλώσσα; των μαθηματικών, άλλαξε την εικόνα για τον κόσμο μας. »
-Απόσπασμα από το βιβλίο της Susan Bauer: "Η Ιστορία της Δυτικής Επιστήμης: Από τα γραπτά του Αριστοτέλη ως τη Θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης." [Μετάφραση: Κωνσταντίνος Τάκης].
Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο: https://www.ropipublications.com/history-western-science/
Εκδόσεις Ροπή - ROPI Publications
Όλες οι αντιδράσεις:
89891
9
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση